Αν το 2025 έπρεπε να έχει έναν πρωταγωνιστή, αυτός σίγουρα θα ήταν ο τομέας της ενέργειας. Ήταν η χρονιά που η ελληνική αγορά εγκατέλειψε οριστικά την απομόνωση και την εσωστρέφεια και εξελίχθηκε σε βασικό κρίκο της ευρωπαϊκής και διατλαντικής ενεργειακής αρχιτεκτονικής, με επενδύσεις, συμφωνίες και στρατηγικές αποφάσεις που άλλαξαν τις ισορροπίες.
Η ενεργειακή «φαρέτρα» της Ελλάδας κατέγραψε το τελευταίο διάστημα επιτυχίες και ανακατατάξεις, αλλά και την προσπάθεια των βασικών παικτών της αγοράς να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της εποχής μέσα από νέες στρατηγικές, εξαγορές και επενδυτικά σχέδια. Ο ρεαλισμός αναδείχθηκε σε καθοριστικό παράγοντα, επιβεβαιώνοντας ότι η ενεργειακή μετάβαση δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατα «πράσινη», αλλά απαιτεί ισορροπίες, ευελιξία και προσαρμογή στις πραγματικές συνθήκες της αγοράς και του συστήματος.
Νέα πολιτική ηγεσία και στροφή στον ρεαλισμό
Το 2025 σημαδεύτηκε από εκτεταμένες αλλαγές, τεχνικές και επιχειρηματικές, αλλά πρωτίστως θεσμικές. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας πέρασε σε νέα πολιτική ηγεσία, με τον Σταύρος Παπασταύρου να αναλαμβάνει τη σκυτάλη από τον Θόδωρος Σκυλακάκης. Παράλληλα, ο Νίκος Τσάφος διαδέχθηκε την Αλεξάνδρα Σδούκου στη θέση του υφυπουργού Ενέργειας, ενώ στη θέση της Γενικής Γραμματέως Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών ανέλαβε η Δέσποινα Παληαρούτα, παίρνοντας τα ηνία από τον Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης. Η νέα σύνθεση της πολιτικής ηγεσίας έδωσε από την πρώτη στιγμή το στίγμα μιας διαφορετικής προσέγγισης, με έμφαση στον ρεαλισμό και την επαναξιολόγηση κρίσιμων ενεργειακών επιλογών.
Υδρογονάνθρακες σε πρώτο πλάνο
Η νέα προσέγγιση αποτυπώθηκε στο γεγονός πως σαράντα χρόνια μετά την τελευταία υπεράκτια γεώτρηση στα ελληνικά νερά, η χώρα ετοιμάζεται να επιστρέψει στον ενεργειακό της βυθό. O «μαραθώνιος» των υδρογονανθράκων ξεκίνησε, αλλά η διαδρομή από τις υπογραφές μέχρι τη φλόγα της παραγωγής είναι γεμάτη αυστηρά χρονοδιαγράμματα. Κομβικό σημείο αυτής της εξέλιξης αποτελεί η στρατηγική σύμπραξη της ExxonMobil με τις Energean και HELLENiQ ENERGY στο «Μπλοκ 2». Η δυναμική αυτή ενισχύεται και από το γεγονός πως μέσα στο 2025 προκηρύχθηκαν τέσσερις νέες θαλάσσιες περιοχές –«A2», «Νότια της Πελοποννήσου», «Νότια της Κρήτης 1» και «Νότια της Κρήτης 2»– υπερδιπλασιάζοντας το εθνικό χαρτοφυλάκιο παραχωρήσεων.
Η εξέλιξη αυτή προσέλκυσε το ενδιαφέρον της Chevron, ενός επενδυτών διεθνούς βεληνεκούς. Η Chevron φιγουράρει πλέον στην κορυφή των ενεργών παραχωρησιούχων στην Ελλάδα. Με τρεις περιοχές υπό την ομπρέλα της– μία νοτίως της Πελοποννήσου, για την οποία υπέβαλε εκδήλωση ενδιαφέροντος τον Ιανουάριο του 2025, και δύο επιπλέον νοτίως της Κρήτης – η αμερικανική εταιρεία στοχεύει σε συνολική έκταση άνω των 46.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Η προσθήκη του μπλοκ «Α2» νοτίως της Πελοποννήσου, καθιστά τη Chevron τον μεγαλύτερο διεκδικητή ερευνητικών περιοχών στην Ελλάδα.
Η συγκυρία είναι ευνοϊκή, καθώς στο νέο ενεργειακό αφήγημα η ενέργεια συνδέεται πλέον άρρηκτα με τη γεωπολιτική. Η στροφή αρκετών κυβερνήσεων προς το αναδυόμενο ενεργειακό δόγμα της Ουάσιγκτον –το «drill baby drill» της διοίκησης Τραμπ– λειτουργεί ως καταλύτης για την αναθεώρηση στρατηγικών από κοινού με την κατάρτιση οδικού χάρτη για την πλήρη απεξάρτηση της ΕΕ από τα ρωσικά καύσιμα έως το τέλος του 2027.
Νέος πρωταγωνιστής το LNG
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αναδύθηκε και η δυναμική αγορά του LNG. Επί της ουσίας, το 2025, καταγράφεται ως η χρονιά κατά την οποία «κλείδωσε» το πρώτο μεγάλο LNG deal, έδωσε εμπορική υπόσταση στον Κάθετο Διάδρομο και έθεσε τις βάσεις για την ανάδειξη της Ελλάδας σε κεντρικό κόμβο αμερικανικού LNG προς την Κεντρική, Ανατολική και Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Η σύμπραξη των AKTOR και ΔΕΠΑ Εμπορίας στην κοινή εταιρεία Atlantic-SEE LNG Trade ήταν το όχημα που «εξασφάλισε» μαζί με την αμερικανική Venture Global το πρώτο μακροχρόνιο συμβόλαιο LNG στην περιοχή, με τις υπογραφές του επικεφαλής του Ομίλου AKTOR Αλέξανδρος Εξάρχου και του Διευθύνοντος Συμβούλου της ΔΕΠΑ Εμπορίας Κώστας Ξιφαράς.
Η εν λόγω συμφωνία λειτούργησε ως καταλύτης και άνοιξε τον δρόμο για νέες αντίστοιχες συμφωνίες και έθεσε τις βάσεις για την ενεργοποίηση επενδύσεων σε υποδομές φυσικού αερίου –τερματικά LNG και αύξηση δυναμικότητας αγωγών– που αποτελούν προϋπόθεση για τη διοχέτευση μεγάλων ποσοτήτων αμερικανικού LNG με πύλη εισόδου την Ελλάδα.
Σε αυτό το περιβάλλον, καταγράφεται και μία ακόμη θετική εξέλιξη για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, καθώς με εξωδικαστική συμφωνία –στο παρά πέντε της διεθνούς διαιτησίας– έκλεισε οριστικά η πολυετής διαμάχη της ΔΕΠΑ Εμπορίας με τη Gazprom, διασφαλίζοντας τη συνέχιση της προμήθειας ρωσικού φυσικού αερίου σε ανταγωνιστικότερες τιμές και αποτρέποντας σοβαρούς κινδύνους για την αγορά.
Το 2025 πάντως εκτός από τα deals στο LNG, ο Όμιλος AKTOR έκανε ιδιαίτερα αισθητή την παρουσία του και στην ενέργεια, ενισχύοντας αποφασιστικά έναν νέο στρατηγικό πυλώνα πέραν των κατασκευών και των παραχωρήσεων. Η ενέργεια πέρασε στο επίκεντρο του επιχειρηματικού σχεδιασμού, με τον Όμιλο να ανακοινώνει επενδύσεις ύψους 1,4 δισ. ευρώ σε έργα ΑΠΕ συνολικής ισχύος 1,3 GW έως το 2028. Σύμφωνα με το επιχειρηματικό σχέδιο της πενταετίας 2025–2030, ο ενεργειακός τομέας αναμένεται να αποφέρει πωλήσεις περίπου 167 εκατ. ευρώ και EBITDA της τάξης των 135 εκατ. ευρώ έως το 2030. Ο επικεφαλής του Ομίλου, Αλέξανδρος Εξάρχου, έχει καταστήσει σαφές ότι ο συγκεκριμένος τομέας θα αποτελέσει βασική προτεραιότητα, σηματοδοτώντας τη στρατηγική στροφή της AKTOR σε ένα πιο πολυδιάστατο και ενεργειακά προσανατολισμένο μοντέλο ανάπτυξης.
Οι μεγάλοι παίκτες επαναχαράσσουν στρατηγικές
Και ενώ ο AKTOR διαμόρφωσε το 2025 νέες ισορροπίες, το σύνολο των παικτών της αγοράς άφησε το δικό του αποτύπωμα, διαμορφώνοντας μια διαφορετική δυναμική στην ενεργειακή «πίστα» και αναδεικνύοντας ένα τοπίο αυξημένου ανταγωνισμού και ανακατατάξεων.
Το 2025 αποτέλεσε χρονιά-ορόσημο και για τη ΔΕΗ, με τη διοίκηση να παρουσιάζει ένα επικαιροποιημένο στρατηγικό αφήγημα που «κουμπώνει» πάνω στον επιτυχημένο μετασχηματισμό της περιόδου 2021–2024. Ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος Γιώργος Στάσσης έθεσε τις βάσεις για το επόμενο αναπτυξιακό άλμα, με στόχο EBITDA 2,9 δισ. ευρώ έως το 2028 και επενδύσεις 10,1 δισ. ευρώ, δίνοντας σαφές εξωστρεφές στίγμα.
Η στρατηγική της ΔΕΗ εστιάζει στο τέλος της λιγνιτικής εποχής έως το 2026, στη μαζική ανάπτυξη ΑΠΕ και αποθήκευσης, στην ενίσχυση της ευέλικτης παραγωγής με φυσικό αέριο, στην περιφερειακή επέκταση στον βαλκανικό ενεργειακό διάδρομο και στην είσοδο σε νέους τομείς, όπως οι τηλεπικοινωνίες και τα data centers. Με καθετοποιημένο μοντέλο, διεθνοποίηση και έμφαση στις ψηφιακές τεχνολογίες, η ΔΕΗ το 2025 επιβεβαίωσε ότι περνά σε μια νέα φάση, διεκδικώντας ρόλο powertech πρωταθλήτριας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Το 2025 αποτέλεσε χρονιά στρατηγικής καμπής και για τη Metlen, η οποία επιβεβαίωσε τον διεθνή της μετασχηματισμό σε πολλαπλά επίπεδα. Με την εισαγωγή της στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου τον Αύγουστο και την ένταξή της στον δείκτη FTSE 100, η εταιρεία αναβάθμισε θεαματικά το διεθνές της αποτύπωμα, σε μια περίοδο που το City έχανε μεγάλα ονόματα. Παράλληλα, ο Εκτελεστικός Πρόεδρος Ευάγγελος Μυτιληναίος παρουσίασε τον τρίτο εταιρικό μετασχηματισμό (Big Three), αναδιαρθρώνοντας ριζικά τους τομείς ενέργειας και μετάλλων, με στόχο EBITDA 2 δισ. ευρώ σε ορίζοντα 3–5 ετών.
Η Metlen το 2025 βρέθηκε στο επίκεντρο των γεωπολιτικών εξελίξεων, με έντονο αμερικανικό ενδιαφέρον για την παραγωγή γαλλίου – κρίσιμη πρώτη ύλη για την ενεργειακή μετάβαση και έθεσε τις βάσεις για περαιτέρω ανάπτυξη σε κρίσιμες πρώτες ύλες, άμυνα, ενέργεια και υποδομές. Σε ένα έτος πυκνών εξελίξεων, η Metlen επιβεβαίωσε ότι μετατρέπεται από ελληνικό βιομηχανικό πρωταθλητή σε πολυδιάστατο διεθνή όμιλο με ρόλο στον νέο ευρωπαϊκό και γεωπολιτικό χάρτη. O κύκλος αναδιάρθρωσης και συγκέντρωσης που στιγμάτισε την αγορά ηλεκτρισμού το 2025.
Η HELLENiQ ENERGY έδωσε νέο στίγμα στον μετασχηματισμό της, περνώντας σε «νέα σελίδα» στον ηλεκτρισμό και το φυσικό αέριο μέσω του rebranding της πρώην Elpedison σε Enerwave, μετά την πλήρη εξαγορά του ποσοστού της ιταλικής Edison. H Enerwave επιδιώκει να διπλασιάσει το μερίδιο της στο ρεύμα από 6% σήμερα στο 12%, να διπλασιάσει την εγκατεστημένη ισχύ της ηλεκτροπαραγωγής από 1,3 GW (σε ΑΠΕ και θερμικές μονάδες) σε 2,6 GW αλλά και να επεκταθεί και στο εξωτερικό.
Συγχωνεύσεις και προκλήσεις
Κομβικό ρόλο στο νέο αυτό τοπίο διαδραματίζει η στρατηγική συμμαχία ΗΡΩΝ–NRG, που ανακοινώθηκε τον περασμένο Ιούλιο και αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός του πρώτου τριμήνου του 2026. Το νέο σχήμα (UtilityCo) θα συγκεντρώνει μερίδιο περίπου 17% στην προμήθεια, με περίπου 500.000 πελάτες και θερμοηλεκτρικό χαρτοφυλάκιο 1,5 GW ευέλικτων μονάδων, κρίσιμων για την εξισορρόπηση του συστήματος σε περιβάλλον αυξημένης διείσδυσης ΑΠΕ.
Η χρόνια είχε όμως και εξαγορές. Η ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ πέρασε σε νέα εποχή, καθώς με την ολοκλήρωση της εξαγοράς του 100% από τη Masdar ενσωματώνεται σε έναν από τους ισχυρότερους διεθνείς παίκτες των ΑΠΕ, αποκτώντας ισχυρό κεφαλαιακό υπόβαθρο για την επιτάχυνση των επενδύσεών της σε Ελλάδα και Ευρώπη. Στο ίδιο μήκος κύματος αναδιάταξης του επιχειρηματικού χάρτη, η Motor Oil ολοκλήρωσε την εξαγορά του 94,44% της ΗΛΕΚΤΩΡ από την ΕΛΛΑΚΤΩΡ, ενισχύοντας αποφασιστικά την παρουσία της στην κυκλική οικονομία και δημιουργώντας έναν ισχυρό περιφερειακό πόλο σε διαχείριση απορριμμάτων, ανάκτηση υλικών και παραγωγή ενέργειας από απόβλητα.
Στο ίδιο πλαίσιο κομβικών εξελίξεων για το ελληνικό ενεργειακό σύστημα, ολοκληρώθηκε και τέθηκε σε κανονική λειτουργία η ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτη – Αττική, υπό την ευθύνη του ΑΔΜΗΕ μέσω της Ariadne Interconnection, σηματοδοτώντας την οριστική άρση της ενεργειακής απομόνωσης της Κρήτης και την ενσωμάτωσή της στο Εθνικό Ηλεκτρικό Σύστημα με όρους ασφάλειας, βιωσιμότητας και μακροχρόνιου οικονομικού οφέλους.
Ωστόσο, η χρονιά δεν έκλεισε χωρίς σκιές. Οι αποχωρήσεις ξένων επενδυτών, όπως της EDPR και της ABO Wind, ανέδειξαν ένα σαφές μελανό σημείο για την ελληνική αγορά ΑΠΕ: τη σταδιακή φθορά της επενδυτικής εμπιστοσύνης σε ένα περιβάλλον αυξημένης ρυθμιστικής και θεσμικής αβεβαιότητας. Πρόκειται για ένα προειδοποιητικό σήμα που, αν δεν αντιμετωπιστεί με έγκαιρες και δομικές παρεμβάσεις, κινδυνεύει να ανακόψει τη δυναμική της ενεργειακής μετάβασης και να συρρικνώσει τον υγιή ανταγωνισμό τα επόμενα χρόνια.
