Για «απαράδεκτη στάση» που ταιριάζει μόνο σε «καθεστώς αποικιοκρατίας», κάνει λόγο με δήλωση του στο energygame.gr ο πρόεδρος της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας, Αντώνης Κοντολέων, σχολιάζοντας τη στάση της ΔΕΔΑ σε ό,τι αφορά την επιστροφή ποσού ύψους 8,8 εκατ. ευρώ, στο πλαίσιο των αντισταθμιστικών μέτρων για τη επιβάρυνση που προέκυψε από το προσωρινό τέλος διανομής φυσικού αερίου, το οποίο είχε επιβληθεί από τις 14 Αυγούστου 2015 έως την 1η Δεκεμβρίου 2016.

Η ΕΒΙΚΕΝ απέστειλε σχετική επιστολή για το θέμα προς τη Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) για δεύτερη φορά μετά τον περασμένο Νοέμβριο, ζητώντας από τη ρυθμιστική αρχή να ασκήσει όλες τις εξουσίες της, «ενόψει του ότι η ΔΕΔΑ καταχρηστικά δεν συμμορφώνεται με τις αποφάσεις της» και συγκεκριμένα με τους όρους των αποφάσεων 1058/2020,727/2021 και 728/2021. Παράλληλα, η ΕΒΙΚΕΝ καλεί τη ΡΑΑΕΥ να την ενημερώσει σχετικά με τις ενέργειες της προς αυτή την κατεύθυνση.

Ο κ. Κοντολέων επισημαίνει ότι η ΔΕΔΑ τηρεί αδιάλλακτη στάση, μολονότι έχει γίνει δέκτης συμβιβαστικών προτάσεων για την άρση του αδιεξόδου και εκφράζει την αγανάκτηση του, καθώς η εταιρεία «δεν σέβεται τους ίδιους τους πελάτες της». Όπως αναφέρει ο κ. Κοντολέων, «όταν η ΔΕΔΑ έκανε ασφαλιστικά μέτρα στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, επικαλέστηκε οικονομική αδυναμία λόγω δανεισμού, ενώ οι εμπειρογνώμονες από την πλευρά της βιομηχανίας τόνισαν ότι η ΔΕΔΑ έχει την οικονομική δυνατότητα να καταβάλει τα σχετικά ποσά, καθώς διανέμει μερίσματα προς το βασικό μέτοχο της εταιρείας».

Στην επιστολή της η ΕΒΙΚΕΝ αναφέρει ότι η ΔΕΔΑ έχει ασκήσει αιτήσεις αναίρεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), εναντίον των αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου 1895/2023, 1897/203 και 1901/2023 με τις οποίες ακυρώθηκαν οι προσφυγές της εναντίον των αποφάσεων 727/2021, 728/2021, 729/2021 και 1058/2020 της ρυθμιστικής αρχής με τις οποίες εγκρίθηκαν οι όροι και τα ποσά τα οποία οφείλει η ΔΕΔΑ να επιστρέψει σε συγκεκριμένες βιομηχανίες

«Σύμφωνα με τα άρθρα 52, 54 και 65 του ΠΔ 18/89 (Κωδικοποίηση νόμων ΣτΕ), η άσκηση της αίτησης αναίρεσης ενώπιον του ΣτΕ δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, ενώ άλλωστε δεν κατοχυρώνεται η δυνατότητα άσκησης αίτησης αναστολής εκτέλεσης δικαστικής απόφασης, κατά της οποίας έχει ασκηθεί αίτηση αναίρεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (11/2020 Επιτροπή Αναστολών ΣτΕ)», υπογραμμίζει η ΕΒΙΚΕΝ και προσθέτει ότι «με δεδομένο ότι δεν προβλέπεται διαδικασία μέσω της οποίας θα ήταν δυνατό, σε περίπτωση άσκησης αίτησης αναίρεσης ενώπιον του ΣτΕ, να διαταχθεί η αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης δικαστικής απόφασης, είναι σαφές ότι η ΔΕΔΑ υποχρεούται να συμμορφωθεί άμεσα με τα διατακτικά των ανωτέρω αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών».