Τον δρόμο των διασυνοριακών συνεργασιών για την ανάπτυξη της αγοράς CCS στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης (από τη δέσμευση CΟ2 έως την μεταφορά και την αποθήκευση) που θεωρείται κρίσιμη παράμετρος υπό το πρίσμα της περιορισμένης αποθηκευτικής δυναμικότητας σε πολλές χώρες σε σχέση με τη δυνητική ζήτηση από τις βιομηχανίες «υψηλής έντασης CO2» άνοιξε η Energean. Kαι τούτο διότι η συμφωνία που ανακοίνωσε χθες η θυγατρική της EnEarth -που «τρέχει» to project της αποθήκης του Πρίνου- με τη Heidelberg Materials ώστε η ελληνική εταιρεία να αναλάβει τη διαχείριση της αποθήκης CO2 που αναπτύσσει η γερμανική τσιμεντοβιομηχανία στη Βουλγαρία (project Devnya CO2) αποτελεί ορόσημο, στο μέτρο που σηματοδοτεί την επέκταση της EnEarth εκτός των ελληνικών συνόρων μέσω του πρώτου διασυνοριακού deal για αποθήκευση CO2 στα Βαλκάνια, με την EnΕarth να εξάγει την τεχνογνωσία που έχει αποκτήσει από τον Πρίνο.
Συμφωνία-ορόσημο για την ανάπτυξη της αλυσίδας του CCS στα Βαλκάνια
Η συμφωνία αποτελεί επίσης το πρώτο βήμα προς τον διακηρυγμένο στόχο της Ελλάδας να αναδειχθεί σε περιφερειακό hub για τη μεταφορά και την αποθήκευση CO2. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται -μεταξύ άλλων- το MoU που έχει υπογραφεί μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου με αντικείμενο την αποθήκευση μέρους των εκπομπών CO2 ελληνικών βιομηχανιών στην βορειοαφρικανική χώρα, κάτι πάντως που προϋποθέτει μεγάλες αλλαγές στο ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕ που δεν επιτρέπει στην παρούσα φάση τη μεταφορά και αποθήκευση CO2 σε τρίτες χώρες.
Την ίδια στιγμή, με δεδομένο ότι τα δυο πιο ώριμα projects αποθήκευσης CO2 στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης που είναι ο Πρίνος στην Καβάλα και η Ραβέννα στην Ιταλία δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες των emitters σε Ελλάδα και Ιταλία αντίστοιχα (στο καλό σενάριο που η αγορά CCS μπει για τα καλά στην πρίζα τα επόμενα χρόνια στον ευρωπαϊκό Νότο) αναδεικνύεται η ανάγκη συνεργασιών, με το βλέμμα -μεταξύ άλλων- στην αξιοποίηση αποθηκευτικών χώρων σε άλλες περιοχές στη Βόρειο Αφρική (Αίγυπτος, Αλγερία, Τυνησία) αλλά και σε περιοχές της Ευρώπης όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία.
Τα οφέλη και οι προκλήσεις της διασυνοριακής συνεργασίας στο CCS στη Νοτιοανατολική Ευρώπη
Τα οφέλη της διασυνοριακής συνεργασίας στην ευρύτερη «γειτονιά» της Ελλάδας αλλά και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει, από τη ρυθμιστική ανομοιογένεια έως την περιορισμένη πολιτική βούληση που παρατηρείται για την ανάπτυξη του CCS σε κάποιες χώρες που θα μπορούσε πάντως να ενισχυθεί με την σύμπηξη ισχυρών πολυεθνικών σχημάτων (όπως η συμμαχία EnEarth- Heidelberger Cement στη Βουλγαρία) που δύνανται να ενθαρρύνουν τις κυβερνήσεις να προχωρήσουν στα απαραίτητα βήματα ανέδειξαν με τις παρεμβάσεις τους κατά τη δεύτερη ημέρα του συνεδρίου ICM Forum στην Αθήνα τόσο ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΔΕΥΕΠ Άρης Στεφάτος όσο και ο Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Νίκος Τσάφος.
Τα μηνύματα Τσάφου και Στεφάτου
Ο κ. Στεφάτος υπογράμμισε μεταξύ άλλων την ανάγκη συνεργασιών με άλλες χώρες στο σκέλος της αποθηκευτικής ικανότητας, ενώ ο κ. Τσάφος υπογράμμισε την ανάγκη η Ευρωπαϊκή Ένωση να «δει» την δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα σε βιομηχανική κλίμακα, όχι μόνο από τη σκοπιά της Βόρειας Ευρώπης όπου υπάρχουν πιο ώριμα έργα (Northern Lights στη Νορβηγία, Porthos στην Ολλανδία) και διευκολυντικές συνθήκες για διασυνοριακές συμπράξεις, αλλά και από τη σκοπιά της Μεσογείου και των Βαλκανίων, καθώς η διασφάλιση επαρκών υποδομών αποθήκευσης αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους περιορισμούς στην περιοχή, γι’ αυτό και απαιτείται ένα ξεκάθαρο ρυθμιστικό πλαίσιο πανευρωπαϊκής εμβέλειας που θα συμβάλλει στο να ακολουθήσουν και άλλες εταιρείες το παράδειγμα της EnEarth.
Ενδιαφέρον ελληνικών βιομηχανιών για την αποθήκη CO2 στη Ραβέννα
Αξίζει να σημειωθεί ότι από το βήμα του ίδιου Φόρουμ το στέλεχος της Snam (που αναπτύσσει το project της Ραβέννα σε συνεργασία με την Eni) Πάολο Τεστίνι δήλωσε ότι βιομηχανίες από την Ελλάδα εξετάζουν τις προοπτικές αξιοποίησης της αποθήκης C02 στη Ραβέννα, ενώ διαπραγματεύσεις βρίσκονται σε εξέλιξη και με emitters από τη Γαλλία, την Αυστρία, την Ελβετία, την Κροατία, ακόμα και την Ισπανία. Η υποδομή λειτουργεί πιλοτικά από το Σεπτέμβριο του 2024 με capacity 25.000 τόνους/ετησίως, που αφορά στην αποθήκευση ποσοτήτων C02 που δεσμεύονται σε ειδική υποδομή στο εργοστάσιο φυσικού αερίου της Eni στο Κασάλ Μπορσέτι.
Καθώς τα «σήματα» από την πιλοτική λειτουργία ήταν πολύ ενθαρρυντικά τόσο από τεχνικής όσο και από εμπορικής πλευράς, η κοινοπραξία Snam- Eni προχωρά στην πρώτη φάση ανάπτυξης της αποθήκης σε βιομηχανική κλίμακα, με δυναμικότητα αποθήκευσης 4 εκατ. τόνων CO2 ετησίως έως το 2030 με προοπτική αύξησης του capacity σε 16 εκατ. τόνους ετησίως (mtpa) Όπως είπε μάλιστα ο κ. Τεστίνι, βιομηχανίες από το εξωτερικό που έχουν λάβει επιδοτήσεις από το Ταμείο Καινοτομίας της ΕΕ και ¨αντιστοιχούν» σε 4,5 mtpa CO2 έχουν χτυπήσει την πόρτα της Ραβέννα. Την ίδια στιγμή, η EnEarth έχει υπογράψει 15 ΜοUs με emitters από Ελλάδα και εξωτερικό που “σωρεύουν» εκπομπές CO2 άνω των 6 mtpa, τη στιγμή που το capacity του Πρίνου στην πρώτη φάση ανάπτυξης είναι 1,2 mtpa και στη δεύτερη φάση 2,8 mtpa , σε μια ακόμη ένδειξη της ανισορροπίας μεταξύ αποθηκευτικής δυναμικότητας και δυνητικής δέσμευσης CO2.
Ο Γενικός Εμπορικός Διευθυντής της Ecolog (που συμπράττει με τον ΔΕΣΦΑ στο project ApolloCO2) Τζάσπερ Χέλκενς εστίασε στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η διασυνοριακή μεταφορά C02 δια θαλάσσης και τόνισε την ανάγκη να δημιουργηθούν γρήγορα οι οι συνθήκες για αποθήκευσης εκτός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, με έμφαση στη Βόρειο Αφρική. «Αν αυτό δεν συμβεί, η απανθρακοποίηση των βιομηχανιών στη Μεσόγειο θα καθυστερήσει, αν δεν υπάρχουν αποθηκευτικοί χώροι πολλά projects στην περιοχή δεν θα φτάσουν καν στο στάδιο της Τελικής Επενδυτικής Απόφασης», υπογράμμισε. Τέλος, ο Γιώργος Δασκαλάκης της Motor Oil που «τρέχει» το project IRIS περιέγραψε τα προαπαιτούμενα για την απρόσκοπτη ωρίμανση των έργων CCS στην περιοχή, από την τραπεζική χρηματοδότηση και την ύπαρξη επαρκών όγκων CO2 από τους κατά τόπους εγχώριους emitters, ως την θέσπιση κινήτρων για τις εταιρείες που βρίσκονται πιο μπροστά στην πορεία της υλοποίησης (first movers) και την ύπαρξη εύρωστων μηχανισμών στήριξης -με τη μορφή συμβολαίων επί διαφοράς.
Διαβάστε ακόμη
