Άλλο ένα κρίσιμο ορόσημο καταγράφεται στην πορεία επανεκκίνησης του πετρελαιαγωγού Θεσσαλονίκης–Σκοπίων, ανοίγοντας τον δρόμο για την επαναλειτουργία ενός έργου-κλειδί για την ελληνική ενεργειακή παρουσία στα Δυτικά Βαλκάνια. Με τη χορήγηση άδειας μεταφοράς πετρελαίου κίνησης, ο αγωγός που συνδέει τα διυλιστήρια της Helleniq Energy στη Θεσσαλονίκη με τις εγκαταστάσεις της OKTA στη Βόρεια Μακεδονία μπαίνει πλέον στην τελική ευθεία, αποκτώντας τη ρυθμιστική κάλυψη που απαιτείται για να περάσει από τη φάση της αδειοδότησης στην πράξη. Ο αγωγός αναμένεται να λειτουργήσει ως κρίσιμος ενεργειακός διάδρομος για την περιοχή, ενισχύοντας τη διείσδυση της Ελλάδας στα Δυτικά Βαλκάνια και συμβάλλοντας στην ασφάλεια εφοδιασμού, μέσω της απευθείας διασύνδεσης των διυλιστηρίων της Helleniq Energy στη Θεσσαλονίκη με τη Βόρεια Μακεδονία.
Η άδεια αφορά αποκλειστικά τη μεταφορά πετρελαίου κίνησης (diesel) μέσω του υφιστάμενου υπογείου αγωγού που διασυνδέει τις Βιομηχανικές Εγκαταστάσεις Θεσσαλονίκης με τις εγκαταστάσεις της OKTA στα Σκόπια, και καλύπτει το τμήμα του έργου που βρίσκεται εντός της ελληνικής επικράτειας. Η διάρκεια της άδειας ορίζεται σε 40 έτη, παρέχοντας μακροχρόνια ασφάλεια λειτουργίας και σχεδιασμού.
Το ΥΠΕΝ περιγράφει αναλυτικά τα τεχνικά χαρακτηριστικά του αγωγού – συνολικό μήκος περίπου 213 χιλιομέτρων, εκ των οποίων σχεδόν 70 χιλιόμετρα στην Ελλάδα, διάμετρο 16 ιντσών, πίεση σχεδιασμού 102 barg και μέγιστη δυναμικότητα μεταφοράς 2,5 εκατ. τόνων ετησίως – καθώς και τις υποδομές που τον υποστηρίζουν, από δεξαμενές και αντλητικά συστήματα έως μηχανισμούς ελέγχου και ανίχνευσης διαρροών.
Παράλληλα, η απόφαση ενσωματώνει το έργο στο ισχύον ρυθμιστικό πλαίσιο της αγοράς πετρελαιοειδών, επιβάλλοντας όρους διαφάνειας, μη διακριτικής πρόσβασης τρίτων και αυξημένης εποπτείας, στοιχείο που διαφοροποιεί ουσιαστικά τη νέα φάση λειτουργίας του αγωγού από την περίοδο κατά την οποία κατασκευάστηκε και λειτούργησε αρχικά.
Ο πετρελαιαγωγός Θεσσαλονίκης–Βόρειας Μακεδονίας αποτελεί ένα από τα πρώτα μεγάλα έργα ελληνικής ενεργειακής παρουσίας στα Δυτικά Βαλκάνια. Κατασκευάστηκε το 2002, έπειτα από την εξαγορά, το 1999, του 81,51% της ΟΚΤΑ – της εταιρείας που λειτουργούσε το μοναδικό τότε διυλιστήριο της Βόρειας Μακεδονίας – από την ΕΛΠΕΤ Βαλκανική, θυγατρική των Ελληνικών Πετρελαίων (νυν Helleniq Energy). Σκοπός του έργου ήταν να συνδέσει απευθείας τα διυλιστήρια της Θεσσαλονίκης με το διυλιστήριο της ΟΚΤΑ στα Σκόπια.
Η λειτουργία του αγωγού συνεχίστηκε κανονικά έως το 2013, όταν η διοίκηση των Ελληνικών Πετρελαίων αποφάσισε να αναστείλει τη δραστηριότητα διύλισης στην ΟΚΤΑ, κρίνοντάς τη οικονομικά ασύμφορη. Έκτοτε, η Βόρεια Μακεδονία τροφοδοτείται οδικώς με καύσιμα, γεγονός που έχει αυξήσει σημαντικά το κόστος ανεφοδιασμού και έχει ενισχύσει τον κίνδυνο λαθρεμπορίου, με απώλεια φορολογικών εσόδων για το Δημόσιο.
Στο μεταξύ, ο αγωγός έχει καθαριστεί πλήρως, καθώς πλέον δεν προορίζεται για τη μεταφορά αργού πετρελαίου. Στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής της Helleniq Energy, προβλέπεται ότι μετά την αναβάθμισή του θα χρησιμοποιηθεί για τη μεταφορά τελικών προϊόντων διύλισης — κυρίως πετρελαίου κίνησης (diesel), αλλά και βενζίνης ή κηροζίνης — από τη Θεσσαλονίκη προς τη Βόρεια Μακεδονία. Με αυτόν τον τρόπο, η χώρα θα εξασφαλίσει προμήθειες υψηλής ποιότητας με χαμηλότερο κόστος, ενώ η Helleniq Energy θα μπορέσει να αξιοποιήσει τις εγκαταστάσεις της ΟΚΤΑ ως κέντρο αποθήκευσης και διακίνησης καυσίμων για ολόκληρη την περιοχή, με προοπτική επέκτασης προς το Κόσοβο και τη Σερβία.
Ωστόσο, η επανεκκίνηση του έργου καθυστέρησε επί σειρά ετών εξαιτίας νομικών και οικονομικών εκκρεμοτήτων μεταξύ της Helleniq Energy και του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας. «Αγκάθι» αποτέλεσε η διένεξη για αθέτηση συμβατικών υποχρεώσεων από την πλευρά των Σκοπίων, που αφορούσαν τη δέσμευση αγοράς τουλάχιστον 500.000 τόνων πετρελαίου ετησίως. Για την περίοδο 2008–2011, το ποσό των αποζημιώσεων που διεκδίκησε η ελληνική πλευρά ανήλθε περίπου σε 32 εκατ. ευρώ.
Η υπόθεση οδηγήθηκε στο Διαιτητικό Δικαστήριο του Παρισιού (ICC Tribunal), το οποίο δικαίωσε την Helleniq Energy, επιδικάζοντας αποζημίωση ύψους 12,98 εκατ. δολαρίων. Αν και η απόφαση αυτή ενίσχυσε τη νομική θέση της εταιρείας, η μη καταβολή του ποσού από το βορειομακεδονικό Δημόσιο αποτέλεσε για χρόνια τροχοπέδη στην πλήρη αποκατάσταση των σχέσεων των δύο πλευρών και στην τελική αδειοδότηση του έργου.
Σήμερα, με τις διμερείς σχέσεις να έχουν εξομαλυνθεί και με τη στήριξη των κυβερνήσεων Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας, το σχέδιο επαναλειτουργίας του αγωγού επανέρχεται στο προσκήνιο. Η ολοκλήρωσή του εκτιμάται ότι θα μειώσει δραστικά το κόστος εφοδιασμού της χώρας, θα περιορίσει το παράνομο εμπόριο καυσίμων και θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια στα Δυτικά Βαλκάνια, ενώ παράλληλα θα τοποθετήσει τη Helleniq Energy στο επίκεντρο της περιφερειακής αγοράς πετρελαιοειδών.
Η καθυστέρηση στην επανεκκίνηση του αγωγού αποδίδεται, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, σε έναν συνδυασμό ρυθμιστικών, διοικητικών και οικονομικών παραγόντων που για χρόνια εμπόδισαν την οριστική αδειοδότησή του. Μεταξύ αυτών, αναφέρεται και η πολυπλοκότητα των συμφερόντων που είχαν διαμορφωθεί γύρω από την οδική μεταφορά καυσίμων.
Πλεονεκτήματα, προοπτικές και η γεωπολιτική διάσταση
Η επαναλειτουργία του αγωγού προσφέρει πολλαπλά οφέλη και στις δύο πλευρές:
- Για τη Βόρεια Μακεδονία, διασφαλίζει σταθερό και αξιόπιστο εφοδιασμό με καύσιμα υψηλής ποιότητας, μειώνει το κόστος ανεφοδιασμού και ενισχύει την ενεργειακή της ασφάλεια. Παράλληλα, της δίνει τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε περιφερειακό κόμβο διακίνησης καυσίμων για γειτονικές αγορές.
- Για την Helleniq Energy, το έργο σημαίνει αναβάθμιση της θέσης της στην περιοχή, αξιοποίηση των υποδομών της Θεσσαλονίκης, αλλά και μετασχηματισμό της ΟΚΤΑ σε logistics hub που συνδέει την Ελλάδα με τα Βαλκάνια. Η εταιρεία μετατοπίζει σταδιακά την αξία της από τη διύλιση στην εφοδιαστική αλυσίδα, επενδύοντας σε έργα με υψηλή γεωοικονομική απόδοση.
Η δήλωση του CEO της Helleniq Energy έρχεται σε μια εποχή που η Νοτιοανατολική Ευρώπη αναζητά εναλλακτικούς διαύλους εφοδιασμού, η Ελλάδα καθιερώνεται ως βασικός παράγοντας σταθερότητας. Ο εν λόγω αγωγός λειτουργεί ως γέφυρα ενεργειακής συνεργασίας, ενισχύοντας το δίκτυο διασυνδέσεων που διαμορφώνει ο ελληνικός ενεργειακός χάρτης στα Βαλκάνια: από το LNG και τους κάθετους διαδρόμους φυσικού αερίου, έως τη διακίνηση πετρελαϊκών προϊόντων.
Η Helleniq Energy, με την επαναλειτουργία του αγωγού, στέλνει μήνυμα ότι η ελληνική βιομηχανία μπορεί να επεκτείνει την επιρροή της μέσω συνεργασιών και διασυνδεδεμένων υποδομών, ενισχύοντας ταυτόχρονα τη θέση της Ελλάδας ως ενεργειακού κόμβου της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Διαβάστε ακόμη
