Κορυφώνεται η πίεση προς την κυβέρνηση για να αποκρυσταλλώσει την υπεσχημένη παρέμβαση για το ενεργειακό κόστος της βιομηχανίας που επιδιώκεται να οριστικοποιηθεί μέσα στον Οκτώβριο -σύμφωνα με πληροφορίες του energygame.gr- . μετά και το ηχηρό σήμα κινδύνου που έστειλε o πρόεδρος του ΣΕΒ Σπύρος Θεοδωρόπουλος ότι δυο βιομηχανίες εξετάζουν σοβαρά το «λουκέτο» σε μονάδες τους (καθώς φέρεται ως πιο οικονομική λύση από τη συνέχιση της λειτουργίας τους), υπό την πίεση της ακριβής ενέργειας. Είναι γεγονός ότι εδώ και πολύ καιρό όλοι ανεξαιρέτως οι βιομηχανικοί φορείς ζητούν επιτακτικά τη λήψη μέτρων διαρθρωτικού χαρακτήρα για την άμβλυνση του ενεργειακού κόστους, επισημαίνοντας ότι οι ενεργοβόρες επιχειρήσεις, από τις μικρές (π.χ, φούρνοι που κλείνουν κατά κύματα λόγω ενεργειακού κόστους) έως τους μεγάλους ομίλους αντιμετωπίζουν υπαρξιακό πρόβλημα. Και αποτελεί κοινό μυστικό ότι ιδίως οι εταιρείες με εξαγωγικό προσανατολισμό είναι εκτεθειμένες, καθώς πολλές ευρωπαϊκές χώρες, έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες στήριξης, ενώ αντιμετωπίζουν ούτως ή άλλως μικρότερο πρόβλημα τιμών ενέργειας. Φαίνεται όμως ότι ο….κόμπος έφτασε στο χτένι, όπως άφησε να εννοηθεί ο κ. Θεοδωρόπουλος, καθώς έχει τη σημασία του ότι η δραματική προειδοποίηση ήρθε λίγες ημέρες μετά τη συνάντηση αντιπροσωπείας του ΣΕΒ με διυπουργική επιτροπή (υπό τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Κ Χατζηδάκη) τη Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου με αντικείμενο ακριβώς το νέο πακέτο μέτρων για το ενεργειακό κόστος.
Πακέτο που εκπονείται σε ένα «πολεμικό» τοπίο, καθώς όχι μόνο τα δυο «στρατόπεδα» (κυβέρνηση και βιομηχανία) εκκινούν από διαφορετικές αφετηρίες, αφού κυβερνητικοί αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι οι αριθμοί δεν στηρίζουν το αφήγημα της αποβιομηχάνισης και του μαρασμού, αλλά και εν μέσω διαφορών μεταξύ των ίδιων των στρατοπέδων. Και τούτο διότι οι πληροφορίες κάνουν λόγο για διαφορετικές «γραμμές» μεταξύ των βιομηχανικών φορέων, με τον ΣΕΒ να παρουσιάζει σχεδόν ως μονόδρομο την ελληνική εκδοχή του «ιταλικού μοντέλου» που έχει επεξεργαστεί, την δε ΕΒΙΚΕΝ που εκφράζει την ενεργοβόρο βιομηχανία να τάσσεται υπέρ μιας διαφορετικής εκδοχής. Σε αυτό το σκηνικό οι ζυμώσεις εντείνονται, καθώς σε συνέχεια της high level σύσκεψης της Δευτέρας, χθες (Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου) πραγματοποιήθηκε στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας νέα σύσκεψη της Ομάδας Εργασίας υπό τον υφυπουργό ΠΕΝ Νίκο Τσάφο, ενώ έχει προγραμματιστεί νέα σύσκεψη σε τεχνικό επίπεδο την επόμενη Τετάρτη που θα προετοιμάσει το έδαφος για το επόμενο «ραντεβού» των συναρμόδιων υπουργών με τους βιομηχανικούς φορείς, με τη βεντάλια να ανοίγει πιθανότατα πέρα από τον ΣΕΒ.
Οι διαφορετικές γραμμές μέσα στην κυβέρνηση για το πώς θα στηριχθεί η βιομηχανία
Τη νέα διυπουργική σύσκεψη προανήγγειλε ο Υπουργός Ανάπτυξης Τάκης Θεοδωρικάκος, ο οποίος σε χθεσινές δηλώσεις του τάχθηκε σαφώς υπέρ της υιοθέτησης της εκδοχής του “ ιταλικού μοντέλου” που έχει επεξεργαστεί ο ΣΕΒ, εξηγώντας ότι πρόκειται για «σχέδιο άμεσης δράσης», ενώ υπογράμμισε ότι καμία επιχείρηση δεν πρέπει να κλείσει εξαιτίας του ενεργειακού κόστους, απαντώντας τρόπον τινά στον κ. Θεοδωρόπουλο του ΣΕΒ. Πηγές με γνώση των τεκταινομένων ωστόσο αναφέρουν ότι το πολυσυζητημένο ιταλικό μοντέλο είναι μια μόνο από τις προτάσεις που εξετάζει η κυβέρνηση, χωρίς να έχει «κλειδώσει» η εφαρμογή της. Προς αυτή την κατεύθυνση άλλωστε συνηγορούν και οι δημόσιες δηλώσεις προχθές το βράδυ του κ. Χατζηδάκη, ο οποίος έκανε λόγο για μια «ολιστική και δίκαιη παρέμβαση» εστιασμένη στις επιχειρήσεις που πλήττονται περισσότερο και εντός των δημοσιονομικών αντοχών της κυβέρνησης, αποφεύγοντας επιμελώς να μιλήσει για κάποιο συγκεκριμένο μοντέλο.
Οι διαφορετικές προσεγγίσεις ΣΕΒ και ΕΒΙΚΕΝ για το ιταλικό μοντέλο
H πρόταση του ΣΕΒ που προσαρμόζει το ιταλικό μοντέλο στην ελληνική πραγματικότητα κάνει λόγο για ένα σχήμα στο οποίο μπορούν να ενταχθούν δυνητικά περίπου 10 TWh ενεργοβόρων βιομηχανικών καταναλωτών Υψηλής και Μέσης Τάσης, δικαιούχοι μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ (που είναι επιλέξιμοι για επιδότηση του κόστους ρεύματος στη βάση του νέου ευρωπαϊκού πλαισίου στήριξης για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες CISAF), και λοιποί καταναλωτές Μέσης Τάσης. Η περίμετρος αυτή περικλείει περί τις 400 επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων και αλυσίδες σουπερμάρκετ. Το σχήμα βασίζεται σε μηχανισμό κατά τον οποίο προσφέρεται «ενεργειακό δάνειο» της τάξης των 10 TWh/έτος (που καλύπτει το 100% της κατανάλωσης των ωφελούμενων εταιρειών) για 3 έτη από τον ΔΑΠΕΕΠ προς τους καταναλωτές που επιστρέφεται σε ορίζοντα 20ετίας. Οι ωφελούμενοι οφείλουν να επιστρέψουν την διπλάσια ενέργεια από αυτή που δανείστηκαν σε βάθος 20ετίας, στηρίζοντας νέες ΑΠΕ της τάξης των ~1,75 GW, φωτοβολταϊκών και αιολικών. Το συνολικό κόστος του ενεργειακού δανείου εκτιμάται ότι θα ανέλθει στα 285 εκατ. ευρώ ετησίως για την πρώτη τριετία. Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, ο μηχανισμός στο μέτρο που ακολουθεί τον σχεδιασμό του ιταλικού μοντέλου εκτιμάται ότι δεν απαιτεί κοινοποίηση σχήματος ενίσχυσης προς την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της ΕΕ. Όπως έχει γράψει το energygame.gr, οι Βρυξέλλες έδωσαν το «πράσινο φως» για την εφαρμογή του ιταλικού μοντέλου τον περασμένο Ιούνιο με την αποστολή comfort letter από τη (DG COMP), το οποίο έθεσε συγκεκριμένους όρους που περιορίζουν την ελκυστικότητά του για τα εμπλεκόμενα μέρη σε σχέση με την αρχική εκδοχή. Πιο συγκεκριμένα, ενσωματώθηκε ρήτρα claw back που προβλέπει ότι το όποιο οικονομικό όφελος προκύπτει στην πρώτη περίοδο θα πρέπει να επιστραφεί στα επόμενα 20 έτη.
Κύκλοι της ενεργοβόρου βιομηχανίας υπογραμμίζουν ότι «Η ΕΒΙΚΕΝ εδώ και ένα χρόνο ζητάει επίμονα την εφαρμογή του ιταλικού μοντέλου, όταν οι σημερινοί υποστηρικτές έως και τον Ιούλιο πρότειναν το Green Pool (σ.σ. σχήμα κρατικής επιδότησης για την άμβλυνση του κόστους που συνεπάγεται η «ευθυγράμμιση» του προφίλ κατανάλωσης των ενεργοβόρων βιομηχανιών με το προφίλ παραγωγής των μονάδων ΑΠΕ, ώστε να καταστεί συμφέρουσα η σύναψη PPA μεταξύ των δυο). Η ΕΒΙΚΕΝ συνεχίζει να είναι υπέρ του μέτρου ακόμη και μετά τις αλλαγές που επέβαλε η DG COMP με το comfort letter και ζητάει ταχεία εφαρμογή, με μέριμνα ώστε να μην υπάρξει διαφοροποίηση από το ιταλικό μοντέλο». Οι ίδιοι κύκλοι προσθέτουν ότι «αν η Ελλάδα αποφασίσει να εφαρμόσει το ιταλικό μοντέλο πρέπει η πρόταση της να ευθυγραμμίζεται με τα κύρια σημεία του και κυρίως με τα σημεία που η Επιτροπή επέβαλε. Δηλαδή, ρήτρα claw back και διαγωνιστική διαδικασία στην οποία μπορούν να συμμετάσχουν όσες επιλέξιμες βιομηχανίες επιθυμούν να κατασκευάσουν τις ΑΠΕ μόνες τους και όσοι παραγωγοί θέλουν . Από τον διαγωνισμό θα προκύψει ένα premium που θα πληρώσουν οι επιδοτούμενες βιομηχανίες στους παραγωγούς. Άρα δεν απαιτείται οι βιομηχανίες κάθε μια μόνη της να διαπραγματευτεί ένα ΡΡΑ. Εάν υπάρξει απόκλιση από τα σημεία αυτά, τότε η Κομισιόν θα πρέπει να ξεκινήσει ανεπίσημη διαδικασία ελέγχου για να διαπιστώσει ότι τα μέτρα δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση (no aid)». Σχολιάζοντας τέλος τις πληροφορίες για την πρόταση του ΣΕΒ και συγκεκριμένα για επιδότηση στο 100% της κατανάλωσης ενώ η Επιτροπή έλεγξε το ιταλικό μοντέλο για επιδότηση του 25% της κατανάλωσης, οι κύκλοι της ΕΒΙΚΕΝ σημειώνουν ότι η επιδότηση του 100% της κατανάλωσης καθιστά το μέτρο κρατική ενίσχυση γιατί δίνει για τρία έτη σημαντικό πλεονέκτημα στις ωφελούμενες επιχειρήσεις ως προς τους ανταγωνιστές τους». Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η «πυξίδα» της Κομισιόν για τα μέτρα στήριξης στις βιομηχανίες είναι το νέο πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων της ΕΕ για την καθαρή βιομηχανία (CISAF) που εισηγείται επιδότηση για το 50% επί της τιμής αγοράς ηλεκτρισμού κάθε επιλέξιμης βιομηχανίας, για το 50% της κατανάλωσης που μπορεί να καταλήγει σε τιμή έως 50 ευρώ/MWh. Επομένως, μέτρα που κινούνται εκτός του πλαισίου αυτού θεωρείται δεδομένο ότι θα περάσουν από την «κρησάρα» των Βρυξελλών, με ορατή την προοπτική να μην θεωρηθούν συμβατά με το κοινοτικό πλαίσιο.
Τα διαφορετικά αφηγήματα βιομηχανίας και κυβέρνησης
Για να «κλειδώσει» η παρέμβαση, τέλος, θα πρέπει να βρεθεί «σημείο συνάντησης» μεταξύ των διαφορετικών προσεγγίσεων της κυβέρνησης και των βιομηχανικών φορέων για την κατάσταση της βιομηχανίας. Από τη μια, οι βιομήχανοι -δια στόματος του κ. Θεοδωρόπουλου- προειδοποιούν για επερχόμενα λουκέτα «που θα πονέσουν» και τονίζουν ότι για ορισμένες επιχειρήσεις το ενεργειακό κόστος που φτάνει ακόμα και στο 60% του συνολικού κόστους είναι βασικός υπαίτιος για το για το αυξανόμενο χάσμα ανταγωνιστικότητας όχι μόνο έναντι τρίτων χωρών αλλά και πολλών ευρωπαϊκών. Στην κοινή, ανοιχτή επιστολή 16 βιομηχανικών συνδέσμων προς την κυβέρνηση τον Ιούνιο όπου ζητούνταν κατεπειγόντως η λήψη μέτρων για το ακριβό ρεύμα, γινόταν επίκληση -μεταξύ άλλων- σε παλαιότερη μελέτη του ΙΟΒΕ σύμφωνα με την οποία μια μείωση του ενεργειακού κόστους κατά 10% για την ενεργοβόρο βιομηχανία θα οδηγούσε σε σημαντική αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ και θα δημιουργούσε περί τις 12.000 θέσεις εργασίας. Τονιζόταν επίσης ότι από τον Ιούλιο του 2024 -οπότε καταγράφηκαν επίπεδα τιμών ρεύματος της τάξης των 600-800 ευρώ/MWh, οι τιμές στην εγχώρια χονδρεμπορική αγορά παραμένουν τουλάχιστον κατά 30% υψηλότερες ως προς τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, ιδιαίτερα σε περιόδους υψηλής ζήτησης.
Στον αντίποδα, ο κ. Χατζηδάκης από το βήμα της 43ης Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης του Συνδέσμου Βιομηχανιών Στερεάς Ελλάδας (ΣΒΣΕ) υποστήριξε ότι η άνοδος βιομηχανικών επενδύσεων, εξαγωγών και απασχόλησης διαψεύδει το μύθο της αποβιομηχάνισης και παρέθεσε συγκεκριμένα στοιχεία που ενισχύουν τη θέση αυτή. Μεταξύ άλλων τόνισε ότι η συμβολή της βιομηχανίας στην Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία της οικονομίας ξεπέρασε πέρυσι αυτή των υπηρεσιών για πρώτη φορά από το 2017 και ανήλθε στο 15,4% από 13,8% το 2019. Το μερίδιο των βιομηχανικών επενδύσεων στις συνολικές επενδύσεις διαμορφώθηκε στο 17,2% το 2023, ενώ ακόμα και πριν την κρίση βρισκόταν σταθερά σε ποσοστό κάτω του 10%. Οι βιομηχανικές εξαγωγές ανήλθαν το 2023 σε 33,8 δις. ευρώ (από 20 δις. ευρώ το 2018) και αποτελούν το 71,4% των συνολικών εξαγωγών αγαθών, ενώ ο αριθμός των απασχολούμενων στη βιομηχανία έχει πλέον ανέβει στις 428 χιλιάδες περίπου, καταγράφοντας υψηλό των τελευταίων 14 ετών.
Διαβάστε ακόμη