Το νέο ενεργειακό τοπίο και τις προκλήσεις της πράσινης μετάβασης στην Ελλάδα ανέλυσε ο CEO της Motor Oil Renewable Energy (MORE), Βίκτωρ Παπακωνσταντίνου στο νέο επεισόδιο του podcast «Στην Πρίζα», powered by ΑΔΜΗΕ. Η συζήτηση επικεντρώθηκε στις επενδύσεις σε δίκτυα και διασυνδέσεις, στο γιατί αποτελούν «κλειδί» για τον ενεργειακό μετασχηματισμό, αλλά και στους λόγους για τους οποίους οι τιμές του ρεύματος παραμένουν υψηλές, παρά την αυξανόμενη συμμετοχή των ΑΠΕ.
Ο κ. Παπακωνσταντίνου τόνισε αρχικά ότι η πράσινη μετάβαση δεν ήταν και δεν θα έπρεπε ποτέ να είναι αυτοσκοπός: «Η ενέργεια είναι κύριο συστατικό του well-being των ανθρώπων και των κοινωνιών και η μετάβαση σε οτιδήποτε καινούριο και διαφορετικό έχει πάντα ένα κόστος. Αυτό το κόστος πρέπει να το λαμβάνουμε πάντα υπόψιν», εξηγώντας, στη συνέχεια, ότι η προστασία του περιβάλλοντος και η απεξάρτηση από εισαγόμενες πηγές ενέργειας είναι τα δύο βασικά οφέλη της πράσινης μετάβασης.
Σχετικά με το ενεργειακό μείγμα της χώρας, ο κ. Παπακωνσταντίνου επισήμανε ότι το 45% του ηλεκτρισμού παράγεται ήδη από ανανεώσιμες πηγές, γεγονός που μειώνει την εξάρτηση από εισαγωγές. Ο κ. Παπακωνσταντίνου τόνισε ότι η χώρα έχει ενισχύσει σημαντικά την ενεργειακή της ασφάλεια με την ανάπτυξη σταθμών αεριοποίησης, πρώτα στη Ρεβυθούσα και τώρα στην Αλεξανδρούπολη, ενώ η ύπαρξη εναλλακτικών πηγών φυσικού αερίου από ΗΠΑ, Κουβέιτ, Νιγηρία και άλλες περιοχές προσφέρει ευελιξία, ακόμη κι αν το ρωσικό αέριο παραμένει φθηνότερο.
Για την αναγκαιότητα του φυσικού αερίου ως καύσιμο
Ο ίδιος υπογράμμισε την ανάγκη διατήρησης του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα τα επόμενα χρόνια, καθώς οι μονάδες φυσικού αερίου μπορούν να ανάβουν και να σβήνουν μέσα σε δευτερόλεπτα, προσφέροντας ασφάλεια και ευελιξία που δεν σου δίνει εύκολα κάποια άλλη πηγή. Οι μπαταρίες, σύμφωνα με τον ίδιο, παρέχουν αποθήκευση για 2 έως 5 ώρες ενώ οι μονάδες αντιλησιοταμίευσης που θα φτιαχτούν στη χώρα μας ( τις οποίες χαρακτήρισε δύσκολες επενδύσεις, αλλά και ακριβές) θα παρέχουν αποθήκευση για 12-14 μέχρι 16 ώρες το πολύ. Γίνεται, λοιπόν κατανοητό ότι για πλήρη ασφάλεια απαιτούνται και μονάδες φυσικού αερίου ως εφεδρεία.
Σχετικά με τις τιμές ενέργειας και γιατί παρά την αυξημένη συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα, αυτό δεν περνάει στην τσέπη του καταναλωτή, ο κ. Παπακωνσταντίνου ξεκαθάρισε: «Αν δεν είχαμε αυτή τη μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ, οι τιμές που βλέπουμε στους λογαριασμούς μας θα ήταν πολύ ψηλότερες. Η ύπαρξη των ΑΠΕ μας έχει καταστήσει φθηνότερους στη χονδρεμπορική αγορά από όλη τη γειτονιά μας εδώ και πολλούς μήνες». Τόνισε μάλιστα ότι «είμαστε σταθερά εξαγωγικοί από την αρχή σχεδόν της φετινής χρονιάς».
Παπακωνσταντίνου: Πώς θα μειωθούν οι τιμές ρεύματος
Ο ίδιος ανέλυσε τέσσερις βασικούς παράγοντες που μπορούν να μειώσουν τις τιμές για τον καταναλωτή, τους οποίους, σύμφωνα με τον ίδιο, πρέπει να κοιτάξουμε συλλογικά και με προσοχή.
-
Η ζήτηση μέσα στην ημέρα, ώστε να αξιοποιείται η υπερπαραγωγή από ΑΠΕ. «Από τη στιγμή που έχουμε υπερπαραγωγή λόγω των ΑΠΕ και ειδικά των φωτοβολταϊκών κατά τη διάρκεια του μεσημεριού πρέπει να φροντίσουμε να αλλάξουμε όσο μπορούμε τη ζήτηση μέσα στην ημέρα και να φέρουμε περισσότερη ζήτηση τις μεσημεριανές ώρες», τόνισε ο κ. Παπακωνσταντίνου. Συμπλήρωσε ότι αυτό προϋποθέτει την εγκατάσταση έξυπνων μετρητών. «Πρέπει να σπρώξουμε τη βιοτεχνία, τη βιομηχανία προς αυτή την κατεύθυνση και την οικιακή κατανάλωση, τη χαμηλή δηλαδή τάση, να εγκαταστήσουμε έξυπνους μετρητές, το οποίο το συζητάμε χρόνια τώρα. Τώρα ξεκινάμε να το κάνουμε. Θα βοηθήσει πάρα πολύ ειδικά τη χαμηλή τάση να δει ένα μεγάλο μέρος της ωφέλειας των φθηνών τιμών της μεσημεριανής ώρες», είπε χαρακτηριστικά.
-
Επενδύσεις σε δίκτυα και διασυνδέσεις. Ο κ. Παπακωνσταντίνου τόνισε ότι «Το να επενδύουμε σε δίκτυα δεν λύνει το πρόβλημα υπερζήτησης ή υπερπροσφοράς. Το θέμα είναι όμως ότι σε διευκολύνει να ταιριάξεις την υπερπροσφορά και την υπερζήτηση όπου και όταν παρουσιάζονται, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Είναι σαν να έχεις δρόμους, σιδηροδρόμους και λιμάνια που σε επιτρέπουν να πηγαίνεις τα προϊόντα σου όπου υπάρχει αγορά, σήμερα ανατολικά, αύριο δυτικά, έτσι ώστε να μην εξαρτάσαι από την τοπική κατανάλωση και τοπική παραγωγή για τα προϊόντα που κάνεις. Το ίδιο συμβαίνει και στον ηλεκτρισμό. Άρα χρειάζεται να επενδύσουμε σε δίκτυα».
-
Μείωση απωλειών στα δίκτυα, οι οποίες αυξάνουν το κόστος στον τελικό καταναλωτή.
-
Σωστή λειτουργία της ΡΑΕ και των διαχειριστών, ώστε να εφαρμόζονται οι κανόνες σωστά και να μειώνονται οι τιμές. «Χρειάζεται απλά να βάλεις κανόνες στον τρόπο που λειτουργούν οι διαχειριστές. Δεν θα έχουν κάποια αντίρρηση οι διαχειριστές να το κάνουν. Όταν δεν βάζεις κανόνες, όταν δεν βάζεις στόχους στον τρόπο που λειτουργεί κάποιος, τότε αυτός θα λειτουργήσει με τον πιο βολικό εκείνη τη στιγμή τρόπο, όχι απαραίτητα προς την κατεύθυνση της μείωσης του τελικού κόστους. Είναι απλά τα πράγματα. Και αυτά εξαρτώνται από τη λειτουργία, τη σωστή λειτουργία της ΡΑΕ, η οποία πρέπει να ενισχυθεί με προσωπικό ώστε να μπορέσει να κάνει την πολύτιμη δουλειά της», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Σχετικά με τις αρνητικές τιμές ενέργειας αλλά και τις επενδύσεις σε έργα αποθήκευσης, ο ίδιος είπε ότι η αγορά έχει αλλάξει άρδην, «και έχει αλλάξει και γρηγορότερα από ό,τι περιμέναμε». Όλες οι αλλαγές που έχουν σημειωθεί και όλα όσα συζητήθηκαν ήταν αναμενόμενες, «αλλά έχουν έρθει χρονικά πιο νωρίς». Ήταν γνωστό ότι σε λίγα χρόνια δεν θα είχε νόημα να εγκαθίστανται φωτοβολταϊκά «χωρίς μπαταρία», συνέχισε. Οι επενδύσεις στις ΑΠΕ κάποτε ήταν μια χαμηλού ρίσκου επένδυση, μια εγκατάσταση την οποία, αφού την έφτιαχνες με τις δυσκολίες «τις αδειοδοτικές και τις κατασκευαστικές», μετά δούλευε και ό,τι και να παρήγαγες «το πουλούσες σε σταθερή τιμή, σε σταθερή αγορά». Αυτό πια δεν υπάρχει. «Έχει γίνει μια κανονική εμπορική και βιομηχανική δραστηριότητα». Παράγεται ένα προϊόν το οποίο πρέπει να βγει στην αγορά και να πουληθεί. «Και σε αυτή την αγορά υπάρχει ανταγωνισμός. Υπάρχει ανταγωνισμός από άλλους παραγωγούς». Υπάρχει διστακτικότητα, ενδεχομένως, από τους πελάτες να δεσμευτούν για πάρα πολλά χρόνια, «με αποτέλεσμα να γίνεται πολύ δυσκολότερη η χρηματοδότηση από τις τράπεζες αυτών των επενδύσεων», τόνισε.
Παπακωνσταντίνου: Οι επενδύσεις σε μπαταρίες δεν είναι ένα παθητικό asset
Στις ΑΠΕ, το κόστος της εγκατάστασης, της επένδυσης, είναι πραγματικά πολύ μεγάλο, είπε ο κ. Παπακωνσταντίνου. «Κάθε ένα μικρό μεγέθους αιολικό πάρκο κοστίζει 30 με 50 εκατομμύρια ευρώ». Είναι τεράστια τα ποσά. Σκεφτείτε ότι η εταιρεία διαθέτει «περίπου κάτι λιγότερο από 40 τέτοια μικρά εργοστάσια στην Ελλάδα». Μιλάμε μόνο για τα αιολικά «χωρίς να βάζουμε τα φωτοβολταϊκά». Το ρίσκο, λοιπόν, έχει τις ιδιαιτερότητές του «αλλά δεν διαφέρει από κάθε άλλο κλάδο». Η ιδιαιτερότητα, όπως σημειώνεται, «είναι ότι δεν υπάρχουν ακόμα πολύ καλά αναπτυγμένες αγορές μέσα στις οποίες να διαχειριστούμε αυτό το ρίσκο».
Παράλληλα, ο ίδιος τόνισε ότι το κανονιστικό πλαίσιο καθυστερεί και αυξάνει το ρίσκο των επενδύσεων, ενώ επεσήμανε ότι «οι αγορές σήμερα έχουν πάρα πολλούς περιορισμούς». Όπως εξήγησε, αυτό συμβαίνει επειδή υπάρχει «ένας εγγενής φόβος στις λειτουργίες των αγορών, ειδικά στη χώρα μας», λόγω της ανησυχίας για «τη συμπεριφορά των συμμετεχόντων».
Οι επενδύσεις σε μπαταρίες, σύμφωνα με τον ίδιο δεν είναι «ένα παθητικό asset», αλλά χρειάζονται ενεργητική διαχείριση καθημερινά, 24/7, συμμετέχοντας στην αγορά και παίρνοντας ρίσκα.
Τέλος, ο κ. Παπακωνσταντίνου τόνισε τη σημασία της ενίσχυσης των διαχειριστών, όπως του ΑΔΜΗΕ, για την υλοποίηση μεγάλων επενδύσεων σε δίκτυα και διασυνδέσεις, εγχώριες και διεθνείς.
Διαβάστε ακόμη
