Η αγορά ηλεκτρισμού της Ιταλίας μπορεί να είναι έξι φορές μεγαλύτερη από ότι της Ελλάδας, ωστόσο τα κόστη εξισορρόπησης στην -μικρότερη- ελληνική αγορά είναι πολλαπλάσια, με την απόκλιση να φτάνει έως τα 14 ευρώ/Μεγαβατώρα το α’ τρίμηνο του 2025, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διαμόρφωση των χονδρεμπορικών τιμών ηλεκτρισμού εν Ελλάδι. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα μελέτης για τη σύγκριση των αγορών εξισορρόπησης (Balancing Markets) Ελλάδας και Ιταλίας που εκπόνησε η Grant Thornton για λογαριασμό της ΕΒΙΚΕΝ, του φορέα που εκπροσωπεί τις ελληνικές ενεργοβόρες βιομηχανίες κι η οποία φέρνει για ακόμα μια αφορά στο προσκήνιο τις δυσλειτουργίες και στρεβλώσεις που «φουσκώνουν» το κόστος του ρεύματος στη χώρα μας.

Η μελέτη επικεντρώνεται στον τρόπο λειτουργίας σε Ελλάδα και Ιταλία της Αγοράς Εξισορρόπησης, δια της οποίας επιδιώκεται η διόρθωση σε πραγματικό χρόνο των αποκλίσεων μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης ηλεκτρισμού ώστε το ισοζύγιο να είναι ισορροπημένο ανά πάσα στιγμή, με την αποζημίωση των μονάδων που συμμετέχουν στο σύστημα για τη διαθεσιμότητά τους. Ο λόγος που επελέγη ως βάση σύγκρισης η ιταλική αγορά είναι γιατί το μοντέλο λειτουργίας της είναι παραπλήσιο με αυτό της ελληνικής, στο μέτρο που και στις δυο χώρες Διαχειριστές των Συστημάτων Μεταφοράς (ΑΔΜΗΕ και ΤΕRΝΑ αντίστοιχα) που αποφασίζουν ποιες μονάδες θα παράσχουν υπηρεσίες εξισορρόπησης.

Σε κάθε περίπτωση, αυτό που προκύπτει ως τελικό συμπέρασμα είναι ότι, αν και οι τιμές στην Αγορά Επόμενης Ημέρας (DAM) της Ιταλίας είναι κατά τεκμήριο υψηλότερες από αυτές στην Ελλάδα, οι υψηλότερες χρεώσεις εξισορρόπησης στην Ελλάδα έχουν ως αποτέλεσμα να διαμορφώνεται σε υψηλότερα επίπεδα η τελική τιμή.

Πιο συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της συγκριτικής αξιολόγησης, η Grant Thornton ανέλυσε τα στοιχεία του κόστους εξισορρόπησης στην Ιταλία και τα συνέκρινε με τη χρέωση των Λογαριασμών Προσαυξήσεων 3 στην Ελλάδα. Η ανάλυση κατέδειξε ότι οι ελληνικές χρεώσεις εξισορρόπησης είναι συστηματικά υψηλότερες και πιο ευμετάβλητες. Ειδικότερα, η μέση χρέωση ως ποσοστό της Οριακής Τιμής Συστήματος (ΟΤΣ) διαμορφώθηκε στην Ελλάδα στο 12% περίπου την περίοδο 2024-2025 (έως Απρίλιο), έναντι 3% περίπου  στην Ιταλία. Οι αντίστοιχες χρεώσεις ανήλθαν κατά μέσο όρο σε 12,2 €/MWh στην Ελλάδα και 3 €/MWh στην Ιταλία κατά την ίδια περίοδο, με άλλα λόγια η χρέωση της Ελλάδα είναι τετραπλάσια από αυτή της Ιταλίας. Μάλιστα, το χάσμα αυτό διευρύνεται αισθητά από το β’ εξάμηνο του 2024 και έπειτα, αντανακλώντας διαρθρωτικές διαφορές στη λειτουργία των αγορών εξισορρόπησης, όπως επίσης και στη μεθοδολογία κατανομής κόστους και εσόδων από τις συγκεκριμένες αγορές. Ειδικότερα, ενώ η μηνιαία απόκλιση των χρεώσεων εξισορρόπησης των δυο χωρών ήταν 5,6 €/MWh κατά το 2023, η ψαλίδα διευρύνθηκε στα 7,6 €/ MWh το 2024 για να εκτιναχθεί στα 14 €/ MWh κατά τους τέσσερις πρώτους μήνες του 2025. Στο διάστημα αυτό, τα κόστη εξισορρόπησης στην ιταλική αγορά κινούνταν στα 2,2 €/ MWh έναντι 16,2 €/ MWh στην ελληνική.

Σύμφωνα με υπολογισμούς της ΕΒΙΚΕΝ το επιπλέον κόστος της ελληνικής αγοράς Εξισορρόπησης σε σχέση με αυτή της Ιταλίας προσεγγίζει τα 700 εκατ. ευρώ.

Υπενθυμίζεται ότι είχε προηγηθεί η δημοσίευση άλλης μελέτης της Grant Thornton για λογαριασμό της ΕΒΙΚΕΝ που είχε επικεντρωθεί στη διαμόρφωση του «Λογαριασμού Προσαυξήσεων 3» (ΛΠ 3), μια από τις παραμέτρους που διαμορφώνουν το τελικό χονδρεμπορικό κόστος ηλεκτρισμού που ενσωματώνει μεταξύ άλλων χρεώσεις που αφορούν στη λειτουργία της Αγοράς Εξισορρόπησης και στις απώλειες του Συστήματος Μεταφοράς. Και είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η θετική απόκλιση ως προς τις δηλώσεις φορτίου ορισμένων προμηθευτών σε σχέση με τη πραγματική ζήτηση είχε οδηγήσει στην επιβάρυνση του ΛΠ 3  για το 2024 στα 394,8 εκατομμύρια ευρώ έναντι 299,9 εκατ. ευρώ το 2023. Πρόκειται για αύξηση της τάξης του 32% που δεν μπορεί να ερμηνευθεί από την αύξηση της ζήτησης για ηλεκτρισμό η οποία κατά την ίδια περίοδο ήταν μόλις 3,3%. Στη βάση της μελέτης αυτής, ο Σύνδεσμος των ενεργοβόρων βιομηχανιών είχε ζητήσει από τη Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) να διεξάγει έρευνα ανά συμμετέχοντα στην αγορά για να διαπιστώσει κατά πόσο ορισμένοι συμμετέχοντες δηλώνουν συστηματικά στο Χρηματιστήριο Ενέργειας μεγαλύτερες ποσότητες ηλεκτρισμού από αυτές που χρειάζονται οι πελάτες τους.

Να σημειωθεί ότι η αγορά εξισορρόπησης Ελλάδας και Ιταλίας έχουν μεν πολλές ομοιότητες, ωστόσο εμφανίζουν και ορισμένες διαφορές που πιθανόν να ερμηνεύουν σε κάποιο βαθμό τις όποιες διαφοροποιήσεις. Για παράδειγμα στην Ιταλία ο Διαχειριστής Συστήματος  (TERNA) προαγοράζει ενέργεια σε έξι χρονικά στάδια πριν το πραγματικό χρόνο και με μηχανισμό «pay as bid», δηλαδή οι μονάδες αμείβονται με βάση τη προσφορά τους. Περαιτέρω, στην ελληνική αγορά δεν υφίστανται διορθωτικοί μηχανισμοί  για αποτροπή αυθαίρετων κερδών (non arbitrage fees), όπως στην ιταλική.

Διαβάστε ακόμη