Σε δημόσια διαβούλευση έθεσε χθες η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και Υδάτων το Σχέδιο Δεκαετούς Προγράμματος Ανάπτυξης 2025–2034 του ΑΔΜΗΕ ανοίγοντας τον δρόμο για την οριστικοποίηση ενός επενδυτικού σχεδίου που φτάνει τα 5,994 δισ. ευρώ και θα καθορίσει την εικόνα του Εθνικού Συστήματος Μεταφοράς για την επόμενη δεκαετία. Από το συνολικό αυτό ποσό, τα 4,49 δισ. ευρώ προγραμματίζεται να επενδυθούν την πρώτη τετραετία 2025–2028, με ετήσιες χρηματοροές που ανέρχονται σε 705,2 εκατ. ευρώ το 2025, 1,14 δισ. ευρώ το 2026, 1,26 δισ. ευρώ το 2027 και 1,385 δισ. ευρώ το 2028. Το επενδυτικό βάρος για την υλοποίηση των έργων φαίνεται πως βρίσκεται στην περίοδο 2026-2028.
Η ουσία των διαφορών σε σχέση με την προηγούμενη έκδοση είναι τριπλή: πρώτον, η λίστα των «Νέων Έργων» διευρύνεται. Εκεί όπου η αρχική εκδοχή κατέγραφε 9 νέα έργα, το επικαιροποιημένο ΔΠΑ παρουσιάζει 14, με χαρακτηριστικές προσθήκες: Αντικατάσταση υφιστάμενων υποβρυχίων καλωδίων με νέο, ανθεκτικότερο εξοπλισμό για τη θωράκιση των νησιωτικών φορτίων, προϋπολογισμού 16,6 εκατ. ευρώ· Ενίσχυση σύνδεσης 150 kV Μολάοι – Τερματικό Αντιστάθμισης Πελοποννήσου για αποσυμφόρηση και μεγαλύτερη ευστάθεια στη νότια Πελοπόννησο, 6,0 εκατ. ευρώ· Ενίσχυση επαγωγικής αντιστάθμισης με νέο/αναβαθμισμένο εξοπλισμό αέργου ισχύος για έλεγχο τάσης και μείωση απωλειών, 27,6 εκατ. ευρώ· Σύνδεση του ΚΥΤ Μεσογείων με το Σύστημα 150 kV για ενίσχυση της Ανατολικής Αττικής και περιθώρια μελλοντικών επεκτάσεων, 35,0 εκατ. ευρώ· και Υποσταθμός Ζακύνθου ΙΙ που προσθέτει εφεδρείες και χωρητικότητα στο Ιόνιο, 7,2 εκατ. ευρώ.
Δεύτερον, στα μεγάλα διασυνοριακά έργα καταγράφονται μετατοπίσεις χρονοδιαγραμμάτων. Η δεύτερη διασύνδεση Ελλάδας–Ιταλίας μεταφέρεται από το 2029 στο 2031 και «κλειδώνει» σε λύση συνεχούς ρεύματος υψηλής τάσης ισχύος 1.000 MW, με διπολική αρχιτεκτονική μετατροπέων τάσης (VSC), ώστε να αυξηθεί η ικανότητα ανταλλαγών και να ενισχυθεί η ευστάθεια του συστήματος στη δυτική πύλη.
Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί πως η ιταλική Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (Arera) εξέφρασε, σύμφωνα με δημοσίευμα του Montel, σοβαρές επιφυλάξεις για την υλοποίηση των διασυνδέσεων της Ιταλίας με την Ελλάδα και την Τυνησία, δίνοντας σαφές μήνυμα ότι η προτεραιότητα της χώρας θα πρέπει να στραφεί στις βόρειες διασυνδέσεις. Η Arera εκτιμά ότι τα οφέλη για την Ιταλία το 2035 θα είναι περιορισμένα, της τάξης των 40–50 εκατ. ευρώ ετησίως, και θα γίνουν «πολύ σημαντικά» μόνο μετά το 2040, οπότε αναμένεται να κυμανθούν μεταξύ 140–250 εκατ. ευρώ, ανάλογα με τα σενάρια. Ζητά, επομένως, περαιτέρω ανάλυση και αποσαφήνιση του κόστους, επισημαίνοντας ότι το ποσό των 1,2 δισ. ευρώ που ανέφερε η Terna για το ιταλικό τμήμα δεν συνάδει ούτε με τα στοιχεία του ENTSO-E ούτε με τις εκτιμήσεις της λίστας PCI 2025.
Αντίθετα, σύμφωνα με το δημοσίευμα φαίνεται πως ανάβει το «πράσινο» φως για τον διπλασιασμό της ισχύος της διασύνδεσης Ιταλίας–Μαυροβουνίου κατά 600 MW, με στόχο ολοκλήρωση έως το 2032, και χαρακτηρίζει «προτεραιότητας» τις βόρειες διασυνδέσεις, ιδίως με Γαλλία, Ελβετία και Αυστρία, όπου εκτιμάται ότι απαιτούνται τουλάχιστον 2,6 GW επιπλέον χωρητικότητας. Από την άλλη πλευρά η δεύτερη ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας–Αλβανίας προβλέπεται να υλοποιηθεί νωρίτερα, έως το 2030, ενώ προηγουμένως ως χρονολογία ολοκλήρωσης αναφερόταν το 2031.
Τρίτον, καταγράφονται εσωτερικές μετατοπίσεις σε μεγάλα εγχώρια clusters έργων, οι οποίες επηρεάζουν την «αλυσίδα» ενίσχυσης του Συστήματος προς τις βόρειες και δυτικές πύλες εισόδου–εξόδου. Η τροφοδότηση των Ιονίων Νήσων και οι παρεμβάσεις γύρω από το ΚΥΤ Θεσπρωτίας μετατίθενται χρονικά κατά περίπου ένα έτος, ακολουθώντας τις ανάγκες επαναπρογραμματισμού. Αντίστοιχα, έργα σε τμήματα της Δυτικής Ελλάδας και της Θεσσαλίας «γλιστρούν» ώστε να ευθυγραμμιστούν με την ωρίμανση των αδειοδοτήσεων και τις νέες καμπύλες φορτίου που προβλέπονται για τις περιοχές αυτές. Το 2028 (από 2027 που ήταν ο χρόνος ολοκλήρωσης στην αρχική εκδοχή του ΔΠΑ) τοποθετείται η περάτωση των έργων ενίσχυσης του Συστήματος της Κρήτης που θα ενισχύσουν την ενεργειακή ασφάλεια και την αξιοποίηση των ΑΠΕ στο νησί, μετά και τη θέση σε πλήρη λειτουργία της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης-Αττικής, ενώ και τα έργα της Δ΄ Φάσης της διασύνδεσης των Κυκλάδων (Σαντορίνη- Φολέγανδρος-Μήλος- Σέριφος) έχουν πλέον ως ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2026 (από 2025 στην αρχική εκδοχή του Προγράμματος).
Η ηλεκτρική διασύνδεση των Δωδεκανήσων, η οποία αποτελεί κρίσιμο βήμα για την πλήρη ένταξη του νησιωτικού συμπλέγματος στο Εθνικό Σύστημα αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2029, όπως και η διασύνδεση των νησιών του Βορειοανατολικού Αιγαίου, η οποία “έρχεται” ένα χρόνο πιο μπροστά, αφού στην προηγούμενη εκδοχή ως έτος περάτωσης προσδιοριζόταν το 2030.
Παράλληλα καταγράφεται σημαντική διεύρυνση του χρονοδιαγράμματος για τις ενισχύσεις στο δίκτυο 150 kV, που αφορούν υφιστάμενους Υποσταθμούς και Κέντρα Υπερυψηλής Τάσης σε όλη τη χώρα. Οι παρεμβάσεις αυτές, οι οποίες περιλαμβάνουν αντικαταστάσεις εξοπλισμού, αναβαθμίσεις διακοπτικού υλικού και εκσυγχρονισμό συστημάτων ελέγχου, επεκτείνονται πλέον έως το 2031. Το γεγονός αυτό αποτυπώνει τον μεγάλο όγκο εργασιών που «τρέχουν» ταυτόχρονα με τις εμβληματικές διασυνδέσεις, διασφαλίζοντας ότι η αύξηση της μεταφορικής ικανότητας και η ενσωμάτωση νέων ΑΠΕ θα συνοδεύονται από την απαιτούμενη ενίσχυση και αξιοπιστία των εσωτερικών δικτύων μεταφοράς.
Όλα τα παραπάνω συνδέονται άμεσα με την οικονομική διάσταση του σχεδίου. Στο σχέδιο αποτυπώνεται η κλιμάκωση των ετήσιων δαπανών, με την κορύφωση να καταγράφεται το 2028, στα 1,385 δισ. ευρώ, και το συνολικό κόστος της δεκαετίας να ανέρχεται σε 5,995 δισ. ευρώ. Η εικόνα αυτή εξηγεί γιατί η ΡΑΑΕΥ ζητά, όπως αποτελεί πάγια πρακτική, από τους Διαχειριστές εκτίμηση των επιπτώσεων των επενδύσεων στις ρυθμιζόμενες χρεώσεις πριν από την οριστικοποίηση του σχεδίου. Η αγορά χρειάζεται σαφή ορατότητα για το πώς τα μεγάλα έργα «μεταφράζονται» στις Χρεώσεις Χρήσης Συστήματος.
Σύμφωνα με τη ΡΑΑΕΥ, ο ΑΔΜΗΕ δεν έχει μέχρι στιγμής ανταποκριθεί στα αιτήματα για την αποστολή της συγκεκριμένης εκτίμησης, την ώρα που ο ίδιος ο Διαχειριστής δηλώνει ότι προτίθεται να επικαιροποιήσει το ΔΠΑ 2025–2034, ιδίως ως προς το σκέλος των κοστών για τις μεγάλες διασυνδέσεις. Η Αρχή αποδίδει σε αυτά τα δύο στοιχεία την καθυστέρηση της ανάρτησης του σχεδίου σε διαβούλευση, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι περαιτέρω αναμονή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Το ΔΠΑ παραμένει σε δημόσια διαβούλευση, με τη ΡΑΑΕΥ να καλεί τους ενδιαφερόμενους να αποστείλουν παρατηρήσεις ηλεκτρονικά ή εγγράφως, έως και την Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2025.
Διαβάστε ακόμη