Σε συνέντευξη Τύπου – που αναμένεται έως τα τέλη Οκτωβρίου – πρόκειται να γίνουν οι επίσημες ανακοινώσεις για το σχέδιο που φιλοδοξεί να «σώσει» την Αττική από τον κίνδυνο της λειψυδρίας, έπειτα από έναν μαραθώνιο διαβουλεύσεων. Το Μέγαρο Μαξίμου και οι άλλοι εμπλεκόμενοι, όπως το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) και η ΕΥΔΑΠ, φαίνεται πως κατέληξαν, έπειτα από εβδομάδες έντονων ζυμώσεων, στο πακέτο έργων που θα αποτελέσει τη «γραμμή άμυνας» της πρωτεύουσας απέναντι στον εφιάλτη της λειψυδρίας.
Όπως αναφέρουν πηγές στο energygame.gr, το κλίμα από τη χθεσινή σύσκεψη, που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου, είναι θετικό και όλα δείχνουν ότι οι δύο πλευρές κατέληξαν σε ένα συνολικό πακέτο παρεμβάσεων με τριφασικό χαρακτήρα. Το «καλάθι» της συμφωνίας σύμφωνα με πληροφορίες θα περιλαμβάνει λύσεις άμεσης εφαρμογής για την κάλυψη των πιο πιεστικών αναγκών, μεσοπρόθεσμα έργα που θα ενισχύσουν σημαντικά την επάρκεια του υδροδοτικού συστήματος και μακροπρόθεσμες στρατηγικές παρεμβάσεις που θα θωρακίσουν την Αττική απέναντι σε ακραία σενάρια ξηρασίας στο μέλλον.
Στο τραπέζι της έκτακτης σύσκεψης στο Μέγαρο Μαξίμου, υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, βρέθηκαν ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου, ο γενικός γραμματέας Υδάτων Πέτρος Βαρελίδης, καθώς και η διοίκηση της ΕΥΔΑΠ (ο πρόεδρος Γιώργος Στεργίου και ο διευθύνων σύμβουλος Χάρης Σαχίνης), σε μια κρίσιμη συνάντηση που έγινε με φόντο τα ιδιαίτερα ανησυχητικά στοιχεία για τα υδάτινα αποθέματα της Αττικής. Στην κυβέρνηση τονίζουν πως χαράσσεται μία ολοκληρωμένη στρατηγική διαχείρισης, ικανή να εγγυηθεί ότι η Αττική δεν θα μείνει χωρίς νερό τα επόμενα χρόνια.
Τα στοιχεία αποτυπώνουν με εμφατικό τρόπο την κρισιμότητα της κατάστασης. Αρχές Οκτωβρίου, τα συνολικά αποθέματα στους τέσσερις ταμιευτήρες της Αττικής -Εύηνος, Μαραθώνας, Μόρνος και Υλίκη- διαμορφώθηκαν μόλις στα 401 εκατομμύρια κυβικά μέτρα, εκ των οποίων τα 173,9 εκατ. κ.μ. βρίσκονται στον Μόρνο, τον βασικό υδροδοτικό ταμιευτήρα της πρωτεύουσας. Η εικόνα αποτυπώνει μια καθοδική πορεία των αποθεμάτων τα τελευταία χρόνια, καθώς πέρυσι την ίδια ημερομηνία ήταν 634 εκατ. κ.μ. (με 305 εκατ. κ.μ. στον Μόρνο), στις 3 Οκτωβρίου 2023 είχαν φτάσει τα 930 εκατ. κ.μ. (εκ των οποίων 515 εκατ. κ.μ. στον Μόρνο), ενώ στις 3 Οκτωβρίου 2022 ανέρχονταν στο 1,1 δισεκατομμύρια κ.μ., με τον Μόρνο να συγκεντρώνει τότε 612 εκατ. κ.μ.
Λειψυδρία: Σε τρεις φάσεις ο σχεδιασμός των έργων
Σύμφωνα με τα δεδομένα που βρίσκονται στο τραπέζι στην πρώτη γραμμή των παρεμβάσεων βρίσκονται τα έργα που μπορούν να ενισχύσουν σχετικά γρήγορα τα διαθέσιμα αποθέματα νερού και να «αγοράσουν χρόνο» μέχρι να ολοκληρωθούν οι πιο σύνθετες και μακροπρόθεσμες λύσεις. Η επαναλειτουργία και αξιοποίηση των γεωτρήσεων στη Μαυροσουβάλα αποτελεί βασικό πυλώνα αυτής της στρατηγικής, με την παραγωγή να εκτιμάται στα 32 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού ετησίως – ποσότητα που αντιστοιχεί περίπου στο 7% της συνολικής ετήσιας κατανάλωσης της Αττικής. Σημαντική συμβολή αναμένεται και από τις γεωτρήσεις των Ούγγρων και στην Ανατολική Υλίκη, οι οποίες μπορούν να προσθέσουν επιπλέον 50 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού τον χρόνο, αυξάνοντας σημαντικά την ασφάλεια εφοδιασμού του λεκανοπεδίου σε περίπτωση παρατεταμένης ανομβρίας. Οι παρεμβάσεις αυτές θεωρούνται κρίσιμες βραχυπρόθεσμα, καθώς μπορούν να λειτουργήσουν ως «γέφυρα» μέχρι την υλοποίηση μεγαλύτερων έργων, όπως μονάδα αφαλάτωσης ή προγράμματα εκτεταμένης επαναχρησιμοποίησης επεξεργασμένων υδάτων.
Ιδιαίτερης σημασίας θεωρείται αυτή τη στιγμή η αξιοποίηση των υπόγειων αποθεμάτων του μέσου ρου του Βοιωτικού Κηφισού. Το έργο, που περιλαμβάνει 17 γεωτρήσεις και τρία αντλιοστάσια, εκτιμάται ότι θα ενισχύσει το σύστημα με επιπλέον 45 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού τον χρόνο, υπό την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλιστούν οι απαραίτητες εγκρίσεις από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Συνολικά, το «πακέτο» των άμεσων μέτρων μπορεί να προσθέσει πάνω από 150 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού ετησίως, μειώνοντας προσωρινά τις πιέσεις στο σύστημα και εξασφαλίζοντας πολύτιμο χρόνο.
Στη δεύτερη φάση του σχεδίου, το βάρος μετατοπίζεται σε έργα με μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα, τα οποία όμως μπορούν να προσφέρουν ουσιαστικά νέα «εργαλεία» ενίσχυσης του υδροδοτικού συστήματος της Αττικής. Κεντρική θέση σε αυτή την κατηγορία φαίνεται πως έχει η ανάπτυξη μονάδων αφαλάτωσης – προσωρινών ή μόνιμων – με στόχο την παραγωγή 150.000 έως 200.000 κυβικών μέτρων νερού ημερησίως. Όπως είχε αποκαλύψει το energygame.gr, η περιοχή της Θίσβης στη Βοιωτία αναδεικνύεται ως η επικρατέστερη επιλογή, καθώς βρίσκεται σε απόσταση μόλις 10 χιλιομέτρων από τον αγωγό που συνδέεται με τον ταμιευτήρα του Μόρνου, γεγονός που διευκολύνει την ένταξη του παραγόμενου νερού στο υφιστάμενο δίκτυο χωρίς την ανάγκη εκτεταμένων πρόσθετων υποδομών. Οι αφαλατώσεις αντιμετωπίζονται πλέον από την πολιτεία και τους αρμόδιους φορείς ως κρίσιμη στρατηγική εφεδρεία που μπορεί να ενεργοποιηθεί σε περιόδους έντονης ανομβρίας ή παρατεταμένων κρίσεων.
Παράλληλα, εξετάζονται συμπληρωματικές λύσεις, όπως η κατασκευή πλωτών μονάδων αφαλάτωσης ή ακόμη και η θαλάσσια μεταφορά νερού για την κάλυψη ενδιάμεσων αναγκών. Μελετάται επίσης η αξιοποίηση υδάτων από την ευρύτερη περιοχή της Κωπαΐδας, που θα μπορούσε να ενισχύσει την υδροδότηση της Αττικής χωρίς να μειωθούν οι ποσότητες που χρησιμοποιούνται σήμερα για άρδευση. Η λύση αυτή απαιτεί συνεννόηση με τον αγροτικό κόσμο και βελτιωμένη διαχείριση των διαθέσιμων υδάτινων πόρων, προϋποθέσεις που μέχρι σήμερα δεν έχουν προχωρήσει σε οργανωμένο επίπεδο.
Η τρίτη φάση του σχεδίου αφορά τα έργα στρατηγικής σημασίας που μπορούν να μεταμορφώσουν ριζικά το υδροδοτικό σύστημα της Αττικής και να διασφαλίσουν την επάρκεια νερού σε βάθος δεκαετίας. Κεντρικό ρόλο σε αυτή την κατηγορία έχει το έργο σύνδεσης της λίμνης Κρεμαστών – της μεγαλύτερης τεχνητής λίμνης της χώρας και ενός από τα σημαντικότερα υδατικά αποθέματα της Δυτικής Ελλάδας – με τον ταμιευτήρα του Εύηνου, από όπου τροφοδοτείται το υδροδοτικό σύστημα της πρωτεύουσας. Το έργο προβλέπει την κατασκευή δύο σηράγγων μεταφοράς νερού: μιας μήκους περίπου 12 χιλιομέτρων από τον Κρικελοπόταμο και μιας δεύτερης μήκους 7 χιλιομέτρων από τον Καρπενησιώτη. Μέσω αυτών θα είναι δυνατή η αξιοποίηση σημαντικών ποσοτήτων νερού που σήμερα παραμένουν ανεκμετάλλευτες, προσφέροντας κρίσιμη εφεδρεία σε περιόδους ξηρασίας.
Το συνολικό κόστος του έργου υπολογίζεται σε περίπου 500 εκατομμύρια ευρώ, ενώ η προμελέτη έχει ήδη ολοκληρωθεί, ανοίγοντας τον δρόμο για τα επόμενα στάδια ωρίμανσης. Εφόσον οι διαδικασίες δρομολογηθούν άμεσα, η πρώτη φάση του έργου θα μπορούσε να ολοκληρωθεί μέσα σε 3 έως 4 χρόνια, ενισχύοντας ουσιαστικά τα αποθέματα του υδροδοτικού συστήματος της Αττικής και προσφέροντας μια λύση μεγάλης διάρκειας, ικανή να θωρακίσει την πρωτεύουσα απέναντι στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Ο συνολικός προϋπολογισμός για την υλοποίηση των τριών βασικών αξόνων του σχεδίου – από τις γεωτρήσεις και τις μονάδες αφαλάτωσης έως το έργο σύνδεσης της λίμνης Κρεμαστών – εκτιμάται ότι προσεγγίζει τα 700 εκατομμύρια ευρώ.
Τον κώδωνα του κινδύνου έκρουσε για ακόμη μία φορά προ ολίγων ημερών ο πρόεδρος της ΕΥΔΑΠ, Γιώργος Στεργίου, υπογραμμίζοντας πόσο οριακή είναι η κατάσταση για την υδροδότηση της πρωτεύουσας. «Με τα σημερινά δεδομένα, τα διαθέσιμα αποθέματα επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών της Αττικής για έναν χρόνο, ακόμη κι αν δεν πέσει ούτε μια σταγόνα βροχής εν τω μεταξύ», σημείωσε χαρακτηριστικά, μιλώντας στα Παραπολιτικά 90,1, στέλνοντας σαφές μήνυμα για την ανάγκη λήψης άμεσων μέτρων και επιτάχυνσης των έργων που θα ενισχύσουν την ασφάλεια υδροδότησης της περιοχής.
Να σημειωθεί πως η Ελλάδα θα χρειαστεί να επενδύσει πάνω από 10 δισεκατομμύρια ευρώ έως το 2030 για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τη λειψυδρία και να υλοποιήσει τα απαιτούμενα έργα υποδομής, ωστόσο το ερώτημα «ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό» παραμένει ανοιχτό. Με τον δημόσιο προϋπολογισμό να μην διαθέτει τέτοιο δημοσιονομικό περιθώριο, το ΥΠΕΝ και η ΕΥΔΑΠ εξετάζουν όλες τις πιθανές λύσεις, από την κινητοποίηση ευρωπαϊκών ταμείων και ιδιωτικών κεφαλαίων μέχρι την ενεργότερη συμμετοχή των ίδιων των παρόχων.
Σε δεύτερο χρόνο αναμένεται – σύμφωνα με τις πληροφορίες – να ανοίξει και η συζήτηση για το ζήτημα της θεσμικής αναδιοργάνωσης των φορέων διαχείρισης των υδάτων. Προς το παρόν, οι ίδιες πληροφορίες λένε πως το σχέδιο για τη δημιουργία ενός ενιαίου, τρίτου φορέα που θα συγκέντρωνε όλες τις διάσπαρτες αρμοδιότητες και θα αναλάμβανε κεντρικά τον συντονισμό του υδάτινου σχεδιασμού της χώρας τίθεται για την ώρα στον «πάγο», καθώς εντοπίστηκαν θεσμικές και οργανωτικές δυσκολίες, ενώ κρίθηκε προτιμότερο να δοθεί προτεραιότητα σε πιο στοχευμένες παρεμβάσεις που μπορούν να αποδώσουν άμεσα αποτελέσματα.
Υπενθυμίζεται ότι για τη σημασία μιας τέτοιας μεταρρύθμισης είχε τοποθετηθεί πρόσφατα και ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΥΔΑΠ, Χάρης Σαχίνης, στο πλαίσιο ενημέρωσης των αναλυτών για τα οικονομικά αποτελέσματα του Α’ εξαμήνου του 2025. «Σήμερα υπάρχουν δύο εισηγμένες εταιρείες που εξυπηρετούν λίγο πάνω από το μισό του πληθυσμού – η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ. Πέραν αυτών, λειτουργούν περίπου 400 δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και άλλες 400 μικρότερες μονάδες που διαχειρίζονται αρδευτικό νερό. Το κράτος προσπαθεί να βρει λύση, γιατί, ειδικά σε περιόδους ξηρασίας, είναι αναγκαίο να υπάρχει ενιαίο σχέδιο διαχείρισης», ανέφερε χαρακτηριστικά. Όπως τόνισε, η συγκέντρωση των αρμοδιοτήτων θα διευκολύνει και το έργο της ρυθμιστικής αρχής, καθώς «είναι σαφώς πιο εύκολο να εποπτεύεις δύο ή πέντε εταιρείες από το να ρυθμίζεις 700 μικρότερες, κάτι που σήμερα δεν είναι αποδοτικό και δεν λειτουργεί». Παράλληλα, αναγνώρισε ότι το εγχείρημα είναι ιδιαίτερα σύνθετο και χρονοβόρο, καθώς απαιτείται θεσμική παρέμβαση για να καθοριστεί ο τρόπος μεταφοράς των περιουσιακών στοιχείων από τις δημοτικές επιχειρήσεις σε ένα νέο σχήμα – μια διαδικασία που δεν αποκλείεται να συναντήσει αντιδράσεις από τους δήμους.
Διαβάστε ακόμη