Πάνω σε τρεις καθοριστικούς άξονες – το ρυθμιστικό πλαίσιο, την ταχύτητα υλοποίησης και τη βιωσιμότητα των επενδύσεων – πατά πλέον η φωνή της αγοράς αποθήκευσης, η οποία εκφράζει ολοένα και πιο έντονη αγωνία για το μέλλον των μπαταριών στην Ελλάδα. Οι επενδυτές και οι άνθρωποι της αγοράς μιλώντας στο Renewable & Storage Forum ζήτησαν σαφείς κανόνες για τα έργα merchant, σταθερότητα στα έσοδα και γρήγορη πρόσβαση στο δίκτυο, ενώ η Πολιτεία, από την πλευρά της, προειδοποίησε ότι κάθε καθυστέρηση μπορεί να τινάξει το πρόγραμμα εκτροχιασμού στον αέρα.

Ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νίκος Τσάφος έκοψε την κουβέντα περί «αιώνιων παρατάσεων», ξεκαθαρίζοντας ότι για τις merchant μπαταρίες χρειάζονται διευκρινίσεις στους όρους της υπουργικής –«ωστόσο δε θα χρειαστεί νέα»– και προειδοποίησε: «Αν αρχίσουμε να δίνουμε παρατάσεις, σίγουρα θα βγούμε εκτός προθεσμιών Ταμείου Ανάκαμψης». Στο ίδιο μήκος κύματος, η Γενική Γραμματέας του ΥΠΕΝ, Δέσποινα Παληαρούτα, περιέγραψε το πλαίσιο: περικοπές, αρνητικές τιμές και περιορισμένη πρόσβαση στο δίκτυο καθιστούν τα εργαλεία ευελιξίας και εξισορρόπησης «όχι επιλογή, αλλά απόλυτη αναγκαιότητα».

Από την άλλη πλευρά, η αγορά ζητά ταχύτητα, σαφήνεια και επίλυση των εκκρεμοτήτων που κρατούν «παγωμένα» τα cash-flows και απειλούν την ορμή των επενδύσεων. Οι εκπρόσωποι του κλάδου τονίζουν ότι χωρίς σταθερό πλαίσιο, προβλεψιμότητα στα έσοδα και επιτάχυνση των διαδικασιών σύνδεσης, η αποθήκευση κινδυνεύει να μείνει στα χαρτιά. Ο Σταύρος Παπαθανασίου (ΕΜΠ) επεσήμανε ότι τα έργα merchant παραμένουν ουσιαστικά στάσιμα, ο Βίκτωρ Παπακωνσταντίνου (MORE) έκανε λόγο για «εύλογη ανησυχία» λόγω θεσμικών καθυστερήσεων, ενώ ο Κωνσταντίνος Μαύρος (ΔΕΗ Ανανεώσιμες) έθεσε ως προϋπόθεση για την ωρίμανση του κλάδου τις γρήγορες συνδέσεις και τους νέους μηχανισμούς εσόδων. Το μήνυμα είναι κοινό και σαφές: το ΥΠΕΝ κρατά το κουμπί της αγοράς, ενώ η αγορά απαιτεί να προχωρήσουν άμεσα οι υποδομές και οι ρυθμίσεις που θα μετατρέψουν το σημερινό επενδυτικό momentum σε πραγματική ισχύ για το σύστημα.

Η γραμμή του ΥΠΕΝ

Ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νίκος Τσάφος, έκοψε την κουβέντα περί «αιώνιων παρατάσεων», ξεκαθαρίζοντας ότι για τις merchant μπαταρίες χρειάζονται διευκρινίσεις στους όρους της υπουργικής –«ωστόσο δε θα χρειαστεί νέα»– και προειδοποίησε: «Αν αρχίσουμε να δίνουμε παρατάσεις, σίγουρα θα βγούμε εκτός προθεσμιών Ταμείου Ανάκαμψης».

Στο ίδιο μήκος κύματος, η Γενική Γραμματέας του ΥΠΕΝ, Δέσποινα Παληαρούτα, περιέγραψε το πλαίσιο: περικοπές, αρνητικές τιμές και περιορισμένη πρόσβαση στο δίκτυο καθιστούν τα εργαλεία ευελιξίας και εξισορρόπησης «όχι επιλογή, αλλά απόλυτη αναγκαιότητα». Όπως τόνισε, οι διαγωνισμοί και οι τρέχουσες προσκλήσεις άνω των 200 εκατ. ευρώ από το RRF εντάσσονται σε ένα συνεκτικό στρατηγικό σχέδιο που κρατά σταθερό τον ορίζοντα του 2030.

Αποθήκευση: Οι επενδυτές αγωνιούν, ζητούν σαφήνεια και ταχύτητα

Από την πλευρά της αγοράς, ο διευθύνων σύμβουλος της MORE, Βίκτωρ Παπακωνσταντίνου, έδωσε μια πλήρη «ακτινογραφία» του ρίσκου που σήμερα αναλαμβάνουν οι επενδυτές αποθήκευσης στην Ελλάδα. Στάθηκε πρώτα στο ρυθμιστικό ρίσκο, εξηγώντας ότι το θεσμικό πλαίσιο παραμένει ημιτελές σε καίρια σημεία του κύκλου ενός έργου: από τη σύναψη και ενεργοποίηση της σύμβασης λειτουργικής ενίσχυσης με τον ΔΑΠΕΕΠ μέχρι την ηλεκτροδότηση από τον ΑΔΜΗΕ και, τελικά, τη δυνατότητα εμπορικής συμμετοχής στο Χρηματιστήριο Ενέργειας.

«Ξεκινήσαμε τα τρία έργα που αναλάβαμε ως MORE και εντός των ημερών αποστέλλουμε στον ΑΔΜΗΕ την πρώτη δήλωση ετοιμότητας. Όμως ο ΔΑΠΕΕΠ δεν έχει ακόμη εκδώσει τη σύμβαση λειτουργικής ενίσχυσης και ο ΑΔΜΗΕ δεν μπορεί να ηλεκτρίσει το έργο. Έτσι, δεν μπορούμε να συμμετέχουμε στο Χρηματιστήριο Ενέργειας», είπε, υπογραμμίζοντας ότι κάθε ημέρα καθυστέρησης «παγώνει» τα cash-flows, συμπιέζει τις αποδόσεις και αυξάνει το κόστος κεφαλαίου. Παράλληλα, μίλησε για το ρίσκο εσόδων σε μια αγορά που ακόμη διαμορφώνει τη ρευστότητα και τους κανόνες των αγορών εξισορρόπησης και ενδοημερήσιας: το revenue stack των μπαταριών –αποκλίσεις arbitrage, υπηρεσίες ευελιξίας, εξισορρόπηση– παραμένει ευμετάβλητο όσο η αγορά «μαθαίνει» να αποτιμά την αξία της ισχύος και της αδράνειας στις ώρες πίεσης.

Στη συνέχεια ανέδειξε το τεχνικο-εμπορικό ρίσκο που συνδέεται με τον τρόπο λειτουργίας των σταθμών: η απόδοση των έργων εξαρτάται από την ικανότητα βέλτιστου προγραμματισμού μεταξύ intra-day και εξισορρόπησης, από την ποιότητα του αλγορίθμου βελτιστοποίησης φόρτισης-εκφόρτισης και από τη συμφωνία επιμερισμού ρίσκου μεταξύ ιδιοκτήτη και διαχειριστή του asset. Εδώ, η καθετοποίηση της MORE λειτουργεί ως «μαξιλάρι», χωρίς όμως να εξαφανίζει το επενδυτικό ρίσκο: «Τα οικονομικά των επενδύσεων είναι πιεσμένα, ακόμη και για εμάς που είμαστε καθετοποιημένοι», παραδέχτηκε, επισημαίνοντας ότι η απόσβεση εξαρτάται από την ταχύτητα ρυθμιστικής ωρίμανσης και την αξιοπιστία των διαδικασιών σύνδεσης. Στο ίδιο πλαίσιο ενέταξε και το φυσικό ρίσκο των ίδιων των μπαταριών –κύκλοι ζωής, απόδοση, διαθεσιμότητα και σαφείς προδιαγραφές δοκιμών πριν την εμπορική λειτουργία.

Ο Βίκτωρ Παπακωνσταντίνου έδωσε, τέλος, τη «μεγάλη εικόνα» για την πολιτική στήριξης. Αναγνώρισε ότι οι τρεις διαγωνισμοί μπαταριών ήταν από τους πιο επιτυχημένους που έχουν διεξαχθεί –το αποτύπωμα στις τιμές το αποδεικνύει–, αλλά προειδοποίησε να μη δημιουργηθούν εκ των προτέρων νέες μόνιμες εξαρτήσεις. «Η αγορά πρέπει πρώτα να αφεθεί να λειτουργήσει», τόνισε, σημειώνοντας ότι οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις ΑΠΕ και στην αποθήκευση «γνωρίζουν το ρίσκο και το αναλαμβάνουν». Η κρατική παρέμβαση, όπως είπε, οφείλει να είναι στοχευμένη και διαβαθμισμένη: η Πολιτεία θέτει τους στόχους απανθρακοποίησης και, «εφόσον διαπιστώσει ότι αυτοί δεν επιτυγχάνονται», έχει το δικαίωμα να ενεργοποιήσει εργαλεία στήριξης.

Μέχρι τότε, προτεραιότητα είναι να «κλείσουν» οι εκκρεμότητες που εμποδίζουν την εκκίνηση των συμβάσεων, να αποκατασταθεί η κανονικότητα στις συνδέσεις και να δοθεί στις μπαταρίες ο απαιτούμενος χώρος να αποδείξουν την αξία τους στο σύστημα. Παρά τους αυξανόμενους κινδύνους, «παραμένουν σημαντικά περιθώρια κερδοφορίας», κατέληξε, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι θα επιταχυνθούν οι διαδικασίες και ότι οι αγορές ευελιξίας θα αποκτήσουν την προβλεψιμότητα που χρειάζεται για να χρηματοδοτηθεί η επόμενη φάση έργων.

«Είναι η ώρα της μπαταρίας»

Με σταθερό βλέμμα στη μεγάλη εικόνα, ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΗ Ανανεώσιμες, Κωνσταντίνος Μαύρος, προσέγγισε το θέμα της αποθήκευσης με ρεαλισμό και μακροπρόθεσμη στρατηγική. «Οι επενδύσεις στις μπαταρίες βρίσκονται σε φάση σταδιακής διείσδυσης στην αγορά, είτε μέσω μεμονωμένων έργων είτε ως μεγάλα συστήματα αποθήκευσης», σημείωσε, περιγράφοντας ένα τοπίο που αλλάζει με ταχύτητα, αλλά και με αυξανόμενη πολυπλοκότητα.

Όπως εξήγησε, σήμερα οι μπαταρίες υποστηρίζονται τόσο από λειτουργικές όσο και από επενδυτικές ενισχύσεις, ωστόσο η πορεία τους αναμένεται να είναι αντίστοιχη με εκείνη άλλων τεχνολογιών – από τα φωτοβολταϊκά μέχρι τις ανεμογεννήτριες – που ξεκίνησαν με κρατικά κίνητρα και στη συνέχεια απέκτησαν πλήρη ανταγωνιστικότητα χάρη στη μείωση του κόστους και την τεχνολογική ωρίμανση. «Η ωρίμανση περνά μέσα από γρήγορες συνδέσεις του open call, νέους μηχανισμούς εσόδων και την παράλληλη ανάπτυξη της αντλησιοταμίευσης», υπογράμμισε, δίνοντας έμφαση στη συμπληρωματικότητα των τεχνολογιών που θα προσδώσουν χρονική διάρκεια και σταθερότητα στην αποθήκευση.

Η τοποθέτηση του κ. Μαύρου συνοδεύτηκε από συγκεκριμένα βήματα στο πεδίο: ο Όμιλος ΔΕΗ ανακοίνωσε πρόσφατα την έναρξη κατασκευής ενός νέου Σταθμού Ηλεκτροχημικής Αποθήκευσης Ενέργειας (BESS) στο Αμύνταιο, στην περιοχή του πρώην ΑΗΣ, σηματοδοτώντας τη συνέχιση των επενδύσεων στον κρίσιμο τομέα της αποθήκευσης. Ο σταθμός, που υλοποιείται από τη 100% θυγατρική ΔΕΗ Ανανεώσιμες, θα αποτελείται από μπαταρίες συνολικής ισχύος 50 MW και χωρητικότητας 200 MWh, με δυνατότητα παροχής ισχύος 50 MW για τέσσερις συνεχόμενες ώρες.

Παράλληλα, η εταιρεία προχωρά ήδη στην κατασκευή δύο ακόμη σταθμών BESS στη Δυτική Μακεδονία, στις περιοχές του ΑΗΣ Καρδιάς και του ΑΗΣ Μελίτης, συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 98 MW και χωρητικότητας 196 MWh. Οι τρεις αυτές μονάδες συνθέτουν ένα ολοκληρωμένο δίκτυο αποθήκευσης στη λιγνιτική καρδιά της χώρας, το οποίο θα λειτουργήσει ως καταλύτης για τη νέα εποχή της καθαρής ενέργειας.

Τι λείπει από το ελληνικό πλαίσιο

Ο Νικόλαος Ζαζιάς, Προϊστάμενος Υπηρεσίας Διαχείρισης της Εκπροσώπησης Μονάδων ΑΠΕ και Αποθήκευση στη Metlen, μετέφερε την εμπειρία του Ομίλου από το έργο αποθήκευσης στη Σαρδηνία, ισχύος 6 MW / 8 MWh, που λειτουργεί εμπορικά εδώ και πάνω από έναν χρόνο στο πλαίσιο του ιταλικού προγράμματος Fast Reserve. Όπως εξήγησε, το έργο αυτό λειτουργεί με σαφείς κανόνες, εγγυημένα έσοδα και καθορισμένες υποχρεώσεις λειτουργίας – στοιχεία που, όπως τόνισε, «λείπουν ακόμη από το ελληνικό πλαίσιο».

Ο κ. Ζαζιάς δεν έκρυψε την ανησυχία του για την ωριμότητα της εγχώριας αγοράς. «Η Ελλάδα βρίσκεται στην αρχή του δρόμου. Υπάρχει έντονο ενδιαφέρον, όμως απουσιάζει η σαφήνεια στο πώς θα αποζημιώνονται οι υπηρεσίες που θα παρέχουν οι μπαταρίες στο σύστημα», είπε χαρακτηριστικά. Όπως υπογράμμισε, οι εταιρείες που επενδύουν στην αποθήκευση χρειάζονται ένα σταθερό περιβάλλον με κανόνες συμμετοχής και διαφάνεια στα έσοδα, ειδικά στις αγορές intra-day και εξισορρόπησης, όπου σήμερα επικρατεί «δοκιμαστική λειτουργία» χωρίς πλήρη κατανόηση των κινήτρων και των ρίσκων.
«Δεν αρκεί να τοποθετήσουμε μπαταρίες στο δίκτυο – πρέπει να γνωρίζουμε πώς θα λειτουργούν και πώς θα πληρώνονται», υπογράμμισε, εξηγώντας ότι στην Ιταλία η λειτουργία των συστημάτων συνοδεύεται από ξεκάθαρους μηχανισμούς ανταμοιβής και καταμερισμού ρίσκου μεταξύ ιδιοκτήτη και διαχειριστή. «Αυτό είναι το σημείο στο οποίο πρέπει να φτάσουμε κι εμείς, αν θέλουμε η αγορά να είναι βιώσιμη». Παρά τις επιφυλάξεις του, ο Ζαζιάς εμφανίστηκε αισιόδοξος για την επόμενη φάση. «Η Ελλάδα έχει εξαιρετικά δυναμικό επενδυτικό ενδιαφέρον και τεχνολογίες που ωριμάζουν γρήγορα.

Παπαθανασίου και Λουμάκης: ρεαλισμός, διάρκεια και αποθήκευση με νόημα

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν οι τοποθετήσεις του Σταύρου Παπαθανασίου, Καθηγητή του ΕΜΠ, και του Στέλιου Λουμάκη, Προέδρου του ΣΠΕΦ, οι οποίοι ανέδειξαν –από διαφορετική οπτική– το ίδιο βασικό μήνυμα: η αποθήκευση πρέπει να σχεδιάζεται με ρεαλισμό, διάρκεια και ουσία, αλλιώς κινδυνεύει να μετατραπεί σε «φθηνό που θα καταλήξει ακριβό».

Ο κ. Παπαθανασίου χαρακτήρισε τους διαγωνισμούς για τις μπαταρίες μια σημαντική ευκαιρία για την αγορά, προειδοποιώντας όμως ότι «για τα έργα τύπου merchant δεν έχουν ακόμη πραγματοποιηθεί τα απαραίτητα βήματα προώθησης». Μίλησε για την ανάγκη ανάπτυξης έργων behind the meter, δηλαδή σε επίπεδο κατανάλωσης, ώστε να ενισχυθεί η αποκεντρωμένη ευελιξία του συστήματος και να περιοριστούν οι συμφόρησεις στα δίκτυα. «Το βασικό πρόβλημα με την αποθήκευση είναι πως δεν μπορεί να καλύψει επαρκώς τις ανάγκες της χώρας — ο όγκος που προβλέπεται από το ΕΣΕΚ δεν είναι επενδυτικά βιώσιμος μέσα από τους υφιστάμενους μηχανισμούς της αγοράς», τόνισε, υπογραμμίζοντας την ανάγκη κρατικών ενισχύσεων για να καλυφθεί το επενδυτικό κενό και να ωριμάσει η αγορά.

Συμπληρωματικά, ο Στέλιος Λουμάκης έδωσε μια καθαρή επενδυτική ανάγνωση του ίδιου ζητήματος. Όπως είπε, η ελληνική αγορά οδεύει προς ένα μοντέλο που δημιουργεί τεράστιους κινδύνους για όσους δεν διαθέτουν καθετοποίηση, αφού η απουσία ολοκληρωμένης δραστηριότητας –παραγωγή, αποθήκευση, προμήθεια– αυξάνει την έκθεση σε περικοπές και αστάθεια τιμών. Επισήμανε ότι πρόσθετη ασφάλεια μπορεί να προσφέρει μια μπαταρία behind the meter σε φωτοβολταϊκά, προσφέροντας καλύτερη ενεργειακή αυτονομία και πιο σταθερές ροές εσόδων.

Παράλληλα, προειδοποίησε ότι «το φθηνό θα καταλήξει σε ακριβό» στην περίπτωση φωτοβολταϊκών με μπαταρία μικρής διάρκειας. «Συστήματα με αποθήκευση μιας ώρας δεν έχουν νόημα», είπε, τονίζοντας ότι οι τετράωρες μπαταρίες αποτελούν ασφαλέστερη επιλογή σε όρους εσωτερικού βαθμού απόδοσης (IRR) και βιωσιμότητας σε βάθος εικοσαετίας. Αντίθετα, η δίωρη μπαταρία «καθιστά πιο δύσκολη την πρόβλεψη και διατηρεί τις περικοπές».

Διαβάστε ακόμη