«Βρισκόμαστε στην εποχή του AI – σε έναν πραγματικό αγώνα δρόμου, ακόμη και “εξοπλισμών” γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη» σημείωσε ο Γιώργος Στάσσης, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΗ, στην τοποθέτησή του με τίτλο «From Powerplants to Processors: Energy as the Engine of AI». Όπως ανέφερε, η τεχνολογία και η ενέργεια πλέον τέμνονται, καθώς «είναι άλλο να κατασκευάζεις ένα data center των 10-15 MW και άλλο να μιλάς για data centers επιπέδου gigawatt, όπως εκείνα που θα χρειαστούν τα επόμενα χρόνια». Εξήγησε ότι η Ευρώπη οδεύει σε αυτή την κατεύθυνση, είτε για λόγους κυριαρχίας δεδομένων –όπως η ανάγκη για sovereign AI– είτε για την ανάπτυξη εταιρικών AI εφαρμογών, δημιουργώντας, όπως είπε, ένα κύμα τεράστιας ενεργειακής ζήτησης που έρχεται.
Ο Γιώργος Στάσσης περιέγραψε το όραμα της ΔΕΗ για ένα διασυνδεδεμένο δίκτυο data centers που θα βασίζεται σε νέα ενεργειακή αρχιτεκτονική. Η λογική είναι ότι αυτά τα data centers δεν θα λειτουργούν απομονωμένα, αλλά θα αλληλοτροφοδοτούνται ενεργειακά και ψηφιακά μέσα σε ένα ενιαίο, περιφερειακό σύστημα. Δηλαδή, η ΔΕΗ θέλει να δημιουργήσει ένα δίκτυο “AI hubs” στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, όπου ενέργεια και υπολογιστική ισχύς θα κινούνται συντονισμένα. Πιστεύουμε ότι μπορούμε να παραδώσουμε ένα AI Factory σε 2-3 χρόνια, είπε ο Πρόεδρος και CEO της ΔΕΗ. «Αν πετύχει το πρότυπο της Κοζάνης, θα μπορούσε να επαναληφθεί στη Ρουμανία ή σε άλλες χώρες της περιοχής.
Ο επικεφαλής της ΔΕΗ σημείωσε ότι ο ενεργειακός τομέας ήδη επηρεάζεται από την εκρηκτική ανάπτυξη του εξηλεκτρισμού, ενώ καθοριστικός θα είναι και ο παράγοντας της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης της Ουκρανίας: «Όταν λυθεί η σύγκρουση, η Ουκρανία θα επιστρέψει στην περιφέρειά μας με τεράστιες ανάγκες πρόσθετης ηλεκτρικής ενέργειας για την ανασυγκρότησή της», τόνισε, προβλέποντας ότι η νοτιοανατολική Ευρώπη θα βρεθεί στο επίκεντρο αυτής της διπλής δυναμικής – της έκρηξης της AI και του εξηλεκτρισμού.
Ο Γιώργος Στάσσης υπογράμμισε επίσης ότι η Ελλάδα και συνολικά η νοτιοανατολική Ευρώπη μπορούν να αποτελέσουν θετική έκπληξη: «Πιστεύω πως αυτή η περιοχή θα προχωρήσει ταχύτερα απ’ ό,τι φανταζόμαστε σήμερα. Η Ελλάδα μπορεί να παραδώσει πολύ πιο γρήγορα αποτελέσματα, και στη ΔΕΗ εργαζόμαστε σε αυτή την κατεύθυνση, υλοποιώντας μεγάλα έργα στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης και ένα πολύ σημαντικό data center στην Κοζάνη».
Αναφερόμενος στη γεωγραφική επέκταση του Ομίλου, υπενθύμισε ότι η ΔΕΗ δραστηριοποιείται πλέον σε έξι χώρες– Ελλάδα, Βόρεια Μακεδονία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Ιταλία και Κροατία – επιδιώκοντας, όπως είπε, «να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των πολιτών που ζουν σε αυτή την περιοχή και να καλύψει τις αυξανόμενες ανάγκες που δημιουργεί η τεχνητή νοημοσύνη». Και συμπλήρωσε «η τεχνητή νοημοσύνη θα αναπτυχθεί εκεί όπου θα ρέουν τα ηλεκτρόνια. Το ένα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το άλλο».
Οι αγορές που κοιτάει η ΔΕΗ και διασυνδεδεμένη Νοτιοανατολική Ευρώπη
Ο Γιώργος Στάσσης μίλησε επίσης πιο αναλυτικά για τη στρατηγική προσέγγιση του Ομίλου απέναντι στην ενεργειακή πρόκληση που δημιουργεί η τεχνητή νοημοσύνη, παρουσιάζοντας παράλληλα το εμβληματικό έργο της Κοζάνης ως υπόδειγμα νέου μοντέλου ενεργειακής μετάβασης.
Όπως εξήγησε, η ΔΕΗ πλέον δεν λειτουργεί μεμονωμένα ανά χώρα, αλλά σχεδιάζει περιφερειακά, με παρουσία και επενδύσεις σε Ελλάδα, Ρουμανία, Βουλγαρία και Βόρεια Μακεδονία, επιδιώκοντας να αξιοποιήσει τη συμπληρωματικότητα των αγορών. «Η επανάσταση του AI μάς αναγκάζει να σκεφτούμε όχι ως επιμέρους κράτη, αλλά ως περιφέρειες μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο», σημείωσε, αναγνωρίζοντας ότι οι προκλήσεις της τεχνητής νοημοσύνης είναι διττές: «το ένα ζήτημα αφορά τα δίκτυα –δεν μπορούν να συνδεθούν τόσο γρήγορα και αποτελεσματικά– και το άλλο αφορά το κόστος».
Ο επικεφαλής της ΔΕΗ παρέθεσε αριθμητικά δεδομένα που δείχνουν το μέγεθος της πρόκλησης: «Σήμερα στην Ευρώπη υπάρχουν 10-12 GW εγκατεστημένης ισχύος σε data centers. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι μέσα στα επόμενα τρία έως πέντε χρόνια θα προστεθούν περίπου 20 GW, δηλαδή σχεδόν 1 GW ανά χώρα. Αν προσθέταμε αυτό το φορτίο αύριο το πρωί, θα είχαμε blackout, γιατί το δίκτυο δεν είναι έτοιμο».
Ο Στάσσης υπογράμμισε ότι το ζήτημα δεν είναι μόνο τεχνικό αλλά και οικονομικό: η ταχεία ανάπτυξη νέων data centers δημιουργεί ανταγωνισμό για την προμήθεια φθηνής ενέργειας. Σε αυτό το πλαίσιο, παρουσίασε το σχέδιο της ΔΕΗ για την Κοζάνη, ένα έργο που, όπως είπε, γεννήθηκε ακριβώς για να απαντήσει στα δύο αυτά προβλήματα: την επαρκή ισχύ και το χαμηλό ενεργειακό κόστος. «Στην Κοζάνη έχουμε μια πρώην λιγνιτική κοιλάδα, η οποία μετασχηματίζεται σε κόμβο καθαρής ενέργειας. Προσθέτουμε περίπου 2 GW φωτοβολταϊκών, μονάδες συμπαραγωγής με φυσικό αέριο, 500 MW μπαταριών, καθώς και 650 MW αντλησιοταμίευσης, αξιοποιώντας τα πρώην ορυχεία ως ταμιευτήρες νερού. Παράλληλα, η Πτολεμαΐδα αναβαθμίζεται σε ευέλικτη μονάδα φυσικού αερίου».
«Αντί να στέλνεις πρώτα το ρεύμα στο δίκτυο και μετά στα data centers, δημιουργείς ένα σύστημα όπου η ενέργεια ρέει από τα εργοστάσια προς το data center και μετά στο δίκτυο. Έτσι εξασφαλίζεται σταθερότητα, ευελιξία και μειώνεται η διακοπτόμενη φύση των ΑΠΕ», εξήγησε ο κ. Στάσσης, χαρακτηρίζοντας το έργο αυτό «μια νέα αρχιτεκτονική ενεργειακής παραγωγής και τεχνολογίας».
Η ιδέα της ΔΕΗ είναι να αποτελέσει η Κοζάνη πιλοτικό πρότυπο για τέτοιου τύπου “ενεργειακές κοιλάδες τεχνητής νοημοσύνης” και, αν πετύχει, να επαναληφθεί (replicate) στη Ρουμανία ή σε άλλες χώρες της περιοχής. Η ΔΕΗ εξετάζει τη μεταφορά του ίδιου μοντέλου στη Ρουμανία. «Γιατί όχι;» είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι το όραμα επεκτείνεται και σε διασυνοριακές ηλεκτρικές διασυνδέσεις με την Αίγυπτο και άλλες χώρες, για τη δημιουργία ενός πλήρως διασυνδεδεμένου συστήματος που θα εξυπηρετεί τόσο τις ενεργειακές όσο και τις ψηφιακές ανάγκες των πολιτών.
«Η ΔΕΗ εξελίσσεται σε μια εταιρεία τεχνολογίας ενέργειας, ικανή να στηρίξει το νέο βιομηχανικό κύμα που γεννά η τεχνητή νοημοσύνη», κατέληξε ο Γιώργος Στάσσης.
Μανουσάκης: Τα δίκτυα είναι μεγάλη πρόκληση για την τεχνητή νοημοσύνη
Ο Μάνος Μανουσάκης, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ, τοποθετήθηκε με τη σειρά του, περιγράφοντας τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν σήμερα οι Διαχειριστές Συστημάτων Μεταφοράς μπροστά στη ραγδαία άνοδο των επενδύσεων σε τεχνητή νοημοσύνη και data centers. Όπως είπε χαρακτηριστικά, «παρατηρούμε μια πραγματική έκρηξη επενδύσεων στον τομέα της AI παγκοσμίως, ωστόσο η ταχύτητα με την οποία προχωρούν οι υποδομές πληροφορικής δεν συμβαδίζει με εκείνη του ηλεκτρικού δικτύου».
Από τη σκοπιά του διαχειριστή, επεσήμανε ότι η πρόκληση δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά είναι διεθνής: μεγάλοι πελάτες υψηλού φορτίου, κυρίως από τις ΗΠΑ αλλά και από άλλες αγορές, προσεγγίζουν τα δίκτυα με αιτήματα τεράστιας ισχύος, τα οποία δύσκολα μπορούν να ικανοποιηθούν στον απαιτούμενο χρόνο. «Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς: το grid δεν μπορεί να αναπτυχθεί με τον ίδιο ρυθμό που χτίζονται τα data centers. Οι καθυστερήσεις οφείλονται σε πολυπαραγοντικά ζητήματα – κοινωνικές αντιδράσεις, ρυθμιστικά πλαίσια, χρονοβόρες αδειοδοτήσεις», σημείωσε.
Ο κ. Μανουσάκης τόνισε ότι η Ευρώπη οφείλει να αντιληφθεί την ανάπτυξη των δικτύων ως «αποστολή στρατηγικής σημασίας», προκειμένου να μη μετατραπούν σε «σημείο συμφόρησης» της τεχνητής νοημοσύνης. «Αν δεν αλλάξουμε τον τρόπο που λειτουργούμε στην Ευρώπη, δεν θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε. Χρειαζόμαστε ταχύτερες άδειες, πιο ευέλικτες διαδικασίες προμηθειών και πρόσβαση σε εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, το οποίο αυτή τη στιγμή είναι σε έντονο ανταγωνισμό διεθνώς», υπογράμμισε, φέρνοντας ως παράδειγμα την Αττική, όπου «υπάρχουν τεράστιες νέες αιτήσεις, αλλά και μεγάλα εμπόδια στη δημιουργία νέων γραμμών μεταφοράς λόγω κόστους γης και τοπικών περιορισμών».
Στη δεύτερη τοποθέτησή του, ο επικεφαλής του ΑΔΜΗΕ προσπάθησε να αναδείξει και τη θετική όψη του μετασχηματισμού, επισημαίνοντας ότι η λύση δεν βρίσκεται μόνο στην ενίσχυση του grid, αλλά και στη δημιουργία αγορών ευελιξίας. Όπως εξήγησε, «όταν μεγάλα φορτία μπαίνουν στο σύστημα, δημιουργούνται ευκαιρίες για ανάπτυξη μηχανισμών ευελιξίας που θα βοηθήσουν στη σταθερότητα του δικτύου».
Πρότεινε, μάλιστα, τη διαμόρφωση νέων επιχειρηματικών μοντέλων που θα ενθαρρύνουν τους επενδυτές των data centers να λειτουργούν ως «πελάτες που συμβάλλουν στη σταθερότητα του συστήματος» και όχι απλώς ως μεγάλοι καταναλωτές ενέργειας. Παράλληλα, αναφέρθηκε στην ανάγκη η Ευρώπη να επιταχύνει τις δικές της πρωτοβουλίες ώστε να διαμορφώσει τεχνολογική αυτάρκεια στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης, «συνεργαζόμενη, αλλά και ανταγωνιζόμενη δημιουργικά με τις Ηνωμένες Πολιτείες».
Ο Μάνος Μανουσάκης στάθηκε, επίσης, στη μεταμόρφωση του ίδιου του ρόλου των Διαχειριστών μέσω της αξιοποίησης της τεχνητής νοημοσύνης: «Η AI θα επηρεάσει ριζικά τον τρόπο που σχεδιάζουμε, λειτουργούμε και συντηρούμε το δίκτυο», είπε, αναφέροντας ως παράδειγμα την εφαρμογή που έχει ήδη θέσει σε λειτουργία ο ΑΔΜΗΕ, όπου όλα τα εγχειρίδια συντήρησης εξοπλισμού έχουν ενσωματωθεί σε μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης.
Πρόκειται, όπως διευκρίνισε, για ένα «πρώτο, μικρό βήμα» σε μια πορεία που προβλέπεται να επαναπροσδιορίσει ριζικά τον τρόπο λειτουργίας των δικτύων μεταφοράς και διανομής. «Προχωρούμε σε συνεργασίες με διεθνείς παρόχους πλατφορμών AI, για την ανάπτυξη προσαρμοσμένων εφαρμογών που θα ενισχύσουν την ασφάλεια, τη διαχείριση και την αποδοτικότητα των ηλεκτρικών συστημάτων. Η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι απλώς μια πρόκληση – είναι μια τεράστια ευκαιρία για καινοτομία και νέα επιχειρηματικά μοντέλα», κατέληξε.
Peshov: Η ενέργεια ως προϋπόθεση για την τεχνητή νοημοσύνη στα Βαλκάνια
Ο Kalin Peshov, Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Glavbolgarstroy (GBS), υπογράμμισε ότι η Ευρώπη εισέρχεται σε μια νέα φάση ενεργειακής πρόκλησης, όπου η ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης και των data centers κινείται εκθετικά, ενώ η επάρκεια ηλεκτρικής ενέργειας δεν συμβαδίζει με τον ρυθμό αυτό. «Αν δεν βρούμε νέες πηγές και νέες υποδομές ενέργειας, θα φτάσουμε σε σημείο έλλειψης και αυξημένων τιμών που θα επηρεάσουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις», προειδοποίησε.
Αναφερόμενος στα παραδείγματα της Σκανδιναβίας, εξήγησε πως οι κοινωνικές αντιδράσεις σε μεγάλα data centers –λόγω φόβου αύξησης τιμών ή περιβαλλοντικών επιπτώσεων– έδειξαν ότι η ανάπτυξη πρέπει να γίνει με κοινωνική αποδοχή και παράλληλη εξασφάλιση επάρκειας ενέργειας. «Δεν πρέπει να επαναλάβουμε τα λάθη της βιομηχανικής επανάστασης, όταν οι άνθρωποι γύρισαν ενάντια στις μηχανές», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ο Peshov παρουσίασε τη στρατηγική της GBS, η οποία επενδύει σε νέες μορφές ενέργειας και υποδομών, όπως οι μικροί πυρηνικοί αντιδραστήρες (SMR) σε συνεργασία με την αμερικανική GeoElectric, με στόχο την παράλληλη ανάπτυξη data centers και μονάδων παραγωγής. Παράλληλα, ανέδειξε τον ρόλο του φυσικού αερίου ως ταχύτερης λύσης για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της τεχνητής νοημοσύνης, λέγοντας ότι «η παραγωγή ηλεκτρισμού από αέριο μπορεί να γίνει μέσα σε 2,5-3 χρόνια, ενώ οι πυρηνικές λύσεις απαιτούν διπλάσιο χρόνο».
Αναφερόμενος στην περιφέρεια, επεσήμανε ότι τα Βαλκάνια μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά, με κάθε χώρα να συνεισφέρει τις δικές της δυνατότητες: η Ελλάδα με τα δίκτυα φυσικού αερίου, τα LNG terminals και την παραγωγή από CCGT, ενώ η Βουλγαρία με την πυρηνική της εμπειρία 55 ετών. Υπογράμμισε ότι η ενίσχυση των διασυνδέσεων και των ενεργειακών υποδομών είναι κρίσιμη, ώστε «καμία χώρα της περιοχής να μη βρεθεί ξανά αντιμέτωπη με ενεργειακά blackouts, όπως συνέβη πρόσφατα στο Κόσοβο».
Κατά τον Peshov, το στοίχημα για την Ευρώπη είναι διπλό: να επιταχύνει την ανάπτυξη ενεργειακής ισχύος και ταυτόχρονα να προσελκύσει ιδιωτικά κεφάλαια με ταχύτητα και ευελιξία. «Ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να αναπτύξει τα έργα πιο γρήγορα και αποδοτικά από τον δημόσιο, γεφυρώνοντας το χάσμα ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση ενέργειας που απαιτεί η τεχνητή νοημοσύνη», κατέληξε.
Διαβάστε ακόμη
