Ως επενδυτική ευκαιρία για να προχωρήσει το δεύτερο FSRU βλέπουν, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, κύκλοι της Gastrade την κινητοποίηση των Αμερικανών, σε ένα timing που φαίνεται να αλλάζει τα δεδομένα για τις υποδομές LNG στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, ενώ ώθηση δίνουν οι εξελίξεις που διαδραματίζονται γύρω από το project του Κάθετου Διαδρόμου.

Όπως επισημαίνουν αρμόδιες πηγές με γνώση του θέματος, η χρονική συγκυρία εμφανίζεται ευνοϊκή για να δημιουργήσει ένα ευνοϊκό πεδίο για τα δύο κρίσιμα στοιχεία που εν τέλει θα κρίνουν και την υλοποίηση του έργου. Το πρώτο, όπως και σε κάθε επένδυση, είναι η εμπορική βιωσιμότητα του έργου με την «απάντηση» να βρίσκεται στο κλείσιμο συμφωνιών για την έλευση φορτίων LNG και το δεύτερο η χρηματοδότηση, με την Διοίκηση της εταιρείας να προσβλέπει σε αμερικανικά κεφάλαια στη βάση του αυξημένου ενδιαφέροντος των ΗΠΑ για την επίσπευση και επιτυχία του Κάθετου Διαδρόμου που θα φέρει το αμερικανικό αέριο στην καρδιά της Ευρώπης.

Η εικόνα που διαμορφώνεται τους τελευταίους μήνες, με επίκεντρο την άνοδο της κατανάλωσης και την αναδιάταξη των ροών φυσικού αερίου προς τον Βορρά, επαναφέρει στο τραπέζι έργα που μέχρι πρόσφατα χαρακτηρίζονταν «αδικαιολόγητα». Πλέον, οι εκτιμήσεις των διαχειριστών δείχνουν ηπειρωτική ζήτηση από τα 51 bcm το 2024 στα 68 bcm το 2030, χωρίς να υπολογίζεται το «κενό» των 16 bcm από την απόσυρση του ρωσικού αερίου. Σε αυτό το περιβάλλον, η Ελλάδα αποκτά ξανά ρόλο σημείου εκκίνησης για εναλλακτικές ροές LNG προς την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη — και η Αλεξανδρούπολη παγιώνεται ως κόμβος.

Στο επίκεντρο της κουβέντας έρχεται το «FSRU Θράκης», το δεύτερο πλωτό τερματικό που σχεδιάζει η Gastrade ως «δίδυμο» του υφιστάμενου σταθμού στην Αλεξανδρούπολη. Στόχος είναι να πολλαπλασιαστούν οι δυνατότητες εισόδου φορτίων LNG στην ελληνική αγορά και, κυρίως, οι εξαγωγικές ροές προς τα βόρεια σύνορα. Όπως αναφέρουν πηγές με γνώση του θέματος, η περιβαλλοντική αδειοδότηση «αναμένεται να ολοκληρωθεί σύντομα», με το σύνολο των γνωμοδοτήσεων ήδη κλεισμένο. Παράλληλα τρέχουν επαφές για τη χρηματοδότηση, με τον προϋπολογισμό να τοποθετείται στην περιοχή των 550–600 εκατ. ευρώ και με πρόδηλη στόχευση την αξιοποίηση αμερικανικών κεφαλαίων. Η αναφορά στις ΗΠΑ δεν είναι τυπική: συνδέεται με την πολιτική βαρύτητα που αποδίδεται στον «Κάθετο Διάδρομο», τη διαδρομή μέσω της οποίας αμερικανικό LNG μπορεί να καταλήξει στην καρδιά της Ευρώπης.

Η ωρίμανση του έργου, όπως περιγράφεται από τους ίδιους κύκλους, ακουμπά σε δύο άξονες: τις μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις φορτίων και τη χρηματοδοτική ασφάλεια. «Η αγορά δικαιολογεί πλέον επενδύσεις», σημειώνει στέλεχος του κλάδου του φυσικού αερίου, περιγράφοντας μια πραγματικότητα όπου η υποκατάσταση του ρωσικού αερίου, η επανεκκίνηση της βιομηχανικής δραστηριότητας σε ορισμένες αγορές και ο ρόλος του αερίου ως καυσίμου αιχμής στο ηλεκτρικό σύστημα αναθερμαίνουν την περιφερειακή ζήτηση. Παράλληλα, οι νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο το φυσικό αέριο στην Ελλάδα ενισχύουν το εγχώριο σκέλος της εξίσωσης, επιβάλλοντας πρόσθετη ευελιξία στις υποδομές εισαγωγής.

Το επιχειρησιακό σχέδιο που σκιαγραφείται θέλει τη Ρεβυθούσα να παραμένει η «ασπίδα» της εσωτερικής αγοράς, καλύπτοντας τις εγχώριες ανάγκες, ενώ η Αλεξανδρούπολη -με δύο FSRU σε πλήρη διάταξη- αναλαμβάνει ρόλο καθαρά εξαγωγικό. Με αυτό το υπόδειγμα, οι ροές προς Βουλγαρία, Ρουμανία και, δυνητικά, Ουγγαρία μπορούν να αποκτήσουν συστηματικό χαρακτήρα. «Υπάρχει η δυνατότητα να αυξήσουμε την έξοδο από το Σιδηρόκαστρο», λένε αρμόδιες πηγές, επιμένοντας πως οι τεχνικές λύσεις για υψηλότερες παροχετεύσεις είναι ώριμες, υπό την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλιστεί η εμπορική κάλυψη από μακροχρόνιες συμφωνίες.

Στο μέτωπο της χρηματοδότησης, η προσέγγιση είναι ρεαλιστική: «Δεν είναι υποχρεωτικό να κάνεις market test αν εξασφαλίσεις τη βιωσιμότητα του έργου με τη σύναψη μακροχρόνιων συμβάσεων που μπορούν να αξιοποιηθούν ως εχέγγυα για τη χρηματοδότηση του έργου», τονίζεται από τις ίδιες πηγές. Εν ολίγοις, η εμπορική βάση τα συμβόλαια αγοραπωλησίας και οι slot bookings μπορεί να υποκαταστήσει μια τυπική διαδικασία δέσμευσης χωρητικότητας, αρκεί να δίνει καθαρό σήμα τραπεζιμότητας στους χρηματοδότες. Εδώ εισέρχεται και η αμερικανική κινητοποίηση, που πέρα από πολιτικό αποτύπωμα μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για συμμετοχή θεσμικών κεφαλαίων ή/και εξαγωγικών πιστωτικών φορέων.

Το χρονοδιάγραμμα

Το χρονοδιάγραμμα είναι σφιχτό. «Το χρονικό παράθυρο είναι μέσα στο 2028 να γίνει οπωσδήποτε, αφού πριν το 2028 δεν μπορεί να γίνει», μεταφέρεται με έμφαση. Η φράση αποτυπώνει δύο πραγματικότητες: αφενός, ότι οι ώριμες τεχνικές και κατασκευαστικές φάσεις δεν μπορούν να συμπιεστούν πριν τοποθετηθούν οι εμπορικές συμφωνίες και κλειδώσει η χρηματοδότηση· αφετέρου, ότι μετά το 2028 ο κίνδυνος απώλειας της αγοράς μεγαλώνει, καθώς η περιφερειακή καμπύλη ζήτησης ενδέχεται να ισορροπήσει με νέες πηγές και διαδρομές. Με απλά λόγια, η περίοδος μέχρι το 2028 είναι το παράθυρο αξιοποίησης του momentum.

Η γεωγραφία των ροών είναι εξίσου κρίσιμη. Η διακοπή των ρωσικών ροών και η σταδιακή αναδιάρθρωση της ευρωπαϊκής αγοράς δημιουργούν νέες ευκαιρίες, αφού έφεραν στο προσκήνιο το LNG ως βασικό τροφοδότη της ηπειρωτικής ζήτησης. Ταυτόχρονα, οι αγωγοί της περιοχής με επίκεντρο τη διασύνδεση Ελλάδας–Βουλγαρίας και το σημείο εξόδου στο Σιδηρόκαστρο αποτελούν τον ζωτικό διάδρομο για να κινηθούν οι ποσότητες προς Βορρά. Εφόσον οι εξαγωγικοί στόχοι επεκταθούν, η τεχνική ενίσχυση του συστήματος μεταφοράς στις διασυνδέσεις αποκτά προτεραιότητα, με τις ίδιες πηγές να προειδοποιούν: «Αν θέλουμε να αυξήσουμε πέρα από τα 10 και να πιάσουμε τις αγορές Ουγγαρίας και Ρουμανίας, θα χρειαστούν πρόσθετες επενδύσεις».

Σε επίπεδο στρατηγικής, η Ελλάδα δεν διεκδικεί απλώς ρόλο πύλης εισόδου. Το σχέδιο για δύο FSRU στην Αλεξανδρούπολη, συμπληρωματικά της Ρεβυθούσας, διαμορφώνει ένα πλέγμα υποδομών που μπορεί να υποστηρίξει τόσο την καθημερινή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς όσο και τις εξαγωγές με προβλεψιμότητα. Εάν οι μακροχρόνιες συμβάσεις με traders και μεγάλους τελικούς καταναλωτές της περιοχής «κλειδώσουν» την πληρότητα του τερματικού, η εμπορική βιωσιμότητα του «FSRU Θράκης» παύει να είναι θεωρία και γίνεται τραπεζικό προϊόν. Από εκεί και πέρα, η χρηματοδότηση με αμερικανική υποστήριξη δεν είναι μόνο θέμα διαθέσιμων κεφαλαίων· είναι μήνυμα σταθερότητας για ένα έργο που κουμπώνει με την ευρύτερη ατζέντα διαφοροποίησης προμηθευτών της Ευρώπης.

Η συζήτηση για υποδομές δεν περιορίζεται στα ελληνικά σύνορα. Οι ανάγκες αναβάθμισης εκτείνονται σε όλη τη γραμμή του Κάθετου Διαδρόμου, από τις δυναμικότητες συμπίεσης μέχρι τα σημεία διασύνδεσης με τα δίκτυα των βόρειων γειτόνων. Όσο «ευδοκιμούν» τα σχέδια για πολλαπλάσιες ποσότητες προς Βορρά, τόσο η αξία της έγκαιρης υλοποίησης του δεύτερου FSRU αυξάνει. Στο τέλος της ημέρας, το ενεργειακό αποτύπωμα της χώρας δεν θα κριθεί μόνο από την τεχνική επάρκεια, αλλά από την ικανότητα να δένει εμπορικά τις ροές με τρόπους που αυξάνουν τη χρησιμότητα του συστήματος για ολόκληρη την περιοχή.

Το αφήγημα, λοιπόν, είναι καθαρό: η αγορά στέλνει σήμα ζήτησης, το γεωπολιτικό πλαίσιο προσφέρει στήριξη, η τεχνική ωρίμανση τρέχει και το χρηματοδοτικό μίγμα βρίσκεται υπό διαμόρφωση. «Το πρώτο, όπως και σε κάθε επένδυση, είναι η εμπορική βιωσιμότητα του έργου, με την “απάντηση” να βρίσκεται στο κλείσιμο συμφωνιών για την έλευση φορτίων LNG· το δεύτερο είναι η χρηματοδότηση, με τη Διοίκηση της εταιρείας να προσβλέπει σε αμερικανικά κεφάλαια», υπογραμμίζουν οι ίδιες πηγές. Αν όλα μπουν στη θέση τους, το «FSRU Θράκης» δεν θα είναι απλώς μια ακόμη πλωτή μονάδα επαναεριοποίησης· θα είναι το κρίκο που μετατρέπει την Αλεξανδρούπολη σε εφαλτήριο σταθερών ροών προς τον ευρωπαϊκό Βορρά, κλειδώνοντας για την Ελλάδα ρόλο βασικού παίκτη στο νέο ενεργειακό σκηνικό.

Κατά συνέπεια, «η αγορά δικαιολογεί πλέον επενδύσεις», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά στέλεχος του κλάδου του αερίου με μία εκ των επιλογών να αποτελεί το δεύτερο FSRU που σχεδιάζει η Gastrade, γνωστό ως «FSRU Θράκης».

Πρόκειται για ένα «δίδυμο» τερματικό σταθμό με χαρακτηριστικά ανάλογα του εν λειτουργία τερματικού σταθμού στην Αλεξανδρούπολη με στόχο να πολλαπλασιάσει τις δυνατότητες της χώρας να υποδέχεται και να εξάγει υγροποιημένο φυσικό αέριο. Πιο συγκεκριμένα, όπως επισημαίνουν αρμόδιες πηγές, η περιβαλλοντική αδειοδότηση του έργου αναμένεται να ολοκληρωθεί σύντομα, ενώ την ίδια στιγμή, διεξάγονται συζητήσεις για την εύρεση χρηματοδότησης με τον συνολικό προϋπολογισμό του έργου να εκτιμάται στα 550 με 600 εκατ. ευρώ.

Διαβάστε ακόμη