Το πλαίσιο ESG της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) – ένα αποδυναμωμένο πλέον σύστημα μετά από έναν χρόνο εκτεταμένων περικοπών – βρίσκεται ξανά στο στόχαστρο των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες διατυπώνουν νέες απειλές. Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης βρίσκεται η λεγόμενη «εξωεδαφικότητα» δύο βασικών ευρωπαϊκών νομοθεσιών: της Οδηγίας για την Εταιρική Αναφορά Βιωσιμότητας (CSRD) και της Οδηγίας για την Εταιρική Δέουσα Επιμέλεια για τη Βιωσιμότητα (CSDDD).

Όπως αναφέρει το Bloomberg, η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέληξε πρόσφατα σε συμφωνία ώστε να εξαιρεθούν από τις υποχρεώσεις περισσότερες από το 80% των επιχειρήσεων που αρχικά υπάγονταν στο πεδίο εφαρμογής των κανόνων. Ωστόσο, παράλληλα συμφωνήθηκε ότι οι ρυθμίσεις θα εξακολουθήσουν να ισχύουν για μεγάλες ξένες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην ευρωπαϊκή αγορά.

Η αντίδραση των ΗΠΑ ήταν άμεση. Ο επικεφαλής διαπραγματευτής εμπορίου του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, Τζέιμσον Γκριρ, χαρακτήρισε τη συμφωνία της ΕΕ για το ESG ανεπαρκή. Παράλληλα προειδοποίησε ότι η διατλαντική συμφωνία για τους δασμούς, η οποία επιτεύχθηκε φέτος και περιλαμβάνει διαβεβαιώσεις από την ΕΕ ότι οι κανονισμοί ESG δεν θα εμποδίζουν το εμπόριο, τίθεται σε κίνδυνο αν δεν υπάρξουν περαιτέρω παραχωρήσεις.

«Πρέπει να υλοποιήσουν όσα έχουν δεσμευτεί», δήλωσε ο Γκριρ σε πρόσφατη ακρόαση στη Γερουσία. «Η πραγματικότητα είναι πως αν οι Ευρωπαίοι δεν τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους, δεν θα απολαύσουν τα οφέλη από τη μείωση των δασμών που τους έχει παραχωρηθεί».

Τεταμένο κλίμα ΗΠΑ – ΕΕ

Οι απειλές αυτές προστίθενται σε ένα ήδη τεταμένο κλίμα μεταξύ Ουάσιγκτον και Βρυξελλών, με διαφωνίες που εκτείνονται από τη ρύθμιση της τεχνολογίας έως τις αμυντικές δαπάνες. Όσον αφορά τα περιβαλλοντικά, κοινωνικά και διοικητικά πρότυπα, η κυβέρνηση Τραμπ έχει εκφράσει ανοιχτά την αντίθεσή της, με βασικούς στόχους όπως η επίτευξη μηδενικών εκπομπών να χαρακτηρίζονται «καταστροφικές πολιτικές» από τον υπουργό Ενέργειας των ΗΠΑ, Κρις Ράιτ.

Ευρωβουλευτές που μίλησαν στο Bloomberg εκτιμούν ότι δεν υπάρχει ουσιαστικό περιθώριο περαιτέρω υποχωρήσεων στο αναθεωρημένο πλαίσιο ESG της Ένωσης. «Αυτό το αποτέλεσμα ήταν πολιτικά αναπόφευκτο», δήλωσε ο Γιόργκεν Βάρμπορν του κεντροδεξιού Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, ο οποίος είχε την ευθύνη των διαπραγματεύσεων για τον περιορισμό των CSRD και CSDDD στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Όπως εξήγησε, επιλογές όπως η πλήρης κατάργηση της οδηγίας ή ο περιορισμός της μόνο σε εταιρείες με έδρα την ΕΕ δεν ήταν ποτέ ρεαλιστικές, τόσο για τη διασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού όσο και για την εξασφάλιση κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Η CSDDD, που προβλέπει υψηλά πρόστιμα για εταιρείες που δεν ελέγχουν τις αλυσίδες αξίας τους ως προς περιβαλλοντικές και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, «αποτελεί εκ φύσεως ένα εξωεδαφικό εργαλείο», σημείωσε, τονίζοντας ότι η συνολική της εμβέλεια παραμένει.

Υποστηρικτές των κανόνων ESG προειδοποιούν ότι αν οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ δεν υποχρεωθούν να συμμορφώνονται με τα ευρωπαϊκά πρότυπα βιωσιμότητας, οι συνέπειες θα είναι σοβαρές, καθώς οι επενδυτές δεν θα μπορούν να αξιολογούν επαρκώς πού να κατευθύνουν τα κεφάλαιά τους.

Προς το παρόν, ωστόσο, δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι οι επενδυτές αποθαρρύνονται από το ενδεχόμενο οι αμερικανικές εταιρείες να υστερούν έναντι των ευρωπαϊκών σε ζητήματα διαφάνειας ESG. Σύμφωνα με στοιχεία της Morningstar Direct, ευρωπαϊκά funds που επενδύουν σε αμερικανικές μετοχές προσέλκυσαν καθαρές εισροές 56 δισ. δολαρίων στο δωδεκάμηνο έως τον Οκτώβριο — ποσό αντίστοιχο με εκείνο που κατευθύνθηκε σε ευρωπαϊκά funds με ευρωπαϊκές μετοχές.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, από την πλευρά της, τονίζει ότι οι κανόνες της διασφαλίζουν ίσους όρους ανταγωνισμού για όλες τις εταιρείες και ότι θα εφαρμοστούν δίκαια και χωρίς διακρίσεις, ενώ παράλληλα θα συνεχιστεί ο διάλογος με τις ΗΠΑ στο πλαίσιο της κοινής εμπορικής συμφωνίας.

Διαβάστε ακόμη