Η Νομική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενέκρινε τη Δευτέρα προτάσεις που στοχεύουν στη σημαντική χαλάρωση του ευρωπαϊκού νόμου για τη βιώσιμη εταιρική διακυβέρνηση, γνωστού ως Οδηγία για τη Δέουσα Επιμέλεια της Εταιρικής Βιωσιμότητας (CSDDD). Ο νόμος αυτός έχει δεχθεί έντονες αντιδράσεις από επιχειρήσεις, οι οποίες υποστηρίζουν ότι η συμμόρφωση με τις νέες απαιτήσεις θα πλήξει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και θα επιβαρύνει τις εταιρείες με περιττό διοικητικό κόστος.

Όπως σημειώνει το Reuters, η CSDDD εγκρίθηκε το 2024 και προβλέπει ότι οι επιχειρήσεις οφείλουν να εντοπίζουν και να διορθώνουν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και περιβαλλοντικές ζημιές στις εφοδιαστικές τους αλυσίδες. Οι εταιρείες που δεν συμμορφώνονται με τις διατάξεις κινδυνεύουν με πρόστιμα έως και 5% του παγκόσμιου κύκλου εργασιών τους, ένα ποσοστό που θεωρήθηκε ιδιαίτερα αυστηρό από τον επιχειρηματικό κόσμο.

Τι πρότεινε η Επιτροπή για τον νόμο περί βιωσιμότητας

Στην ψηφοφορία της Δευτέρας, τα μέλη της Επιτροπής ενέκριναν μια σειρά τροποποιήσεων που περιορίζουν δραστικά το πεδίο εφαρμογής του νόμου. Συγκεκριμένα, προτείνεται να εφαρμόζεται μόνο σε εταιρείες με περισσότερους από 5.000 εργαζομένους και κύκλο εργασιών άνω των 1,5 δισ. ευρώ. Σήμερα, η οδηγία καλύπτει επιχειρήσεις με πάνω από 1.000 εργαζομένους και τζίρο άνω των 450 εκατ. ευρώ, γεγονός που σημαίνει ότι δεκάδες χιλιάδες εταιρείες θα εξαιρεθούν από τις υποχρεώσεις του νόμου, εφόσον οι αλλαγές αυτές εγκριθούν.

Επιπλέον, η Επιτροπή αποφάσισε να καταργήσει την υποχρέωση των επιχειρήσεων να εκπονούν “σχέδιο μετάβασης” για την προσαρμογή των δραστηριοτήτων τους στους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα. Σύμφωνα με τον εισηγητή του κειμένου, Γιόργκεν Γουόρμπορν, εκπρόσωπο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), «στόχος είναι η απλοποίηση των κανόνων και η μείωση του κόστους για τις επιχειρήσεις, ώστε να διασφαλιστεί προβλεψιμότητα μέσα σε ένα αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον».

Η στάση του Ευρωκοινοβουλίου

Η Επιτροπή ζητά τώρα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να εγκρίνει την έναρξη διαπραγματεύσεων με τα κράτη-μέλη για τον τελικό συμβιβασμό του νόμου. Η Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου αναμένεται να αποφασίσει την επόμενη εβδομάδα αν θα ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις ή αν θα επιδιώξει περαιτέρω τροποποιήσεις. Πολλά από τα προτεινόμενα μέτρα φαίνεται ήδη ότι θα περάσουν, καθώς αρκετά κράτη της ΕΕ έχουν εκφράσει στήριξη στη μείωση του αριθμού των επιχειρήσεων που θα υπάγονται στις νέες διατάξεις.

Η CSDDD έχει εξελιχθεί σε ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα κομμάτια της “Πράσινης Συμφωνίας” της Ευρώπης, με χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Κατάρ να ζητούν αλλαγές, υποστηρίζοντας ότι η ΕΕ υπερβαίνει τα όριά της επιβάλλοντας δεσμεύσεις και σε ξένες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην ευρωπαϊκή αγορά. Παράλληλα, μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες, όπως η TotalEnergies, έχουν ζητήσει την πλήρη απόσυρση της οδηγίας, εκφράζοντας φόβους ότι θα υπονομεύσει την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης έναντι των παγκόσμιων αντιπάλων της.

Ωστόσο, η υποχώρηση στους κανονισμούς ESG (περιβαλλοντικών, κοινωνικών και εταιρικής διακυβέρνησης) έχει προκαλέσει αντιδράσεις από επενδυτές και περιβαλλοντικές οργανώσεις, που υποστηρίζουν ότι μια τέτοια εξέλιξη αποδυναμώνει τη διαφάνεια και τη λογοδοσία των εταιρειών και μειώνει την ικανότητα της Ευρώπης να προσελκύει βιώσιμες επενδύσεις.

Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνα των E3G και YouGov σε 2.500 στελέχη επιχειρήσεων, το 63% των ερωτηθέντων υποστηρίζει την ύπαρξη υποχρεωτικών σχεδίων μετάβασης για τις μεγάλες εταιρείες, σε αντίθεση με μόλις 11% που διαφωνούν. Το αποτέλεσμα αυτό δείχνει ότι, παρά τις αντιρρήσεις ορισμένων βιομηχανικών κύκλων, πολλές επιχειρήσεις αντιλαμβάνονται τη βιωσιμότητα ως στρατηγική αναγκαιότητα και όχι ως εμπόδιο στην ανάπτυξη.

Διαβάστε ακόμη