Αντιμέτωποι με τον «πονοκέφαλο» του κόστους θέρμανσης θα βρεθούν και πάλι φέτος οι καταναλωτές καθώς οι διακυμάνσεις των τιμών του πετρελαίου και το φυσικού αερίου συνεχίζουν να βαραίνουν τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Το ζήτημα της θέρμανσης γίνεται ακόμα πιο σύνθετο στις πολυκατοικίες όπου πολλοί είναι οι ένοικοι που φεύγουν από την κεντρική θέρμανση αναζητώντας την αυτονομία και προχωρώντας σε ιδιωτικές επενδύσεις σε ξεχωριστές παροχές φυσικού αερίου ή στρέφονται σε αντλίες θερμότητας, ενώ πολλοί είναι εκείνοι, που μην μπορώντας να προχωρήσουν σε άλλη επένδυση επιλέγουν ηλεκτρικά σώματα ή τα air-condition για τη θέρμανση του διαμερίσματός τους.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο Ενεργειακός Σύμβουλος της ΠΟΜΙΔΑ, κ. Απόστολος Ευθυμιάδης, δίνει μια πιο αισιόδοξη προοπτική: με μια επένδυση της τάξης των 500 έως 800 ευρώ ανά διαμέρισμα σε θερμοστατικές κεφαλές και μετρητές θερμότητας τα νοικοκυριά μπορούν να μειώσουν το κόστος θέρμανσης έως και 50%, επιτυγχάνοντας απόσβεση σε μόλις 1 έως 3 χρόνια. Η επένδυση περιλαμβάνει

  • την εγκατάσταση θερμιδομετρητών σε κάθε θερμαντικό σώμα, με δυνατότητα ανάγνωσης εξ αποστάσεως,
  • θερμοστατικές κεφαλές (θερμοστάτης με βαλβίδα) για κάθε σώμα, ώστε να ρυθμίζεται η θερμοκρασία ξεχωριστά σε κάθε δωμάτιο.

Από τη σπατάλη στον έλεγχο

Για δεκαετίες, η κεντρική θέρμανση στις πολυκατοικίες λειτουργούσε με τον ίδιο κανόνα: όλα τα διαμερίσματα θερμαίνονταν το ίδιο, ανεξάρτητα από το αν ήταν γεμάτα ή άδεια, αν οι ένοικοι έλειπαν ή αν χρησιμοποιούσαν ελάχιστα τον χώρο τους. Το αποτέλεσμα; Σπατάλη ενέργειας και άδικη κατανομή εξόδων, με πολλούς να πληρώνουν πολύ περισσότερα από την πραγματική τους κατανάλωση. Όπως σημειώνει ο κ. Ευθυμιάσης «στην Ελλάδα, τα περισσότερα κτίρια εξακολουθούν να διαθέτουν παλιά κεντρικά συστήματα θέρμανσης με δισωλήνια εγκατάσταση, όπου δεν εφαρμόζεται κατανομή δαπανών ανά διαμέρισμα. Στα νεότερα μονοσωλήνια συστήματα συναντάται μεν μετρητής κατανάλωσης ανά διαμέρισμα, ωστόσο πρόκειται συνήθως για ωρομετρητές, οι οποίοι δεν προσφέρουν υψηλή ακρίβεια και δεν δίνουν τη δυνατότητα τηλεανάγνωσης».

Η τεχνολογία των θερμοστατικών κεφαλών και των μετρητών θερμότητας υπάρχει εδώ και χρόνια, αλλά σήμερα σύμφωνα με τον κ. Ευθυμιάδη αναδεικνύεται ως η πιο ρεαλιστική και αποδοτική λύση. Όπως εξηγεί, μία από τις πιο αποδοτικές ενεργειακές επενδύσεις που μπορεί να υλοποιηθεί σήμερα στην Ελλάδα αφορά την αντικατάσταση της διακεκομμένης θέρμανσης, η οποία λειτουργεί μόνο λίγες ώρες ημερησίως (6 έως 8) σε υψηλές θερμοκρασίες 70–90°C, χωρίς δυνατότητα ατομικής χρέωσης, με συνεχή λειτουργία χαμηλής θερμοκρασίας (50–55°C) σε συνδυασμό με ατομική μέτρηση και επιμερισμό κόστους μέσω συστημάτων τηλεμέτρησης.

Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι ένας χώρος που δεν χρησιμοποιείται μπορεί να παραμένει σε χαμηλή θερμοκρασία, ενώ το σαλόνι ή το παιδικό δωμάτιο να διατηρούνται στη στάθμη άνεσης που επιθυμεί ο ένοικος. Όσοι λείπουν συχνά από το σπίτι δεν πληρώνουν πλέον όσο οι γείτονες που θερμαίνουν καθημερινά το διαμέρισμά τους.

Όπως εξηγεί ο κ. Ευθυμιάδης, το σύστημα είναι και απλό στη λειτουργία του: «Σε τακτά χρονικά διαστήματα, έρχεται ένας τεχνικός, σκανάρει εξ αποστάσεως τους μετρητές και παίρνει τις ενδείξεις χωρίς να χρειάζεται να μπει στα διαμερίσματα. Έτσι, η κατανάλωση καταγράφεται με διαφάνεια και ακρίβεια, και η πολυκατοικία έχει στη διάθεσή της έναν σαφή πίνακα χρέωσης, με βάση το τι κατανάλωσε ο καθένας».

Συλλογική απόφαση, συλλογικό όφελος

Η εγκατάσταση των μετρητών δεν μπορεί να γίνει μεμονωμένα σε ένα διαμέρισμα, αλλά απαιτεί συλλογική απόφαση της πολυκατοικίας, καθώς αφορά το συνολικό σύστημα θέρμανσης. Όπως εξηγεί ο Απόστολος Ευθυμιάδης, Ενεργειακός Σύμβουλος της ΠΟΜΙΔΑ: «Η συλλογική απόφαση είναι απαραίτητη, γιατί η αλλαγή αφορά όλο το κτίριο και την ομαλή λειτουργία του λέβητα και των σωμάτων. Δεν μπορεί ένα μόνο διαμέρισμα να αποφασίσει να εγκαταστήσει μετρητές, χωρίς να συντονιστούν οι υπόλοιποι ένοικοι. Η Ευρωπαϊκή Οδηγία για την Ενεργειακή Απόδοση Κτιρίων προβλέπει ότι μέχρι το 2027 όλα τα κτίρια θα πρέπει να διαθέτουν εξ’ αποστάσεως μετρητές θέρμανσης. Αυτό φέρνει την πολυκατοικία μπροστά σε μια υποχρέωση, αλλά ταυτόχρονα εξασφαλίζει ότι οι χρεώσεις θα είναι δίκαιες και διαφανείς για όλους».
Με αυτόν τον τρόπο, τονίζει, η διαδικασία δεν αφορά απλώς την τεχνολογία, αλλά τη διαχείριση του κοινού αγαθού της θέρμανσης, προστατεύοντας ταυτόχρονα τα συμφέροντα όλων των ενοίκων.

Ο ρόλος του λέβητα

Η ενεργειακή αναβάθμιση μιας πολυκατοικίας δεν περιορίζεται μόνο στην τοποθέτηση θερμοστατικών κεφαλών και μετρητών θερμότητας. Συνήθως περιλαμβάνει και την αντικατάσταση του λέβητα, ο οποίος αποτελεί τον πυρήνα του συστήματος θέρμανσης. Και αυτό γιατί

  • οι παλιοί λέβητες είχαν μελετηθεί με βάση το πρότυπο DIN 4701, το οποίο σε σχέση με το νεότερο EN 12831 υπερεκτιμά τις ανάγκες κατά 25–30%,
  • πολλοί λέβητες είχαν επιπλέον υπερδιαστασιολογηθεί για να καλύπτουν την απαίτηση γρήγορης θέρμανσης ενός κρύου διαμερίσματος,
  • συχνά η επιλογή τους δεν βασίστηκε σε μηχανολογική μελέτη αλλά σε τυπικές εμπειρικές προσεγγίσεις,
  • με την εγκατάσταση θερμοστατικών κεφαλών, η ταυτόχρονη ζήτηση θερμότητας μειώνεται και διαφοροποιείται περίπου κατά 30%.

Επιπρόσθετα, οι σύγχρονοι λέβητες έχουν σημαντικά μικρότερη ισχύ, περίπου στο μισό σε σχέση με τους παλιούς, και σχεδιάζονται για συνεχή θέρμανση χαμηλής θερμοκρασίας γύρω στους 50°C, αντί για τα παραδοσιακά 70°C ή 90°C.

Σύμφωνα με τον κ. Ευθυμιάδη «ο στόχος είναι να έχουμε σταθερή θερμοκρασία στους χώρους, χωρίς τα έντονα σκαμπανεβάσματα που χαρακτήριζαν τα παλιά συστήματα. Ο νέος λέβητας δεν χρειάζεται να «φουσκώσει» σε υψηλές θερμοκρασίες για να θερμάνει γρήγορα όλο το κτίριο. Αντίθετα, λειτουργεί συνεχώς σε χαμηλή θερμοκρασία, εξασφαλίζοντας άνεση στους ενοίκους και σημαντική μείωση της κατανάλωσης καυσίμου».

Αυτό σημαίνει σταθερή θερμοκρασία στο σπίτι, χωρίς έντονες διακυμάνσεις και με σημαντική μείωση της κατανάλωσης. Το σύστημα μπορεί να λειτουργήσει με πετρέλαιο, φυσικό αέριο ή αντλία θερμότητας.

Πώς λειτουργούν

Οι θερμοστατικές κεφαλές καλοριφέρ τοποθετούνται πάνω σε κάθε σώμα και με έναν ενσωματωμένο αισθητήρα θερμοκρασίας ρυθμίζουν αυτόματα τη ροή του ζεστού νερού, εξασφαλίζοντας ότι κάθε δωμάτιο παραμένει στην επιθυμητή θερμοκρασία.

Η οικονομία και η αποτελεσματικότητα των θερμοστατικών κεφαλών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο εγκατάστασής τους. Ο εξειδικευμένος τεχνικός είναι απαραίτητος για να αποφευχθούν προβλήματα, ενώ τα σώματα δεν πρέπει να καλύπτονται με κουρτίνες ή έπιπλα, γιατί αλλοιώνεται η λειτουργία του αισθητήρα.

Επιπλέον, συνιστάται ο ετήσιος έλεγχος και συντήρηση για να διατηρηθεί η απόδοση στο μέγιστο επίπεδο. Η λεπτομέρεια σε αυτά τα σημεία κάνει τη διαφορά ανάμεσα σε μια απλή αναβάθμιση και πραγματική εξοικονόμηση ενέργειας.

Διαβάστε ακόμη