Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται ένα βήμα πριν την πλήρη εφαρμογή ενός από τα πιο φιλόδοξα περιβαλλοντικά και εμπορικά της εγχειρήματα: του Μηχανισμού Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (Carbon Border Adjustment Mechanism – CBAM). Από την 1η Ιανουαρίου 2026, τα προϊόντα που εισάγονται στην ΕΕ θα επιβαρύνονται με κόστος ανάλογο με τις εκπομπές CO₂ που συνδέονται με την παραγωγή τους, με στόχο την προστασία των ευρωπαϊκών παραγωγών, την αποτροπή της λεγόμενης «διαρροής άνθρακα», και την ενίσχυση της παγκόσμιας απανθρακοποίησης.

Με τον CBAM, η Ε.Ε. δημιουργεί νέους κανόνες αγοράς που θέτουν τον άνθρακα στο επίκεντρο του διεθνούς εμπορίου. Από την καθημερινή λειτουργία παραγωγών και εισαγωγικών επιχειρήσεων μέχρι τις διπλωματικές σχέσεις με μεγάλες εξαγωγικές χώρες, ο νέος αυτός μηχανισμός αναμένεται να διαμορφώσει το περιβάλλον της πράσινης οικονομίας για τα επόμενα χρόνια.

«Σκοπός του CBAM είναι να διασφαλίσει ότι οι ευρωπαίοι παραγωγοί στους τομείς του χάλυβα, του αλουμινίου, του τσιμέντου και των λιπασμάτων, οι οποίοι καταβάλλουν κανονικά το κόστος του ETS, δεν θα βρίσκονται σε μειονεκτική θέση σε σύγκριση με εισαγωγές από τρίτες χώρες που παράγουν και εξάγουν προς την ΕΕ χωρίς να πληρώνουν τιμή για το CO₂ και χωρίς αντίστοιχους περιβαλλοντικούς κανονισμούς» αναφέρει στο energygame.gr o κ. Γεράσιμος Θωμάς, Γενικός Διευθυντής στη Γενική Διεύθυνση Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης (DG TAXUD) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Όπως εξηγεί «αποτελεί μόνο ένα από τα εργαλεία πολιτικής που χρησιμοποιούνται για τη διασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού για τους ευρωπαίους παραγωγούς. Η αξία του αποδεικνύεται από το γεγονός ότι παραγωγοί προϊόντων καθοδικών κλάδων έχουν ζητήσει την ένταξη των τομέων τους στο CBAM.

Οι κανονισμοί του CBAM και η εκτελεστική νομοθεσία μόλις δημοσιεύθηκαν και η αποτελεσματικότητά τους θα δοκιμαστεί τα επόμενα δύο χρόνια».

Σύμφωνα με τον κ. Θωμά, μια ακόμη αναθεώρηση θα πραγματοποιηθεί πριν από το τέλος του 2027 ενώ όπως τονίζει το εργαλείο λειτουργεί καλύτερα τόσο για τους παραγωγούς της ΕΕ όσο και για εκείνους τρίτων χωρών που επενδύουν στη μείωση των ενσωματωμένων εκπομπών τους. Δεν προβλέπει εξαιρέσεις για καμία τρίτη χώρα και περιλαμβάνει αυστηρά μέτρα κατά της καταστρατήγησης. Σημειώνεται, δε, ότι ήδη, περί τις 80 χώρες διεθνώς εφαρμόζουν ή θεσπίζουν συστήματα φορολόγησης άνθρακα και τιμολόγησης των εκπομπών CO₂, σε σημαντική έκταση, μεταξύ άλλων και ως αποτέλεσμα της επικείμενης εφαρμογής τουCBAM.

Τι είναι ο CBAM

Η λογική του CBAM είναι απλή στην έννοια αλλά παρουσιάζει προκλήσεις στην εφαρμογή του: Στην Ευρώπη, οι παραγωγοί προϊόντων υψηλής έντασης άνθρακα, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο, το τσιμέντο, τα λιπάσματα ή το υδρογόνο, καταβάλλουν ήδη κόστος για τις εκπομπές τους μέσω του Συστήματος Εμπορίας Εκπομπών (EU ETS). Όταν αντίστοιχα προϊόντα εισάγονται από χώρες με χαλαρότερους περιβαλλοντικούς περιορισμούς, δημιουργείται αθέμιτος ανταγωνισμός και κινδυνεύει η ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, ενώ οι παγκόσμιες εκπομπές δεν μειώνονται – δηλαδή η παραγωγή απλώς μεταφέρεται εκτός ΕΕ, χωρίς ουσιαστικό όφελος για το κλίμα.

Ο CBAM επιβάλλει μια οικονομική επιβάρυνση στις εισαγωγές που συνδέεται με το ανθρακικό τους αποτύπωμα. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι οι εισαγωγείς θα πρέπει να αγοράζουν και να παραδίδουν πιστοποιητικά CBAM, τα οποία αντικατοπτρίζουν το κόστος CO₂ που καταβάλλεται από τους ευρωπαϊκούς παραγωγούς στο πλαίσιο του EU ETS.

Τα προϊόντα που θα καλύπτονται αρχικά περιλαμβάνουν χάλυβα, σίδηρο, αλουμίνιο, τσιμέντο, λιπάσματα, υδρογόνο και ηλεκτρική ενέργεια.
Σταδιακά, η ΕΕ σχεδιάζει την επέκταση σε προϊόντα downstream, όπως ανταλλακτικά αυτοκινήτων, πλυντήρια ρούχων, δομικά υλικά και μηχανήματα, καθώς και σε έμμεσες εκπομπές για όλους τους τομείς υψηλής έντασης άνθρακα.

Τι έχει γίνει έως σήμερα

Η εφαρμογή του CBAM ξεκίνησε με μια μεταβατική περίοδο από τον Οκτώβριο 2023 έως τον Δεκέμβριο 2025. Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης, οι εισαγωγείς υποβάλλουν εκθέσεις για τις εκπομπές των εισαγόμενων προϊόντων, χωρίς να επιβαρύνονται οικονομικά. Παράλληλα, λειτουργεί το Μεταβατικό Μητρώο CBAM, που καταγράφει τις εισαγωγές και τις εκπομπές, παρέχοντας στην Επιτροπή τα απαραίτητα στοιχεία για να αξιολογήσει τις επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα, τον κίνδυνο διαρροής άνθρακα και τις πιθανές καταστρατηγήσεις. Η μεταβατική περίοδος επέτρεψε επίσης την αξιολόγηση των διεθνών επιπτώσεων, ειδικά σε Λιγότερο Ανεπτυγμένες Χώρες και την Ουκρανία, με προτάσεις για απλουστεύσεις.

Τα επόμενα βήματα

Η πλήρης εφαρμογή ξεκινά στις 1 Ιανουαρίου 2026, όταν ο CBAM θα καταστεί πραγματικό οικονομικό εργαλείο. Οι εισαγωγές βασικών βιομηχανικών προϊόντων θα επιβαρύνονται με κόστος που αντανακλά το ανθρακικό τους αποτύπωμα.

Η τελική τιμή CO₂ για το έτος 2026 θα καθοριστεί τον Φεβρουάριο του 2027, γεγονός που δημιουργεί αβεβαιότητα στον προγραμματισμό των επιχειρήσεων, οι οποίες πρέπει να παραγγείλουν προϊόντα πριν γνωρίζουν το ακριβές κόστος. Για εισαγωγές μικρότερες των 50 τόνων ετησίως προβλέπεται εξαίρεση, γεγονός που καλύπτει πάνω από το 99% των συνολικών εκπομπών από εισαγόμενα CBAM προϊόντα.

Παράλληλα, δημιουργείται το Προσωρινό Ταμείο Απανθρακοποίησης, με στόχο τη στήριξη των ευρωπαϊκών παραγωγών που εξακολουθούν να διατρέχουν κίνδυνο διαρροής άνθρακα κατά τα έτη 2026–2027. Το Ταμείο χρηματοδοτείται από το 25% των εσόδων CBAM για τα έτη εισαγωγής 2026 και 2027 και λειτουργεί ως προσωρινή «γέφυρα» έως την ολοκλήρωση της αναθεώρησης του EU ETS μέσα στο 2026.

Τα επόμενα βήματα επέκτασης του μηχανισμού

Η στρατηγική ενίσχυσης και επέκτασης του CBAM θα γίνει σε δύο φάσεις:

1. Στην πρώτη (2026–2027) προβλέπεται η επέκταση σε προϊόντα καθοδικού σταδίου και η ενίσχυση των κανόνων κατά της καταστρατήγησης, ενώ εισάγεται εκτελεστική πράξη για την αφαίρεση της τιμής άνθρακα που έχει ήδη καταβληθεί σε τρίτες χώρες. Η επιλογή των προϊόντων καθοδικού σταδίου βασίζεται σε τρία βασικά κριτήρια:

  • την τεχνική εφικτότητα απόδοσης εκπομπών στο τελικό προϊόν,
  • τον δείκτη μετακύλισης κόστους που εκτιμά πόσο το κόστος άνθρακα των εισροών CBAM επηρεάζει το συνολικό κόστος,
  • την ένταση εμπορίου ως δείκτη εμπορευσιμότητας.

Έχουν καθοριστεί ορόσημα (10%, 5%, 150 χιλιάδες τόνοι) και δίνεται προτεραιότητα σε προϊόντα με υψηλή κλιματική σημασία. Προτεραιότητα δίνεται, επίσης, στη χρήση πραγματικών εκπομπών, ενώ σε περίπτωση χρήσης προκαθορισμένων τιμών δεν προβλέπεται προσαύξηση για προϊόντα downstream.

2. Η δεύτερη φάση (2027 και μετά) αφορά την επέκταση σε έμμεσες εκπομπές για όλα τα CBAM προϊόντα, καθώς και την ένταξη νέων τομέων όπως τα χημικά, το χαρτί και ο πολτός, ενώ αξιολογούνται οι διεθνείς επιπτώσεις και προτείνονται απλουστεύσεις για Λιγότερο Ανεπτυγμένες Χώρες και την Ουκρανία.

Η Επιτροπή λαμβάνει επίσης μέτρα για την αντιμετώπιση πιθανών καταστρατηγήσεων, όπως το κλείσιμο κενών στο πεδίο CBAM, η ένταξη προϊόντων καθοδικού σταδίου, η απόδοση εκπομπών σε προ-καταναλωτικά μεταλλικά απορρίμματα, και η δυνατότητα εφαρμογής προκαθορισμένων τιμών σε περιπτώσεις ψευδών δηλώσεων. Στην περίπτωση της ηλεκτρικής ενέργειας, ο CBAM βελτιώνει τη μεθοδολογία υπολογισμού ενσωματωμένων εκπομπών, ενισχύει τις επενδύσεις σε πράσινη ενέργεια σε τρίτες χώρες, και προσαρμόζει τις προκαθορισμένες τιμές για να αντανακλούν το πραγματικό ενεργειακό μείγμα των εξαγωγικών χωρών. Απλοποιούνται επίσης οι όροι δήλωσης πραγματικών εκπομπών και εισάγονται συμβάσεις αγοράς ενέργειας (PPAs).

Ανησυχία για γραφειοκρατικά εμπόδια

Οι επιχειρήσεις προειδοποιούν για «κόστος εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ» και για γραφειοκρατικό φόρτο. Ο Rainer Rohloff της ETF Group στη Φρανκφούρτη σημειώνει ότι το σύστημα είναι «ανώριμο», ενώ ο Dirk Jandura από τον Ομοσπονδιακό Σύνδεσμο Χονδρικού και Εξωτερικού Εμπορίου προειδοποιεί για κινδύνους αποτυχίας στην πράξη. Διεθνείς εταίροι όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, θεωρώντας τον CBAM άδικο και περιοριστικό για τις εξαγωγές τους. Παρά τις αντιδράσεις, χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία έχουν ήδη ξεκινήσει ή επεκτείνει τα δικά τους συστήματα τιμολόγησης άνθρακα, γεγονός που οι Βρυξέλλες θεωρούν επιτυχία του CBAM.

Διαβάστε ακόμη