Μέσα στον μήνα αναμένεται σύμφωνα με πληροφορίες του energygame.gr να είναι έτοιμη η μελέτη επάρκειας του ΑΔΜΗΕ, η οποία θα αποτελέσει το κρίσιμο τεχνικό θεμέλιο για τον σχεδιασμό της νέας ελληνικής αγοράς δυναμικότητας. Στόχος της μελέτης είναι να προσδιορίσει το απαιτούμενο επίπεδο διαθέσιμου φορτίου, ώστε να εξασφαλίζεται η ευστάθεια και η ασφάλεια του ηλεκτρικού συστήματος, εν μέσω της αυξανόμενης συμμετοχής των διαλειπουσών ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα. Η ανάλυση αυτή – που περιλαμβάνει τον προσδιορισμό του απαιτούμενου αριθμού και τύπου κατανεμόμενων μονάδων (όπως φυσικού αερίου, μεγάλων υδροηλεκτρικών και αποθηκών ενέργειας) – είναι απολύτως αναγκαία για την έναρξη του σχεδιασμού μιας νέας, μόνιμης αγοράς δυναμικότητας.

Τη μετάβαση της Ελλάδας σε ένα νέο καθεστώς αγοράς δυναμικότητας ισχύος παρουσίασε αναλυτικά ο Δρ. Γιώργος Στάμτσης, Γενικός Διευθυντής του ΕΣΑΗ, μιλώντας στο συνέδριο Χ Energy. Όπως εξήγησε, η χώρα δεν βρίσκεται απλώς μπροστά στην ενεργοποίηση ενός νέου μηχανισμού στήριξης, αλλά στον σχεδιασμό και την υλοποίηση μιας αυτόνομης αγοράς – ενός νέου πυλώνα στο οικοδόμημα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. «Δεν μιλάμε απλώς για έναν μηχανισμό, αλλά για μια νέα αγορά», υπογράμμισε.

Σύμφωνα με τον ίδιο, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες έχουν ήδη θεσπίσει μοντέλα αγορών δυναμικότητας που βασίζονται στη διαθεσιμότητα ισχύος και όχι απλώς στην παραγωγή ενέργειας – μοντέλα που επιβραβεύουν τη σταθερή παρουσία κατανεμόμενων μονάδων στο σύστημα. Η Ελλάδα αναμένεται, όπως εκτίμησε, να υιοθετήσει αντίστοιχο σχήμα εντός των επόμενων δύο ετών, με ορίζοντα πλήρους εφαρμογής έως το 2026–2027. Μάλιστα, ο Στάμτσης υπενθύμισε πως η σχετική συζήτηση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης υπήρξε έντονη και μακρόχρονη, ωστόσο κατέληξε με σαφή τρόπο το καλοκαίρι του 2024, όταν τροποποιήθηκε ο Κανονισμός (ΕΕ) 2019/943, αποχαρακτηρίζοντας τις αγορές δυναμικότητας από «λύση ανάγκης» ή «κρατική ενίσχυση» και αναγνωρίζοντάς τες πλέον ως δομικό στοιχείο των ευρωπαϊκών αγορών ηλεκτρισμού.

«Από το καλοκαίρι του 2024 και μετά, οι capacity markets αναγνωρίζονται ως αναπόσπαστο τμήμα της αρχιτεκτονικής των αγορών, ήδη από τη φάση του σχεδιασμού τους», σημείωσε, επισημαίνοντας ότι αυτό διευκολύνει την ενσωμάτωσή τους στα εθνικά πλαίσια χωρίς να απαιτούνται μακρόχρονες διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Σε αυτό το σημείο, ο επικεφαλής του ΕΣΑΗ ανέδειξε ως κρίσιμο εμπόδιο την περίπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία έγκρισης των σχετικών μηχανισμών από τις ευρωπαϊκές αρχές, ζητώντας την απλοποίησή της. Έφερε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Γερμανία – παραδοσιακό προπύργιο των energy-only markets – η οποία, παρά τις αρχικές της ενστάσεις, αποφάσισε να προχωρήσει με νέα αγορά δυναμικότητας από το 2028. «Η διαδικασία είναι σήμερα εξαιρετικά δύσκαμπτη. Χρειάζεται απλοποίηση και επιτάχυνση. Ελπίζουμε ότι η αλλαγή αυτή θα έχει γίνει πραγματικότητα έως το τέλος του 2025», δήλωσε, προσθέτοντας ότι εφόσον διαμορφωθεί το νέο πλαίσιο, η Ελλάδα θα μπορέσει να επιταχύνει την τεχνική και ρυθμιστική ωρίμανση του δικού της μοντέλου.

Απαντώντας σε ερώτηση για τον βαθμό ελευθερίας των κρατών-μελών στον σχεδιασμό capacity markets, ο Στάμτσης επισήμανε ότι το ερώτημα έχει πλέον ξεπεραστεί από την ίδια την ενεργειακή πραγματικότητα. «Σήμερα, πάνω από το 50% της ηλεκτροπαραγωγής σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες προέρχεται από διαλείπουσες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, όπως φωτοβολταϊκά και αιολικά. Αυτό σημαίνει ότι το μερίδιο των συμβατικών μονάδων – δηλαδή των dispatchable units – μειώνεται διαρκώς».

Όμως οι συγκεκριμένες μονάδες (φυσικού αερίου, μεγάλα υδροηλεκτρικά, μπαταρίες) εξακολουθούν να είναι απαραίτητες για την κάλυψη αιχμιακών φορτίων και τη σταθεροποίηση των απότομων διακυμάνσεων. «Το δίλημμα είναι απλό: ή τις αφήνουμε να φύγουν από την αγορά ή δημιουργούμε μια νέα αγορά που τις διατηρεί ζωντανές και διαθέσιμες. Οι Διαχειριστές Συστημάτων δεν μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς αυτές – θα ήταν σενάριο τρόμου», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ως εργαλείο επίλυσης αυτού του «ενεργειακού παραδόξου», ο Δρ. Στάμτσης πρότεινε την εφαρμογή μιας αγοράς δυναμικότητας που βασίζεται στο μοντέλο reliability options. Σε αυτό το σχήμα, κάθε μονάδα που εξασφαλίζει συμβόλαιο διαθεσιμότητας δεν μπορεί να αποζημιώνεται σε τιμή υψηλότερη από μια προσυμφωνημένη strike price, ανεξαρτήτως του ύψους της πραγματικής τιμής αγοράς. «Ο παραγωγός δεν εισπράττει την τιμή της αγοράς και ο καταναλωτής δεν την πληρώνει. Με αυτόν τον τρόπο, προστατεύεται αποτελεσματικά από ακραίες αυξήσεις στη χονδρεμπορική», σημείωσε, προσθέτοντας ότι πρόκειται για μοντέλο που προσφέρει παράλληλα επενδυτική σταθερότητα, λειτουργική ασφάλεια και τιμολογιακή προβλεψιμότητα.

Όπως εξήγησε, δεν πρόκειται για θεωρητικό μοντέλο: εφαρμόζεται ήδη στην Ιρλανδία, η οποία, αν και καταγράφει τις υψηλότερες τιμές στην προημερήσια αγορά της Ευρώπης, δεν μετακυλίει αυτές τις τιμές στους τελικούς καταναλωτές χάρη στον συγκεκριμένο μηχανισμό. «Το μοντέλο λειτουργεί. Το έχουμε δει στην πράξη. Και η Ιρλανδία αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα». Καταλήγοντας, ανέφερε ότι αγορές δυναμικότητας υπάρχουν σήμερα στη Γαλλία, την Ιταλία, την Πολωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, ενώ βρίσκονται σε διαδικασία σχεδιασμού σε Γερμανία, Σουηδία, Ελλάδα και τις Βαλτικές χώρες Λετονία και Λιθουανία.

Διαβάστε ακόμη