Για δύο ημέρες χτύπησε στην Αθήνα η καρδιά της διεθνούς ενεργειακής αγοράς. Η Σύνοδος της Διατλαντικής Συνεργασίας για την Ενέργεια (P-TEC) μετέτρεψε την ελληνική πρωτεύουσα σε σημείο συνάντησης υπουργών, επενδυτών και κορυφαίων εκπροσώπων της αγοράς, φέρνοντας στο ίδιο τραπέζι την Ουάσιγκτον, τις Βρυξέλλες και τους μεγάλους παίκτες της ενέργειας. Μέσα σε ένα περιβάλλον γεμάτο πολιτικά μηνύματα και επενδυτικές διεργασίες, η Ελλάδα δεν λειτούργησε απλώς ως οικοδέσποινα αλλά επιβεβαίωσε τον ρόλο της ως ενεργειακός κόμβος και διπλωματικός καταλύτης στη νέα αρχιτεκτονική της Ευρώπης.

Το στίγμα του συνεδρίου έδωσε και ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος με δύο φράσεις συνόψισε το μήνυμα του διημέρου, τονίζοντας ότι «η Ελλάδα είναι πάροχος ενεργειακής ασφάλειας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη» και «φυσική πύλη εισόδου για το αμερικανικό LNG στην περιοχή», επιβεβαιώνοντας τον στρατηγικό ρόλο της χώρας στον νέο ενεργειακό χάρτη.

Η επόμενη ημέρα βρίσκει τη χώρα πιο γεμάτη, με μια φαρέτρα πλούσια σε νέες συμφωνίες που φέρουν τη σφραγίδα των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι διμερείς σχέσεις ενισχύονται σε όλα τα επίπεδα, ενώ η ελληνική αγορά -από τους υδρογονάνθρακες και την παρουσία της ExxonMobil στο Block 2, έως το big deal μεταξύ ATLANTIC SEE LNG TRADE και Venture Global για το αμερικανικό LNG και τις ενεργειακές υποδομές και τεχνολογίες αιχμής-  αποκτούν νέα δυναμική και αυτοπεποίθηση.

«Δύο ημέρες γεμάτες. Για τον συμβολισμό της διοργάνωσης, αλλά και για τις συμφωνίες που έκλεισαν. Η Ελλάδα έχει άποψη, φωνή και συμμαχίες. Συνδιαμορφώνει την ατζέντα αντί απλά να ακολουθεί και να επικυρώνει. Και στέκεται με αυτοπεποίθηση γιατί το αφήγημά της στηρίζεται σε ένα υπόβαθρο δράσεων που, από ένα σημείο και μετά, μιλάνε από μόνες τους», ανέφερε σε μία απολογιστική ανάρτηση ο Νίκος Τσάφος.

Τα μηνύματα των ΗΠΑ

Οι ΗΠΑ με όχημα την Αθήνα έστειλαν καθαρά μηνύματα συνεργασίας αλλά και ρεαλισμού. Κάλεσαν την Ευρώπη να κινηθεί «με βάση τα μαθηματικά», ώστε να επιτευχθεί το διακύβευμα για φθηνή, άφθονη και αξιόπιστη ενέργεια. Τόσο ο υπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ, Κρις Ράιτ, όσο και ο υπουργός Εσωτερικών, Νταγκ Μπέργκαμ, υπογράμμισαν την ανάγκη για στοχευμένες επενδύσεις σε δίκτυα και υποδομές που θα ενισχύσουν τη σταθερότητα του ενεργειακού συστήματος, θα διασφαλίσουν την επάρκεια και θα μειώσουν το κόστος για τον τελικό καταναλωτή. Το μήνυμά τους ήταν ξεκάθαρο: η ενεργειακή ασφάλεια δεν αποτελεί αφηρημένο πολιτικό στόχο, αλλά θεμέλιο της οικονομικής ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής.

«Η ενεργειακή ασφάλεια μετράει· το κόστος μετράει· και το από πού παίρνεις την ενέργεια μετράει», επανέλαβε ο υπουργός Ενέργειας Κρις Ράιτ, προσθέτοντας πως «αν έχεις φθηνή και άφθονη ενέργεια, δημιουργείς τεράστιες οικονομικές ευκαιρίες και βελτιώνεις τη ζωή των ανθρώπων».

Πώς το σχέδιο για αμερικανικό LNG περνά μέσα από την Ελλάδα

Το δεύτερο μήνυμα των Ηνωμένων Πολιτειών είχε πολλούς αποδέκτες. Οι δύο υπουργοί, Νταγκ Μπέργκαμ και Κρις Ράιτ, άδραξαν κάθε ευκαιρία για να περιγράψουν τη νέα εποχή χωρίς το ρωσικό αέριο να ρέει στην Ευρώπη. Στο επίκεντρο αυτού του σχεδίου και της συνεργασίας είναι η Ελλάδα. Ο Μπέργκαμ μίλησε για «επενδυτές που δραστηριοποιούνται ήδη εδώ» και για «έργα δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων» που βρίσκονται σε εξέλιξη, τονίζοντας πως «αυξάνοντας τον όγκο, η τιμή της ενέργειας μειώνεται» μια φράση που συνόψισε τον αμερικανικό τρόπο σκέψης: περισσότερη παραγωγή, χαμηλότερο κόστος, κοινό όφελος.

Για τους Αμερικανούς αξιωματούχους, η Ελλάδα είναι ο αξιόπιστος σύμμαχος που συνδέει τη διατλαντική ενεργειακή πολιτική με το πεδίο των επενδύσεων και της ασφάλειας. Η Ουάσιγκτον βλέπει στη χώρα όχι μόνο μια πύλη για τη ροή LNG προς τα Βαλκάνια και την Κεντρική Ευρώπη, αλλά και έναν εταίρο με κρίσιμες υποδομές, ναυτιλία παγκόσμιας εμβέλειας και σταθερότητα που μπορεί να στηρίξει την ενεργειακή μετάβαση. Ο Κρις Ράιτ το είπε ξεκάθαρα: «Η ενεργειακή ασφάλεια μετράει· το από πού παίρνεις την ενέργεια μετράει». Και η Ελλάδα, πρόσθεσε, είναι παράδειγμα χώρας που «επενδύει στη σταθερότητα και προσφέρει λύσεις».

Tα ελληνικά deals

Στο πλαίσιο αυτό υπεγράφησαν και τα δύο μεγάλα deals που σηματοδοτούν τη νέα φάση της ελληνοαμερικανικής ενεργειακής συνεργασίας. Την πρώτη ημέρα, το ενδιαφέρον μονοπώλησε η ιστορική συμφωνία των ExxonMobil, HelleniQ Energy και Energean για την επανεκκίνηση των ερευνών υδρογονανθράκων στο Block 2 του Ιονίου, βορειοδυτικά της Κέρκυρας, ένα έργο που ανοίγει για πρώτη φορά μετά από τέσσερις δεκαετίες το κεφάλαιο της υπεράκτιας έρευνας στα ελληνικά νερά.

Η είσοδος της εταιρείας στο ελληνικό upstream δεν αποτελεί απλώς νέα επένδυση. Σηματοδοτεί, όπως τόνισε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου, «μια ιστορική στιγμή για το μέλλον του τόπου».

Η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να ανέβει ένα ακόμη σκαλί από κόμβος διαμετακόμισης, να εξελιχθεί σε εν δυνάμει παραγωγό χώρα φυσικού αερίου διαθέτοντας πλέον συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, τεχνικό σχεδιασμό και διεθνείς εταίρους με εμπειρία. Το Block 2 θεωρείται το πιο ώριμο «οικόπεδο» της χώρας για γεώτρηση, με εκτιμώμενο δυναμικό που αγγίζει τα 200 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου. Η συγκυρία είναι ιδανική: το φυσικό αέριο έχει αναδειχθεί σε στρατηγικό πόρο της διεθνούς γεωπολιτικής, καθορίζοντας όχι μόνο τις αγορές αλλά και τις ισορροπίες ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η Ουάσιγκτον επιδιώκει να ενισχύσει την ενεργειακή της επιρροή στην Ευρώπη, περιορίζοντας εκτός από τη ρωσική και την κινεζική παρουσία σε καίριες υποδομές, από τα λιμάνια έως τα δίκτυα ενέργειας. Την κατεύθυνση αυτή επιβεβαίωσαν τόσο ο Νταγκ Μπέργκαμ όσο και ο Κρις Ράιτ, οι οποίοι μίλησαν για μια στρατηγική που συνδέει την «ειρήνη» και την «ευημερία» με την ενεργειακή πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ. Όπως τόνισε ο Αμερικανός υπουργός Εσωτερικών, οι υπουργοί Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου και Κρις Ράιτ «έχτισαν και σφυρηλάτησαν πάνω σε αυτό το δίπολο τις διμερείς σχέσεις Ελλάδας–ΗΠΑ», αναδεικνύοντας τον ρόλο της Αθήνας ως σταθερού εταίρου σε μια περίοδο νέων γεωπολιτικών ισορροπιών.

Στο επίκεντρο φέρνουν Aktor – ΔΕΠΑ το αμερικανικό LNG

Το δεύτερο μεγάλο deal της Συνόδου αφορά τη 20ετή συμφωνία προμήθειας αμερικανικού LNG της νεοσύστατης κοινοπραξίας ATLANTIC – SEE LNG TRADE, που συγκροτήθηκε από AKTOR (60%) και τη ΔΕΠΑ Εμπορίας (40%), με τον αμερικανικό ενεργειακό κολοσσό Venture Global. Η συμφωνία αυτή αποτελεί το ιδανικό «όχημα» για την υποστήριξη και υλοποίηση του ευρύτερου σχεδίου: του Κάθετου Διαδρόμου, ενισχύοντας την ενεργειακή διασύνδεση και τον εξαγωγικό ρόλο της Ελλάδας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

Η συμφωνία τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2030 και η διάρκεια του συμβολαίου εκτείνεται σε είκοσι χρόνια, διασφαλίζοντας μακροπρόθεσμη σταθερότητα εφοδιασμού και στρατηγική πρόσβαση στις διεθνείς αγορές LNG. Παράλληλα, στο πλαίσιο της ίδιας πρωτοβουλίας, υπεγράφη Συμφωνία Εκδήλωσης Αμοιβαίου Ενδιαφέροντος (Joint Statement of Mutual Intent) με την κρατική εταιρεία Naftogaz of Ukraine, σύμφωνα με την οποία η ουκρανική πλευρά εκδήλωσε πρόθεση να προμηθευτεί έως 0,7 εκατομμύρια τόνους LNG ετησίως μετά την επαναεριοποίηση (regasification), για περίοδο 20 ετών, με έναρξη επίσης από το 2030.

Αντίστοιχα, υπεγράφη Μνημόνιο Κατανόησης (MoU) με τις ρουμανικές εταιρείες NOVA POWER & GAS S.R.L. και S.N.T.G.N. Transgaz S.A., το οποίο προβλέπει προμήθεια έως 1,4 εκατομμυρίων τόνων LNG ετησίως για είκοσι χρόνια, με έναρξη το ίδιο έτος. Οι συνολικές ποσότητες που δεσμεύονται από τα υπογεγραμμένα μνημόνια αντιστοιχούν σε έως 3,7 δισ. κυβικά μέτρα (bcm) φυσικού αερίου ετησίως.

Ο κ. Ράιτ υπογράμμισε ότι χώρες όπως η Ελλάδα, με σταθερότητα, υποδομές LNG και ισχυρή ναυτιλία –«η ελληνική ναυτιλία διαθέτει το 20% της παγκόσμιας χωρητικότητας και πάνω από το ένα τρίτο των πλοίων μεταφοράς LNG»–, μπορούν να αποτελέσουν μοντέλο συνεργασίας και επενδύσεων. «Θα δείτε κυβερνητική στήριξη στη χρηματοδότηση κάποιων από αυτά τα έργα», ανέφερε, φωτογραφίζοντας τον νέο κύκλο αμερικανικών επενδύσεων σε κρίσιμες ενεργειακές υποδομές στη Μεσόγειο.

Ο ρόλος της τεχνητής νοημοσύνης

Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε και στη νέα εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, την οποία οι Αμερικανοί αξιωματούχοι αντιμετωπίζουν όχι απλώς ως τεχνολογική καινοτομία, αλλά ως κινητήρια δύναμη της ενεργειακής ζήτησης. Ο Μπέργκαμ περιέγραψε την AI ως «την πρώτη τεχνολογία στην ιστορία που μετατρέπει το κιλοβάτ σε ευφυΐα», επισημαίνοντας ότι «μέσα στην επόμενη δεκαετία, η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να απορροφά το 12% ή ακόμη και το 16% της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας».

Η πρόκληση, όπως είπε, είναι να εξασφαλιστεί επάρκεια και συνέχεια στην παροχή ενέργειας, «24 ώρες το 24ωρο, όχι εξαρτημένη από ήλιο και άνεμο». Η λύση, κατά τον ίδιο, βρίσκεται στην επιτάχυνση αδειοδοτήσεων, στην αύξηση της παραγωγής και σε κυβερνήσεις «που κατανοούν ότι αυτό δεν είναι ενεργειακή μετάβαση, αλλά ενεργειακή εξέλιξη».

Την ίδια στιγμή, η τεχνητή νοημοσύνη βρέθηκε στο επίκεντρο και σε θεσμικό επίπεδο, με την υπογραφή Κοινής Διακήρυξης Ελλάδας – ΗΠΑ για την ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας στους τομείς της AI και της καινοτομίας. Το κείμενο υπέγραψαν στο Ζάππειο ο υφυπουργός Εξωτερικών Χάρης Θεοχάρης, ο Αμερικανός υφυπουργός για την Οικονομική Ανάπτυξη, την Ενέργεια και το Περιβάλλον Jacob Helberg, και η νέα πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα Kimberly Guilfoyle, επιβεβαιώνοντας ότι η τεχνητή νοημοσύνη αποτελεί πλέον κοινό πεδίο στρατηγικού ενδιαφέροντος και εργαλείο ενίσχυσης της ενεργειακής και τεχνολογικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών.

Το κάλεσμα για πυρηνική ενέργεια

Στο ίδιο πνεύμα, ο Αμερικανός υπουργός Ενέργειας Κρις Ράιτ επανέφερε δυναμικά τη συζήτηση για την πυρηνική ενέργεια, χαρακτηρίζοντάς την «την τεχνολογία που μπορεί να προχωρήσει χέρι-χέρι με τους υδρογονάνθρακες». Από το βήμα του Ζαππείου κάλεσε την Ευρώπη να ακολουθήσει αυτό το μονοπάτι, στηρίζοντας την πυρηνική τεχνολογία ως συμπληρωματικό πυλώνα του ενεργειακού μείγματος της επόμενης δεκαετίας. Όπως σημείωσε, οι Ηνωμένες Πολιτείες «εργάζονται ήδη για την ανάπτυξη αντιδραστήρων επόμενης γενιάς – μικρότερων, ασφαλέστερων και πιο ευέλικτων – που θα μπορούσαν να είναι ιδανικοί για χώρες όπως η Ελλάδα».

Η τοποθέτησή του εντάσσεται στο ευρύτερο κύμα νέας “πυρηνικής αισιοδοξίας” που καταγράφεται διεθνώς, καθώς όλο και περισσότερα κράτη επανεξετάζουν τον ρόλο της τεχνολογίας αυτής υπό το πρίσμα της ενεργειακής ασφάλειας, της σταθερής ηλεκτροπαραγωγής και της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας. Στο επίκεντρο αυτής της συζήτησης, η Ελλάδα εμφανίζεται ως χώρα με νησιωτική φυσιογνωμία, ανεπτυγμένες ενεργειακές υποδομές και στρατηγική θέση που θα μπορούσε, μελλοντικά, να αξιοποιήσει τέτοιες τεχνολογίες στο πλαίσιο της περιφερειακής συνεργασίας που διαμορφώνεται.

Διαβάστε ακόμη