Οι δασμοί αποτέλεσαν τον καθοριστικό παράγοντα που επηρέασε την πορεία τόσο του αλουμινίου όσο και του χαλκού κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025. Όπως εξήγησε ο αναπληρωτής CFO της ElvalHalcor, Άγγελος Γιαζιτζόγλου, στην παρουσίαση των οικονομικών αποτελεσμάτων, οι εμπορικές πολιτικές και τα προστατευτικά μέτρα που εφαρμόζουν μεγάλες αγορές καθόρισαν σε σημαντικό βαθμό τις στρατηγικές αποφάσεις του Ομίλου. Παρ’ ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες οι δασμοί μειώθηκαν από 25% σε 15%, η αβεβαιότητα γύρω από πιθανές νέες παρεμβάσεις δημιούργησε ένα περιβάλλον αστάθειας. Για τον λόγο αυτό, η εταιρεία στράφηκε πιο έντονα σε εναλλακτικούς προορισμούς εξαγωγών, επιλέγοντας να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη στρατηγική της διαφοροποίησης, ώστε να περιορίσει την εξάρτησή της από μία μόνο αγορά και να διασφαλίσει την απρόσκοπτη ροή των πωλήσεών της διεθνώς.
Στο πεδίο της ενέργειας, το πλήγμα για τα οικονομικά αποτελέσματα ήταν αισθητό. Ενώ το ενεργειακό κόστος αντιστοιχούσε στο 13% των συνολικών δαπανών το 2024, μέσα στο 2025 αυξήθηκε στο 16%, γεγονός που έθεσε περιορισμούς στην ανταγωνιστικότητα της ElvalHalcor έναντι εταιρειών που λειτουργούν σε χώρες με χαμηλότερες τιμές ενέργειας. Ο Άγγελος Γιαζιτζόγλου αναγνώρισε ότι το αυξημένο αυτό βάρος επηρέασε ουσιαστικά την κερδοφορία, ωστόσο εμφανίστηκε συγκρατημένα αισιόδοξος, σημειώνοντας πως ήδη καταγράφεται μια τάση αποκλιμάκωσης των τιμών. «Αν αυτή η πορεία συνεχιστεί, σίγουρα θα δούμε θετικό αντίκτυπο στα αποτελέσματα του τρίτου τριμήνου», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Παρά τις ισχυρές πιέσεις από το διεθνές περιβάλλον, η ElvalHalcor κατάφερε να εμφανίσει θεαματική βελτίωση στα οικονομικά της μεγέθη το πρώτο εξάμηνο του 2025. Ο συνολικός όγκος πωλήσεων ανήλθε σε 303 χιλιάδες τόνους, σημειώνοντας άνοδο 2,1% σε ετήσια βάση, με βασικό μοχλό ανάπτυξης τον κλάδο αλουμινίου και ειδικότερα τη συσκευασία, που συνεχίζει να αποτελεί έναν από τους πιο δυναμικούς τομείς. Η οργανική κερδοφορία (a-EBITDA) κατέγραψε αύξηση 18,1%, φτάνοντας τα 134,4 εκατ. ευρώ από 113,8 εκατ. ευρώ πέρυσι, ενώ τα καθαρά κέρδη μετά φόρων (EAT) εκτοξεύτηκαν κατά 45,2%, στα 74 εκατ. ευρώ, αποδεικνύοντας την ισχύ του επιχειρηματικού μοντέλου του Ομίλου.
Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει και η βελτίωση στη χρηματοοικονομική εικόνα. Ο καθαρός δανεισμός μειώθηκε στα 630 εκατ. ευρώ – με πτώση 15% ή 111 εκατ. ευρώ συγκριτικά με το 2024 – οδηγώντας τον δείκτη καθαρού χρέους προς κερδοφορία (net debt/a-EBITDA) στο 2,4x, από 3,3x που βρισκόταν την ίδια περίοδο πέρυσι. Ο συνδυασμός μείωσης δανεισμού και χαμηλότερων επιτοκίων είχε άμεσο αντίκτυπο στο καθαρό χρηματοοικονομικό κόστος, το οποίο υποχώρησε κατά 23,3%, εξοικονομώντας 18 εκατ. ευρώ στο εξάμηνο.
Όσον αφορά τις επενδύσεις, το CAPEX διατηρήθηκε στα ίδια επίπεδα με την προηγούμενη χρονιά, με τη διοίκηση να επισημαίνει ότι εξετάζει διαρκώς νέες ευκαιρίες, ωστόσο το τελικό βήμα θα εξαρτηθεί από τις διεθνείς συνθήκες και τις εμπορικές εξελίξεις.
Ο κ. Γιαζιτζόγλου απέφυγε να δώσει σαφές guidance για το υπόλοιπο της χρονιάς, επισημαίνοντας ότι η αβεβαιότητα παραμένει ισχυρή: από τις γεωπολιτικές εντάσεις και τις διακυμάνσεις στις τιμές των πρώτων υλών μέχρι τα υψηλά επιτόκια και τον επίμονο πληθωρισμό. Ωστόσο, τόνισε ότι η ElvalHalcor αξιοποιεί το διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιό της και τον έντονο διεθνή προσανατολισμό των πωλήσεων – με την Ευρώπη να παραμένει ο μεγαλύτερος πελάτης, απορροφώντας το 64% – ώστε να ενισχύσει περαιτέρω τη θέση της στον παγκόσμιο χάρτη των μετάλλων και να διατηρήσει την αναπτυξιακή της δυναμική.
Σε κάθε περίπτωση οι προοπτικές για το επόμενο τρίμηνο χαρακτηρίζονται «απαιτητικές». Η αβεβαιότητα στις αγορές, οι γεωπολιτικές εντάσεις και το αυξημένο βάρος των δασμών καθιστούν το διεθνές περιβάλλον πιο δύσκολο. Παρ’ όλα αυτά, η ElvalHalcor εμφανίζεται αισιόδοξη ότι η στρατηγική διαφοροποίησης, οι επενδύσεις των τελευταίων ετών –πρωτίστως στο αλουμίνιο– και η ισχυρή παρουσία σε διεθνές επίπεδο θα της επιτρέψουν να αντέξει τις πιέσεις και να συνεχίσει την αναπτυξιακή της πορεία.
Διαβάστε ακόμη