Μια «βόμβα» βρίσκεται αυτή τη στιγμή στα θεμέλια της παγκόσμιας ενεργειακής αγοράς, η οποία θα μπορούσε να πυροδοτηθεί ανά πάσα στιγμή, αν το Ιράν κάνει πράξη τη χρόνια απειλή του να κλείσει τα Στενά του Ορμούζ, ως αντίδραση στις επιθέσεις του Ισραήλ. Τα Στενά του Ορμούζ θεωρούνται ίσως η πιο κρίσιμη θαλάσσια οδός παγκοσμίως για τις ενεργειακές αγορές, αφού από εκεί διέρχεται σχεδόν το ένα πέμπτο των παγκόσμιων θαλάσσιων εξαγωγών πετρελαίου.
Εξίσου σημαντικό, ωστόσο, είναι το γεγονός πως από τα Στενά του Ορμούζ διέρχεται το 20% των παγκόσμιων ροών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Ενδεικτικά, από εκεί περνούν τα φορτία LNG που εξάγει το Κατάρ, που αποτελεί τον τρίτο μεγαλύτερο εξαγωγέα LNG στον κόσμο, μετά τις ΗΠΑ και την Αυστραλία. Το 2024, το Κατάρ κατείχε μερίδιο 18,8% των παγκόσμιων εξαγωγών LNG, σύμφωνα με στοιχεία του International Gas Union (IGU). Σημαντικές ποσότητες LNG εξάγουν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που βρίσκονται επίσης στην περιοχή. Σε περίπτωση που το Ιράν αποφάσιζε να κλείσει τα Στενά του Ορμούζ, οι τιμές φυσικού αερίου και πετρελαίου θα αυξάνονταν κατακόρυφα, δημιουργώντας νέα ενεργειακή κρίση, σε μια περίοδο όπου η ζήτηση για ενέργεια θα αρχίσει να ανεβαίνει απότομα λόγω της έλευσης του καλοκαιριού και των συνθηκών καύσωνα σε πολλές χώρες.
Ένας άλλος παράγοντας που επηρεάζει σοβαρά τις διεθνείς αγορές φυσικού αερίου είναι ο παράγοντας της Αιγύπτου. Από το μεσημέρι της Παρασκευής, έχουν διακοπεί οι δραστηριότητες παραγωγής σε δύο κοιτάσματα φυσικού αερίου του Ισραήλ, λόγω των ανησυχιών για ιρανικά πλήγματα στις ισραηλινές εγκαταστάσεις. Μάλιστα, επηρεασμένη από την υφιστάμενη κατάσταση είναι και η Energean, που ανακοίνωσε την Παρασκευή πως διακόπτει επ’ αόριστον τις δραστηριότητές της στο κοίτασμα Karish του Ισραήλ, μετά από οδηγία του ισραηλινού υπουργείου Ενέργειας και Υποδομών. Το Ισραήλ αποτελεί βασική πηγή προμηθειών φυσικού αερίου για την Αίγυπτο, η οποία έχει μεγάλες ενεργειακές ανάγκες και βρίσκεται σε ευάλωτη θέση ενόψει καλοκαιριού. Η παύση των ισραηλινών εξαγωγών φυσικού αερίου προς την Αίγυπτο θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά την αιγυπτιακή ζήτηση για LNG από τις spot αγορές, εντείνοντας κατά πολύ τον διεθνή ανταγωνισμό για LNG και ανεβάζοντας τις τιμές. Για να μην «ξεμείνει» από φυσικό αέριο, η Αίγυπτος έχει αρχίσει ήδη να παίρνει τα μέτρα της. Σε αυτά περιλαμβάνεται η μεγαλύτερη χρήση πετρελαίου, αντί φυσικού αερίου, στον τομέα ηλεκτροπαραγωγής, καθώς και η διακοπή δραστηριοτήτων των Αιγύπτιων παραγωγών λιπασμάτων.
Σύμφωνα με το Argus Media, πάντως, η ζήτηση της Αιγύπτου για LNG δεν θα αυξηθεί πολύ το επόμενο διάστημα, αφού η χώρα έχει πρόσβαση σε μόλις έναν τερματικό σταθμό εισαγωγής LNG, ο οποίος λειτουργεί ήδη «στο φουλ». Η αιγυπτιακή ζήτηση για LNG, όμως, θα μπορούσε να αυξηθεί εάν η παροχή ισραηλινού φυσικού αερίου περιοριστεί για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, αφού η Αίγυπτος σχεδιάζει να αποκτήσει πρόσβαση σε τρία FSRUs (πλωτές μονάδες αποθήκευσης και επαναεριοποίησης) αργότερα μέσα στο καλοκαίρι, κάτι που θα της επέτρεπε την εισαγωγή μεγαλύτερων ποσοτήτων LNG.
Το ICIS, από την πλευρά του εκτιμά ότι το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ δεν είναι τόσο πιθανό σενάριο, αφού θα επέφερε βαριές συνέπειες και για συμμάχους του Ιράν, όπως η Κίνα, ενώ θα ήταν και επιχειρησιακά δύσκολη η επίτευξή του. Παρά ταύτα, αποτελεί ένα ενδεχόμενο που δεν αποκλείεται σε περίπτωση περαιτέρω κλιμάκωσης της σύγκρουσης και η αγορά LNG θα βρίσκεται σε «αναμμένα κάρβουνα» μέχρι να επέλθει αποκλιμάκωση.
Το πότε θα επέλθει αυτή η αποκλιμάκωση, πάντως, είναι εντελώς αβέβαιο. Όπως μετέδωσε το Guardian, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπέντζαμιν Νετανιάχου, δήλωσε την Παρασκευή ότι η επιχείρηση «θα συνεχιστεί για όσο χρειαστεί», κατά τη διάρκεια τηλεοπτικού του διαγγέλματος προς τους πολίτες της χώρας του. Βασικός επιχειρησιακός στόχος του Ισραήλ είναι η καταστροφή των εγκαταστάσεων εμπλουτισμού ουρανίου του Ιράν, ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία πυρηνικών όπλων. Ίσως η πιο σημαντική τέτοια ιρανική εγκατάσταση είναι ο σταθμός εμπλουτισμού ουρανίου στη Νατάνζ. Το Ισραήλ υποστήριξε την Παρασκευή πως έπληξε την εγκατάσταση της Νατάνζ, ωστόσο οι ζημιές ήταν κυρίως επιφανειακές. Η εγκατάσταση της Νατάνζ εκτιμάται ότι βρίσκεται σε βάθος 80–100 μέτρων, και ειδικοί είχαν προειδοποιήσει ότι θα ήταν δύσκολο για το Ισραήλ να επιφέρει ένα καθοριστικό πλήγμα στις βαθιά υπόγειες πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.
Το χτύπημα του Ισραήλ ήρθε λίγες ημέρες πριν από έναν νέο γύρο συνομιλιών μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν στο Ομάν, με στόχο τη διπλωματική επίλυση της αντιπαράθεσης γύρω από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, το οποίο έχει επεκταθεί ραγδαία από το 2018, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ αποχώρησε από τη διεθνή συμφωνία περιορισμού του. Ωστόσο, οι ισραηλινές επιθέσεις πιθανότατα «τίναξαν στον αέρα» τις συνομιλίες οι οποίες είχαν προγραμματιστεί να ξεκινήσουν την Κυριακή. Πάντως, ο Ντόναλντ Τραμπ, μέσω ανάρτησής του στο Truth Social δήλωσε: «Το Ιράν πρέπει να κάνει συμφωνία, πριν δεν μείνει τίποτα, και να σώσει αυτό που κάποτε ήταν γνωστό ως η Περσική Αυτοκρατορία. Όχι άλλοι θάνατοι, όχι άλλη καταστροφή, ΚΑΝΤΕ ΤΟ, ΠΡΙΝ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΑΡΓΑ. Ο Θεός να σας ευλογεί όλους!».
Οι κίνδυνοι για τη μεταφορά πετρελαίου και LNG προς τη Μεσόγειο
Πέρα από τα Στενά του Ορμούζ, ένα άλλο θαλάσσιο πέρασμα, το κλείσιμο του οποίου θα μπορούσε να προκαλέσει περαιτέρω αναταράξεις στις ενεργειακές αγορές, είναι το Μπαμπ ελ Μαντέμπ, το οποίο αποτελεί την «πύλη» για τη Διώρυγα του Σουέζ και έχουν επιχειρήσει τον τελευταίο ενάμιση χρόνο να το ελέγξουν οι αντάρτες Χούθι, σύμμαχοι του Ιράν, εξαπολύοντας πυραύλους από την Υεμένη προς πλοία φιλικά διακείμενα στο Ισραήλ. Οι τελευταίες επιθέσεις του Ισραήλ στο Ιράν μπορούν να αναζωπυρώσουν τις παρενοχλήσεις των Χούθι προς πλοία που περνούν από την περιοχή, συνιστώντας πρόκληση για τη μεταφορά πετρελαίου και LNG προς τη Μεσόγειο.
Η σύγκρουση Ισραήλ – Ιράν έχει φέρει ήδη αυξήσεις στις τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Πιο αναλυτικά, το βράδυ της Παρασκευής η τιμή του πετρελαίου Brent βρισκόταν πάνω από τα 74 δολάρια ανά βαρέλι, σημειώνοντας ημερήσια αύξηση που ξεπέρασε το 7%, ενώ αντίστοιχη ποσοστιαία αύξηση σημείωσε και το πετρέλαιο WTI, φτάνοντας στα 73 δολάρια ανά βαρέλι. Με αύξηση 3,23% «έκλεισε» το βράδυ της Παρασκευής και το TTF, ο ευρωπαϊκός δείκτης για τις τιμες του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, «σκαρφαλώνοντας» στα 37,5 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί πως το TTF κατά τη διάρκεια της Παρασκευής είχε σημειώσει αύξηση πάνω από 6%.