Με μια προσωπική αφήγηση γεμάτη τεχνικές λεπτομέρειες, εμπειρικά δεδομένα και βαθιά γνώση του πεδίου, ο Ευθύμιος Λειβαδίτης, Αντιπρόεδρος των Θερμοκηπίων Θράκης, παρουσίασε στο Ετήσιο Συνέδριο της ΕΑΓΜΕ τη διαδρομή ενός πρωτοποριακού γεωθερμικού εγχειρήματος που ξεκίνησε το 2012 και σήμερα αποτελεί υπόδειγμα πράσινης αγροτικής παραγωγής για ολόκληρη την Ευρώπη.

Η αρχική ιδέα δεν ήταν άλλη από το να αξιοποιηθεί ο υπόγειος γεωθερμικός πλούτος της Θράκης, για τη δημιουργία ενός θερμοκηπίου απαλλαγμένου από κάθε συμβατική εξάρτηση από καύσιμα. Όπως τόνισε χαρακτηριστικά, «θέλαμε να κάνουμε ένα θερμοκήπιο χωρίς καμινάδα». Παρά τους αρχικούς φόβους και τις επιφυλάξεις απέναντι σε μια τεχνολογία που τότε έμοιαζε “μαύρο κουτί”, η ομάδα επένδυσε στο ρίσκο και προχώρησε σε πιλοτική εφαρμογή, με μόλις 40 στρέμματα θερμοκηπίων.

Τα χρόνια που ακολούθησαν, χάρη στη γεωθερμία, η επένδυση αναπτύχθηκε εντυπωσιακά, φτάνοντας σήμερα τα 260 στρέμματα, με προβλεπόμενη περαιτέρω επέκταση. Ο Λειβαδίτης σημείωσε πως χωρίς τη γεωθερμία η εξέλιξη αυτή δεν θα ήταν εφικτή, καθώς έδωσε στην εταιρεία τη δυνατότητα να μειώσει δραστικά τις ενεργειακές καταναλώσεις και να αποκτήσει σχεδόν ιδανικό ενεργειακό αποτύπωμα.

Η επίδραση του εγχειρήματος στην τοπική κοινωνία είναι επίσης αξιοσημείωτη. Περίπου 300 άτομα εργάζονται σήμερα στην επιχείρηση, σε μια περιοχή με από τα χαμηλότερα ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 70% των εργαζομένων είναι γυναίκες, ενώ το 60% κατάγεται από την ευρύτερη περιοχή. Τα θερμοκήπια παράγουν κυρίως ντομάτες και αγγούρια υψηλής διατροφικής αξίας, με το 95% της παραγωγής να διατίθεται σε μεγάλα σούπερ μάρκετ, υπό τις εμπορικές επωνυμίες «Στράτης» και «Ο Κήπος της Ξάνθης». Παράλληλα, έχει ήδη αναπτυχθεί δυνατότητα εξαγωγών.

Η τεχνική διαχείριση του έργου περιλαμβάνει γεωτρήσεις σε σχετικά μικρό βάθος –περίπου 240 μέτρα– γεγονός που διευκόλυνε τη διαχείριση του γεωθερμικού ρευστού. Ο ομιλητής περιέγραψε χαρακτηριστικά τη δυσκολία των πρώτων βημάτων, με αποτυχημένες προσπάθειες εντοπισμού κατάλληλης θερμοκρασίας, προτού εντοπιστεί το πεδίο που ικανοποιούσε τις απαιτήσεις.

Σήμερα, το πρώτο επενδυτικό πλάνο έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, με την επιχείρηση να εξετάζει την επέκτασή της στο γειτονικό γεωθερμικό πεδίο της Νέας Κεσσάνης, μόλις 27 χιλιόμετρα από τη βασική εγκατάσταση. Εκεί, αναζητούνται εκτάσεις για την ανάπτυξη νέων θερμοκηπίων, καθώς η έλλειψη διαθέσιμης δημόσιας γης οδηγεί στην ανάγκη ιδιωτικών αγορών.

Ο σχεδιασμός του νέου έργου προβλέπει συνολική ανάπτυξη επιφάνειας 4.000 στρεμμάτων. Σύμφωνα με τον Λειβαδίτη, η αξιολόγηση των γεωθερμικών χαρακτηριστικών της Νέας Κεσσάνης βρίσκεται σε εξέλιξη, ενώ ήδη έχουν αρχίσει να γίνονται απαραίτητες προπαρασκευαστικές ενέργειες για την εξασφάλιση γης.

Παράλληλα, τόνισε την ανάγκη βελτιώσεων στο θεσμικό πλαίσιο, ειδικά σε ό,τι αφορά την περιβαλλοντική αδειοδότηση. Όπως σημείωσε, οι διαδικασίες παραμένουν χρονοβόρες και επιβαρυντικές, ζητώντας να επιτραπεί η διάνοιξη δοκιμαστικών γεωτρήσεων με λιγότερες διοικητικές επιβαρύνσεις, ώστε στη συνέχεια να μετατρέπονται σε παραγωγικές, μόλις αποδεικνύεται η καταλληλότητά τους.

Η στρατηγική επιβίωσης και διαρκούς επαναξιολόγησης των δεδομένων αποδείχθηκε, κατά τον ίδιο, το κλειδί της επιτυχίας: «Αυτό που κάναμε ήταν διαχείριση ρίσκου», είπε, υπογραμμίζοντας ότι κάθε βήμα σχεδιαζόταν με ακρίβεια, αποφεύγοντας τις παγίδες της υπερεπέκτασης χωρίς επαρκή τεκμηρίωση.

Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, η επένδυση των Θερμοκηπίων Θράκης δείχνει τον δρόμο για την πράσινη αγροτική ανάπτυξη, μέσα από την αξιοποίηση του εγχώριου υπόγειου πλούτου και με σεβασμό στην τοπική κοινωνία. «Δεν είμαστε απλώς ένα θερμοκήπιο χωρίς καμινάδα. Είμαστε ένα θερμοκήπιο με ιδανικές ενεργειακές καταναλώσεις και σχεδόν μηδενικό αποτύπωμα», κατέληξε ο Ευθύμιος Λειβαδίτης, επισημαίνοντας ότι η γεωθερμία αποτελεί πλέον όχι μόνο περιβαλλοντική, αλλά και οικονομική επιλογή βιωσιμότητας.

Διαβάστε ακόμη