Με επιφυλακτικότητα φαίνεται να αντιμετωπίζουν οι Βρυξέλλες τις αμερικανικές πιέσεις να επιταχυνθεί το χρονοδιάγραμμα για την πλήρη εξάλειψη των εισαγωγών ρωσικού αερίου (που τοποθετείται στο τέλος του 2027) υπό τη σκιά εκτιμήσεων για σοκ τιμών σε χώρες της Κεντρικής Ευρώπης όπως η Ουγγαρία, η Αυστρία και η Σλοβακία εάν εισακούγονταν οι συστάσεις της Ουάσιγκτον. «Είμαστε δεσμευμένοι στο χρονοδιάγραμμα που προβλέπει η πρόταση που καταθέσαμε τον Ιούνιο», δήλωσε χθες (Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου) η εκπρόσωπος τύπου για θέματα ενέργειας της Κομισιόν Αννα-Κάισα Ιτκονεν. Δήλωση που ήρθε στον απόηχο της εκτίμησης του Αμερικανού Υπουργού Ενέργειας Κρις Ράιτ ότι η πλήρης απεξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο (με παράλληλη αντικατάσταση του μεγαλύτερου μέρους των ποσοτήτων αυτών από αμερικανικό LNG) θα μπορούσε να γίνει σε ορίζοντα 6-12 μηνών από σήμερα αλλά και της «ανοιχτής επιστολής» του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ προς τις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, όπου τις  να σταματήσουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο και αέριο.

OIES: Γιατί το αμερικανικό σχέδιο για fast track τερματισμό των εισαγωγών ρωσικού αερίου ενέχει κινδύνους

Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης (Oxford Institute for Energy Studies-OIES), σε περίπτωση που η ΕΕ ακολουθούσε τη «γραμμή Ράιτ», αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών του φυσικού αερίου για ορισμένες χώρες σε σχέση με το «κεντρικό» σενάριο για δυο λόγους: Πρώτον, επειδή δεν θα έχουν ξεκινήσει να λειτουργούν οι νέες μονάδες παραγωγής LNG στις ΗΠΑ και αλλού (π.χ. Κατάρ) που εκτιμάται ότι θα μπουν «στην πρίζα» την επόμενη διετία δημιουργώντας συνθήκες άνετης προσφοράς LNG. Και δεύτερον, επειδή δε θα υπάρχει ακόμα μεγάλη πρόσθετη παραγωγή αερίου από τα κοιτάσματα της Μαύρης Θάλασσας της Ρουμανίας και της Τουρκίας, στα οποία προσβλέπουν οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης για να υποκαταστήσουν το αγώγιμο ρωσικό αέριο που εισέρχεται αυτή τη στιγμή μέσω TurkStream και το οποίο αντιστοιχούσε ακόμα στο 14% των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου της Ευρώπης το πρώτο τρίμηνο του έτους, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Κατά τα ίδια στοιχεία, το αμερικανικό αέριο – καθ’ ολοκληρίαν LNG- αντιστοιχεί στο 24% των συνολικών εισαγωγών της ΕΕ (με τη Νορβηγία να είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας) και στο 53% των εισαγωγών LNG, μερίδιο που αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς και «συνοδεύεται» από υψηλότερα κόστη.

Μεταξύ των λιγότερο ευάλωτων χωρών η Ελλάδα

Σύμφωνα με το OIES, στο σενάριο της «υπερταχείας» απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο, η τιμή του καυσίμου σε Ουγγαρία, Αυστρία και Σλοβακία εκτιμάται ότι θα μπορούσε να αγγίξει τα 60 ευρώ/MWh, σχεδόν να διπλασιαστεί δηλαδή σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα διαπραγμάτευσης του φυσικού αερίου στον κόμβο ΤΤF της Ολλανδίας (32 ευρώ/ΜWh). Σε χώρες όπως η Γερμανία, η Τσεχία, η Ιταλία και η Σλοβενία η μελέτη του OIES κάνει λόγο για δυνητικό άλμα των τιμών του φυσικού αερίου πάνω από τα 50 ευρώ/MWh. Αξιοσημείωτο είναι ότι η Ελλάδα, παρότι εμφανίζει ακόμα υψηλή εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο -που αναλογεί σε πάνω από το 40% των συνολικών εισαγωγών παρά τον «καλπασμό» του αμερικανικού LNG τους τελευταίους μήνες- συμπεριλαμβάνεται από το Ινστιτούτο μεταξύ των χωρών που δεν θα έχουν μεγάλες παρενέργειες στις τιμές του φυσικού αερίου σε περίπτωση fast track απεξάρτησης (και κλείσιμο της στρόφιγγας των ροών μέσω TurkStream νωρίτερα από ότι προδιαγράφεται σήμερα), καθώς διαθέτει υποδομές LNG (με προοπτική να υποδεχθούν ακόμα περισσότερα φορτία αμερικανικής προέλευσης όπως σηματοδότησε και ο Αμερικανός Υπουργός Εσωτερικών Νταγκ Μπέργκαμ κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα) αλλά και εναλλακτικές σε αγώγιμο αέριο, λαμβάνοντας σημαντικές ποσότητες αζέρικου αερίου μέσω TAP. Εκτός από την Ελλάδα, στην ομάδα των λιγότερο «ευάλωτων» χωρών περιλαμβάνονται -μεταξύ άλλων- η Ολλανδία, η Μεγάλη Βρετανία, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Πορτογαλία, η Βουλγαρία και η Κροατία. Όπως παρατηρεί το OIES, «Όσον αφορά στις επιπτώσεις στις τιμές, υπάρχει μια σαφής διαφοροποίηση μεταξύ των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης που εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από το αέριο αγωγών και των χωρών της Νοτιοδυτικής Ευρώπης και της Μεσογείου που διαθέτουν πρόσβαση και σε αγώγιμο αέριο και σε LNG, με το «βάρος» να πέφτει στο δεύτερο. Η Ιταλία αξιολογείται ως ειδική περίπτωση με αυξημένη ευαλωτότητα διότι ήδη αξιοποιεί σχεδόν στο έπακρο τη δυναμικότητα επανεριοποίησης που διαθέτει, κάτι που σημαίνει ότι έχει περιορισμένα περιθώρια αύξησης των εισαγωγών LNG για να υποκαταστήσει το «χαμένο» ρωσικό αέριο αγωγών».

Υπενθυμίζεται ότι η πρόταση της Κομισιόν για τον οδικό χάρτη για την απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, δηλαδή τις κυβερνήσεις των «27» και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου από το βήμα του Energy Transition Summit τον περασμένο Ιούνιο είχε θέσει τρία συγκεκριμένα προαπαιτούμενα για να επιτευχθεί μια «ρεαλιστική» όπως είχε πει τότε απεξάρτηση: Πρώτον- και πιο σημαντικό- να γίνει κατά τρόπο που δεν θα οδηγεί σε αύξηση των τιμών. Δεύτερον, να γίνει κατά τρόπο που δεν θα επιτρέπει «παρακάμψεις», με τον κ. Παπασταύρου να βάζει στο κάδρο την πρακτική των εισαγωγών του λεγόμενου “Turkish Blend”, δηλαδή ρωσικού αερίου που αναμειγνύεται επί τουρκικού εδάφους με αέριο από άλλες πηγές και εισέρχεται «αναβαπτισμένο» στη Νοτιοανατολική Ευρώπη μέσω Βουλγαρίας. Και τρίτον, να γίνει με νομικά στιβαρό τρόπο, καθώς είναι ορατό το ενδεχόμενο  πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες και κυβερνήσεις να καταλήξουν στα δικαστήρια με την Gazprom αν «σπάσουν» μακροχρόνια συμβόλαια που λήγουν μετά το τέλος του 2027, με την επίκληση λόγων ανωτέρας βίας (force majeure) λόγω της θέσης σε ισχύ του δεσμευτικού Κανονισμού της ΕΕ.

Διαβάστε ακόμη