«Η υδρογονοκίνηση είναι ένα στοίχημα και επιλέξαμε να είμαστε πρωταγωνιστές», δήλωσε ο Γιάννης Ραπτάκης, Γενικός Διευθυντής της Avin Oil, στο πλαίσιο της παρουσίασης του πρώτου εμπορικού σταθμού ανεφοδιασμού υδρογόνου στους Αγίους Θεοδώρους, υπό το εμπορικό σήμα της AVIN. Η φράση του αποτυπώνει τη στρατηγική πρόθεση του Ομίλου Motor Oil να προχωρήσει στην υλοποίηση υποδομών για ένα καύσιμο του μέλλοντος, σε μια αγορά που ακόμη βρίσκεται σε εμβρυϊκό στάδιο. Όπως παραδέχθηκαν στελέχη του Ομίλου, αυτή ακριβώς είναι η πρόκληση: να διαμορφώσεις την αγορά κάνοντάς την πράξη – και όχι να την περιμένεις να έρθει από μόνη της.

Το πρατήριο ανεφοδιασμού οχημάτων με υδρογόνο (Hydrogen Refueling Station – HRS) που δημιουργήθηκε στους Αγίους Θεοδώρους από την AVIN, αποτελεί μια καινοτόμα υποδομή υψηλής τεχνολογίας, η οποία ανταποκρίνεται στις αυστηρότερες ευρωπαϊκές προδιαγραφές ασφαλείας και σχεδιασμού. Είναι πλήρως λειτουργικό και εμπορικά προσβάσιμο, ικανό να εξυπηρετήσει τόσο οχήματα ελαφρού τύπου με πίεση 700 bar, όσο και βαρέα οχήματα με πίεση 350 bar, ανοίγοντας τον δρόμο για την υδρογονοκίνηση στην Ελλάδα.

Ο σταθμός διαθέτει ειδικές αντλίες που λειτουργούν μόνο υπό απόλυτα ασφαλείς συνθήκες, εξοπλισμένες με ανιχνευτές διαρροής, αισθητήρες θερμοκρασίας και πίεσης, καθώς και σύστημα αυτόματης διακοπής λειτουργίας σε περίπτωση αστοχίας. Όπως εξήγησαν τα στελέχη της AVIN, η σχεδίασή του διαφέρει ουσιωδώς από εκείνη ενός συμβατικού πρατηρίου καυσίμων, τόσο ως προς τον εξοπλισμό όσο και ως προς τα πρωτόκολλα λειτουργίας. Το προσωπικό έχει υποβληθεί σε εξειδικευμένη εκπαίδευση, με βάση διεθνή πρότυπα, ώστε να είναι σε θέση να χειρίζεται με ασφάλεια την υποδομή, ενώ για την κάθε φάση λειτουργίας υπάρχει πλήρες σχέδιο αντιμετώπισης συμβάντων.

Το πρατήριο σχεδιάστηκε για να λειτουργεί χωρίς αποκλίσεις και «γκρίζες ζώνες», όπως χαρακτηριστικά τονίστηκε. Η υποδομή του επιτρέπει τον ανεφοδιασμό οχήματος μέσα σε 3 λεπτά, επιτυγχάνοντας επίπεδα ταχύτητας αντίστοιχα των υγρών καυσίμων, γεγονός που το καθιστά ιδανικό για επαγγελματικές εφαρμογές με αυστηρά ωράρια και υψηλό αριθμό χιλιομέτρων. Επιπλέον, είναι διαστασιολογημένο για να εξυπηρετεί σταθερά φορτία βαρέων οχημάτων, όπως απορριμματοφόρα, λεωφορεία και φορτηγά, ενώ υποστηρίζει και τη σταδιακή είσοδο υδρογονοκίνητων επιβατικών αυτοκινήτων στην ελληνική αγορά.

Όπως επισημάνθηκε από τον Γιάννη Ραπτάκη, «είναι μια εγκατάσταση που έχει σχεδιαστεί ώστε να μην επιτρέπει ανθρώπινο λάθος». Η ακριβής μέτρηση της πίεσης και της θερμοκρασίας σε πραγματικό χρόνο, η απομόνωση του συστήματος σε περίπτωση διαρροής και η ηλεκτρονική επιτήρηση κάθε φάσης ανεφοδιασμού αποτελούν θεμελιώδη χαρακτηριστικά του σταθμού. Ο σταθμός συνοδεύεται από σύστημα SCADA, το οποίο δίνει πλήρη έλεγχο της λειτουργίας εξ αποστάσεως, ενώ κάθε πλήρωση καταγράφεται και αποτυπώνεται σε ψηφιακό σύστημα παρακολούθησης.

Παράλληλα, όπως αναφέρθηκε και από τον Κωνσταντίνο Χατζηφώτη, το συγκεκριμένο HRS αποτελεί την πιλοτική εφαρμογή ενός ευρύτερου προγράμματος ανάπτυξης πρατηρίων υδρογόνου στην Ελλάδα, στο πλαίσιο των έργων Triremes και Ephyra, με χρηματοδότηση από το CEF. Πρόκειται δηλαδή όχι μόνο για ένα τεχνικά προηγμένο έργο, αλλά και για το πρότυπο ενός νέου τύπου ενεργειακής υποδομής, που μπορεί να λειτουργήσει ως βάση για την κλιμάκωση της τεχνολογίας υδρογόνου στο οδικό δίκτυο της χώρας και της ευρύτερης περιοχής.

Σήμερα, το πρατήριο τροφοδοτείται με πράσινο υδρογόνο από τη Βιέννη, μέσω ειδικών κοντέινερ υψηλής καθαρότητας (99,997%), τα οποία διαθέτουν 111 φιάλες το καθένα και συνοδεύονται από πιστοποιήσεις μεταφοράς και αποθήκευσης. Από το 2026 και έπειτα, η Motor Oil σχεδιάζει να εντάξει στην τροφοδοσία και την παραγωγή πράσινου υδρογόνου από δική της μονάδα εντός Ελλάδας, ενισχύοντας περαιτέρω την τεχνολογική και επιχειρησιακή αυτάρκεια του εγχειρήματος.

Γιατί υδρογόνο;

Τα πλεονεκτήματα σύμφωνα με τον κ. Ραπτάκη είναι ξεκάθαρα και ιδιαίτερα κρίσιμα για τη μετάβαση σε καθαρές μεταφορές. Καταρχάς, κατά τη χρήση του δεν παράγονται ρύποι – το μοναδικό υποπροϊόν είναι υδρατμός, γεγονός που το καθιστά απόλυτα συμβατό με τις απαιτήσεις της κλιματικής ουδετερότητας. Επιπλέον, ο ανεφοδιασμός γίνεται σε μόλις τρία λεπτά, χρόνος απόλυτα συγκρίσιμος με αυτόν των συμβατικών καυσίμων, σε αντίθεση με την πολύωρη φόρτιση που απαιτούν οι μπαταρίες. Τα οχήματα υδρογόνου προσφέρουν αυτονομία έως 700 χιλιόμετρα για επιβατικά μοντέλα — και ακόμη μεγαλύτερη για βαρέα οχήματα, τα οποία επωφελούνται ιδιαιτέρως από την ενεργειακή πυκνότητα του καυσίμου.

Το υδρογόνο είναι επίσης ιδανικό για επαγγελματική χρήση, σε κλάδους όπως η εφοδιαστική αλυσίδα, οι δημοτικές συγκοινωνίες και τα απορριμματοφόρα, καθώς οι απαιτήσεις σε διαδρομές και αξιοπιστία είναι αυξημένες. Ακόμη, τα συστήματα κυψελών καυσίμου εμφανίζουν σαφώς χαμηλότερες ανάγκες συντήρησης από τους κινητήρες εσωτερικής καύσης, γεγονός που μεταφράζεται σε μειωμένο λειτουργικό κόστος. Τέλος, η δυνατότητα παραγωγής υδρογόνου από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας προσφέρει λύση σε ένα υπαρκτό ελληνικό πρόβλημα: την αξιοποίηση της πλεονάζουσας πράσινης ενέργειας που σήμερα δεν μπορεί να απορροφηθεί πλήρως από το ηλεκτρικό σύστημα.

Όπως εξήγησε ο κ. Ραπτάκης, το εγχείρημα βασίζεται στην παραδοχή ότι κάποιος πρέπει να κάνει την αρχή. «Δεν μπορείς να περιμένεις την αγορά να εμφανιστεί. Πρέπει πρώτα να δημιουργήσεις τις υποδομές – και μετά να φέρεις τον πελάτη», είπε χαρακτηριστικά. Το πρατήριο είναι έτοιμο να εξυπηρετήσει τόσο επιβατικά όσο και βαρέα οχήματα, με υποδομή που λειτουργεί σε 700 bar και 350 bar αντίστοιχα, ενώ διαθέτει σύστημα διαχείρισης ασφάλειας τελευταίας γενιάς.

Στο εγχείρημα καθοριστική είναι και η συμβολή της Coral Gas, θυγατρικής της Motor Oil, που ανέλαβε την προμήθεια του πρατηρίου με πράσινο υδρογόνο από τη Βιέννη. Όπως εξήγησε ο Γιώργος Χαριτόπουλος, η εταιρεία έχει ήδη εξασφαλίσει τέσσερα ειδικά μεταλλικά κοντέινερ, καθένα από τα οποία περιλαμβάνει 111 φιάλες με εσωτερική επένδυση πολυαιθυλενίου και συνοδεύεται από πιστοποιητικά καθαρότητας 99,997%. Η διαχείριση του υδρογόνου δεν είναι απλή υπόθεση – είναι ένα αέριο που συμπεριφέρεται τελείως διαφορετικά από οποιοδήποτε άλλο καύσιμο, και απαιτεί εξειδίκευση, ασφάλεια και προδιαγραφές σε όλα τα στάδια της αλυσίδας.

Η Coral δεν περιορίζεται στη λειτουργία του πρατηρίου· δηλώνει έτοιμη να παρέχει την ίδια τεχνογνωσία και σε άλλες ενεργειακές εφαρμογές, ενισχύοντας την παρουσία της στον τομέα της πράσινης ενέργειας. Το πράσινο υδρογόνο που σήμερα μεταφέρεται από την Αυστρία αποτελεί την προσωρινή λύση, μέχρι την έναρξη λειτουργίας της πρώτης μονάδας παραγωγής υδρογόνου της Motor Oil, που προβλέπεται να τεθεί σε λειτουργία το 2026.

Όπως σχολίασε ο Κωνσταντίνος Χατζηφώτης, Διευθυντής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του Ομίλου Motor Oil, η νέα μονάδα παραγωγής πράσινου υδρογόνου που σχεδιάζεται με ορίζοντα το 2026 δεν στοχεύει απλώς στην κάλυψη της τροφοδοσίας ενός σταθμού, αλλά στην ενίσχυση της τεχνικής και επιχειρησιακής αυτάρκειας ολόκληρης της αλυσίδας αξίας υδρογόνου. Όπως τόνισε, η μονάδα θα μπορεί να υποστηρίξει τη λειτουργία των επόμενων σταθμών ανεφοδιασμού που ήδη σχεδιάζονται στο πλαίσιο των έργων Triremes και Ephyra, τα οποία έχουν εξασφαλίσει συγχρηματοδότηση από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα Connecting Europe Facility (CEF) και δανειακή υποστήριξη από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. «Το ζητούμενο δεν είναι μόνο η εγκατάσταση πρατηρίων, αλλά η ολοκλήρωση της αλυσίδας — και εκεί ακριβώς εστιάζει η στρατηγική μας», σημείωσε. Παράλληλα, ανέφερε ότι το πράσινο υδρογόνο δεν προορίζεται μόνο για χρήση στις μεταφορές, αλλά και για εφαρμογές στη βιομηχανία και τις χημικές διεργασίες.

Από την πλευρά του, ο Γιώργος Χατζημαρκάκης, CEO της Hydrogen Europe, έδωσε έμφαση στο γεγονός ότι «μόνο όταν υπάρχουν υποδομές θα υπάρξει αγορά». Τόνισε ότι το 2024 λειτούργησαν 42 νέα πρατήρια υδρογόνου στην Ευρώπη, 30 στην Κίνα και 13 στις ΗΠΑ, ενώ ήδη ορισμένες χώρες εφαρμόζουν στρατηγικές μετατροπής του δικτύου φυσικού αερίου σε δίκτυο υδρογόνου. Ο CEO της Hydrogen Europe, ανέδειξε την απουσία εθνικού προτύπου για την τεχνική προτυποποίηση και πιστοποίηση των HRS, επισημαίνοντας ότι «χωρίς απλούστερο πλαίσιο, κάθε νέα εγκατάσταση θα ξεκινά από το μηδέν». Ο ίδιος υπογράμμισε την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα πρότυπο διαδικασίας – μια κανονιστική «καρτέλα» – που να διευκολύνει τις μελλοντικές επενδύσεις και να ενισχύσει τη συνολική ωρίμανση της αγοράς υδρογόνου στην Ελλάδα.

Το πρατήριο των Αγίων Θεοδώρων, παρότι λειτουργεί πιλοτικά, είναι πλήρως λειτουργικό και τεχνικά ώριμο να εξυπηρετήσει βαρέα οχήματα (λεωφορεία, απορριμματοφόρα, φορτηγά) από τη στιγμή που θα εμφανιστούν οι πρώτοι πελάτες. Το συμπέρασμα είναι σαφές: η υδρογονοκίνηση στην Ελλάδα ξεκίνησε — όχι επειδή υπήρχε η ανάγκη, αλλά επειδή κάποιος δημιούργησε τις προϋποθέσεις. Το αν αυτό το στοίχημα θα δικαιωθεί, θα εξαρτηθεί από την ταχύτητα με την οποία θα ακολουθήσουν οι επόμενοι κρίκοι στην αλυσίδα.

Διαβάστε ακόμη