Οι υδρογονάνθρακες των ΗΠΑ είναι ένας τομέας που βρίσκεται στον πυρήνα της πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ. Κατά την προεκλογική περίοδο του 2024, οι αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρείες συμφώνησαν να δώσουν 1 δισεκατομμύριο δολάρια για να βοηθήσουν τον νυν Αμερικανό πρόεδρο να εκλεγεί. Και εκείνος δεν το ξέχασε. Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, υπέγραψε διάταγμα για να αποχωρήσουν ξανά οι ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, κατήργησε μαζικά επιδοτήσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και στην ηλεκτροκίνηση, ενώ μπλόκαρε μεγάλες επενδύσεις σε υπεράκτια αιολικά έργα. Παράλληλα, ξεκίνησε μια εκστρατεία επιβολής δασμών κατά δεκάδων χωρών, οι οποίες προσπάθησαν να διαπραγματευτούν. Στο επίκεντρο των διαπραγματεύσεων, φυσικά, βρέθηκε η αγορά αμερικανικής ενέργειας και κυρίως υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).
Οι ΗΠΑ το τελευταίο διάστημα έκλεισαν μεγάλες, από άποψη οικονομικών μεγεθών, συμφωνίες με χώρες όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, αλλά και με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, όπως αναφέρει η Le Monde, οι φιλοδοξίες του Αμερικανού προέδρου προσκρούουν σε πολλά εμπόδια. Η συμφωνία που έκλεισε ο Ντόναλντ Τραμπ με την ΕΕ προβλέπει πως η Ένωση θα αγοράσει τα επόμενα τρία χρόνια αμερικανική ενέργεια, κυρίως φυσικό αέριο, συνολικής αξίας 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ή περίπου 644 δισεκατομμύρια ευρώ. Το 2024, η ΕΕ εισήγαγε πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα συνολικής αξίας 440 δισεκατομμυρίων δολαρίων, εκ των οποίων τα 80 δισεκατομμύρια προέρχονταν από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Συνεπώς, για να εφαρμοστεί η συμφωνία με τις ΗΠΑ, η ΕΕ θα πρέπει να πείσει τις ευρωπαϊκές ενεργειακές εταιρείες να υπερτριπλασιάσουν τις εισαγωγές τους από τις ΗΠΑ. Ωστόσο, αναλυτές αλλά και ανώτατα στελέχη ευρωπαϊκών εταιρειών χαρακτηρίζουν αυτό το σενάριο ανεδαφικό και τελείως εκτός πραγματικότητας.
Πιο συγκεκριμένα, ο Διευθύνων Σύμβουλος της γερμανικής RWE, Μάρκους Κρέμπερ, δήλωσε πρόσφατα σε συνέντευξή του στη Handelsblatt πως «το από πού αγοράζουμε και που πουλάμε, το καθορίζει η αγορά». Στη συνέχεια, συμπλήρωσε πως πως αν αυτό αλλάξει τώρα, «τότε στο τέλος θα είναι πιο ακριβό για τους Ευρωπαίους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις». «Εργαζόμαστε με βάση την προσφορά και τη ζήτηση, πού είναι η πιο οικονομική επιλογή. Και πρέπει να παραμείνει έτσι», υπογράμμισε. Επιπλέον, τόνισε πως θα ήταν λάθος να εξαρτηθεί η ΕΕ ενεργειακά από τις ΗΠΑ, η οποία παλεύει να απεξαρτηθεί από τη Ρωσία. Προκειμένου να εφαρμοστούν οι όροι της συμφωνίας, η ΕΕ θα έπρεπε να εισάγει σχεδόν όλο το φυσικό αέριο που χρειάζεται από τις ΗΠΑ, αναθεωρώντας συμφωνίες με χώρες όπως το Κατάρ ή ακόμα και η Νορβηγία.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της RWE δεν είναι ο μόνος στην Ευρώπη που θεωρεί μη ρεαλιστική την εμπορική συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ. «Είμαστε απολύτως άφωνοι», σχολίασε στη Handelsblatt πηγή από μεγάλη γερμανική ενεργειακή εταιρεία, αποτυπώνοντας το κλίμα αμηχανίας και απογοήτευσης που επικρατεί. Ταυτόχρονα, ένας εκ των μεγαλύτερων traders αμερικανικού LNG στην Ευρώπη αναρωτιέται: «Πώς, ακριβώς, αναμένεται να υλοποιηθεί αυτό το σχέδιο;»
Το φυσικό αέριο βρίσκεται στο επίκεντρο των συνομιλιών του Τραμπ και με τις μεγάλες αγορές της Ασίας. Στόχος του Αμερικανού προέδρου είναι να τις πείσει, ή να τις αναγκάσει, να επενδύσουν δισεκατομμύρια δολάρια σε έναν τεράστιο αγωγό φυσικού αερίου στην Αλάσκα, που θα εξάγει LNG προς τους Ασιάτες πελάτες των ΗΠΑ. Ωστόσο, το σχεδιαζόμενο έργο, το κόστος του οποίου υπολογίζεται σε τουλάχιστον 44 δισεκατομμύρια δολάρια, δυσκολεύεται να προσελκύσει επενδυτές, οι οποίοι προτιμούν τα τεράστια κοιτάσματα του Τέξας, που είναι πιο κερδοφόρα μετά την επανάσταση της υδραυλικής ρωγμάτωσης (fracking).
Ο Τραμπ είχε αναφερθεί στο συγκεκριμένο έργο και κατά την πρώτη του ομιλία ενώπιον του Κογκρέσου, μετά την επανεκλογή του. «Η κυβέρνησή μου εργάζεται πάνω σε έναν γιγαντιαίο αγωγό φυσικού αερίου στην Αλάσκα, έναν από τους μεγαλύτερους στον κόσμο, με τον οποίο η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και άλλες χώρες επιθυμούν να συνεργαστούν επενδύοντας χιλιάδες δισεκατομμύρια δολάρια η καθεμία. Δεν έχει υπάρξει ποτέ κάτι τέτοιο. Θα είναι πραγματικά θεαματικό. Όλα είναι έτοιμα να ξεκινήσουν. Οι άδειες έχουν ληφθεί», είχε δηλώσει. Παρόλα αυτά, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, που αποτελούν τον δεύτερο και τον τρίτο μεγαλύτερο εισαγωγέα LNG παγκοσμίως, δεν φάνηκαν ιδιαίτερα «ζεστές». Αν και η Νότια Κορέα συμφώνησε να επενδύσει 100 δισ. δολάρια σε LNG από τις ΗΠΑ, δεν δεσμεύτηκε για το έργο στην Αλάσκα.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει στόχο την περαιτέρω ανάπτυξη της αμερικανικής βιομηχανίας φυσικού αερίου και την ραγδαία αύξηση των εξαγωγών. Σε αυτό το πλαίσιο, πιέζει για την επίτευξη μεγάλων συμφωνιών που θα οδηγήσουν στην πώληση περισσότερης αμερικανικής ενέργειας. Ωστόσο, το αν οι στόχοι που θέτει βρίσκονται εντός πραγματικότητας ή είναι ανέφικτοι, αναμένεται να φανεί στο μέλλον.
Διαβάστε ακόμη