Σε έναν αδυσώπητο πόλεμο τιμών έχουν επιδοθεί εδώ και καιρό οι κινεζικοί κολοσσοί παραγωγής φωτοβολταϊκών, γεγονός που φαίνεται έντονα και στα οικονομικά τους αποτελέσματα. Συγκεκριμένα, το πρώτο εξάμηνο του 2025 οι τέσσερις μεγαλύτεροι Κινέζοι κατασκευαστές, δηλαδή η Jinko Solar, η LONGi, η JA Solar και η Trina Solar, κατέγραψαν συνολικές ζημιές μεγαλύτερες από 1,5 δισεκατομμύριο δολάρια. Σύμφωνα με το pv tech, η Jinko Solar κατέγραψε καθαρές ζημιές 408,5 εκατ. δολάρια, η LONGi ζημιές ύψους 361,5 εκατ., η JA Solar ζημιές 361,5 εκατ. δολάρια και η Trina Solar ζημιές που ξεπέρασαν τα 400 εκατ. δολάρια. Οι τέσσερις αυτοί κολοσσοί, που έχουν παρουσία και στην Ελλάδα, κατέγραψαν μείωση στα λειτουργικά τους έσοδα της τάξης του 14,83% έως 36,01%.
Έχοντας υπόψη τα παραπάνω νούμερα, δημιουργείται το εξής παράδοξο. Παρά το γεγονός πως οι παραπάνω εταιρείες, και άλλες αντίστοιχες κινεζικές, αποτελούν παγκόσμιους κολοσσούς στην αγορά φωτοβολταϊκών, δημιουργώντας «τρόμο» σε ανταγωνιστές από άλλα μέρη του πλανήτη, εντούτοις δυσκολεύονται και οι ίδιες να σημειώσουν έστω και μικρά κέρδη. Ο λόγος είναι η παραγωγή πολύ μεγάλων ποσοτήτων φωτοβολταϊκών και η ύπαρξη σκληρού ανταγωνισμού μεταξύ τους στην εγχώρια κινεζική αγορά, που τις οδηγεί να πωλούν τα προϊόντα τους σε τιμές κάτω του κόστους, «μπαίνοντας μέσα» ουσιαστικά, με στόχο να εξαντλήσουν τους αντιπάλους τους και να αποκτήσουν μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς. Όπως φαίνεται, όμως, αυτός ο πόλεμος τιμών είναι ένας πόλεμος στον οποίο χάνουν όλοι.
Μάλιστα, το ζήτημα έχει ταρακουνήσει και την κινεζική κυβέρνηση, η οποία διεξάγει συναντήσεις, στις οποίες συμμετέχουν εκπρόσωποι υπουργείων και της αγοράς, προκειμένου να βρεθεί μια λύση. Η μέθοδος που έχουν επιλέξει έως τώρα οι Κινέζοι κατασκευαστές, είναι η ολοένα μεγαλύτερη αύξηση των εξαγωγών φωτοβολταϊκών προς τις δυτικές αγορές, αλλά και προς τις αγορές της Ασίας και της Μέσης Ανατολής.
Οι Ευρωπαίοι κατασκευαστές φωτοβολταϊκών στο χείλος της χρεοκοπίας
Ασφαλώς, η προσπάθεια των κινεζικών εταιρειών να διασωθούν εξάγοντας τα προϊόντα τους σε αγορές του εξωτερικού, «πνίγει» τη βιομηχανία της Ευρώπης, οδηγώντας πολλές εγχώριες εταιρείες στην ακύρωση επενδύσεων, σε μειώσεις προσωπικού ή και στη χρεοκοπία. Όπως είχε αναφέρει ο Christoph Podewils, Γενικός Γραμματέας του ESMC, του συνδέσμου των Ευρωπαίων κατασκευαστών φωτοβολταϊκών, σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο energygame.gr, «η ευρωπαϊκή βιομηχανία παραγωγής φωτοβολταϊκών βρίσκεται υπό τεράστια πίεση». Σύμφωνα με τον ίδιο, «ο παγκόσμιος ανταγωνισμός κάθε άλλο παρά δίκαιος είναι, ιδιαίτερα οι Κινέζοι κατασκευαστές επωφελούνται από μαζική κρατική στήριξη και κυριαρχούν στην αγορά με εξαιρετικά χαμηλές τιμές. Πωλούν στην Ευρώπη σε τιμές χαμηλότερες από εκείνες που επιτυγχάνουν στην Κίνα. Αυτό πληροί τον ορισμό της αθέμιτης τιμολόγησης (dumping) σύμφωνα με την ΕΕ. Μέχρι στιγμής, οι Ευρωπαίοι κατασκευαστές δεν έχουν λάβει καμία προστασία».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ξεκινήσει να εξετάζει τις επιλογές της σε εμπορικό επίπεδο, αναφέρει. «Στη φαρέτρα» της βρίσκονται οι δασμοί, αλλά και εργαλεία όπως η θέσπιση ελαχίστων τιμών. Ωστόσο, η ΕΕ κινείται με αργούς ρυθμούς και συχνά όχι αποδοτικά. «Στην Ευρώπη έως τώρα λείπουν γρήγορα και στοχευμένα χρηματοδοτικά εργαλεία. Προγράμματα όπως το Ταμείο Καινοτομίας ή τα IPCEIs είναι σημαντικά, αλλά συχνά είναι υπερβολικά αργά ή περίπλοκα», είχε επισημάνει ο κ. Podewils. Ο ευρωπαϊκός Κανονισμός για τη Βιομηχανία Μηδενικών Εκπομπών (Net-Zero Industry Act), ένα μέτρο ενίσχυσης της εγχώριας καθαρής βιομηχανίας, αρχίζει να εφαρμόζεται σταδιακά από φέτος. Ωστόσο, τα δυνητικά οφέλη παραμένουν πολύ μικρά σε σύγκριση με τα τεράστια μειονεκτήματα που προκαλεί το κινεζικό dumping, σχολιάζει ο Christoph Podewils.
Μπορεί η ευρωπαϊκή βιομηχανία φωτοβολταϊκών να αντεπιτεθεί και να γίνει ανταγωνιστική; «Απολύτως», απαντά ο επικεφαλής του ESMC. «Ας μην ξεχνάμε ότι οι σημερινές τεχνολογίες κυψελών προέρχονται από ευρωπαϊκά ερευνητικά ινστιτούτα και ότι διαθέτουμε ακόμα όλους τους κατασκευαστές μηχανημάτων που απαιτούνται για ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής φωτοβολταϊκών». Ωστόσο, τονίζει πως για να αξιοποιήσουμε πλήρως αυτό το πλεονέκτημα, χρειαζόμαστε μια ισχυρή βιομηχανική πολιτική.
Κλείνοντας, ο κ. Podewils είχε αναφερθεί στη γεωπολιτική σημασία των φωτοβολταϊκών, με δεδομένο το διεθνές περιβάλλον ανταγωνισμού που έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια και περισσότερο το τελευταίο διάστημα. «Μια ισχυρή ευρωπαϊκή βιομηχανία φωτοβολταϊκών δεν είναι αυτοσκοπός», είχε επισημάνει, αλλά «εξασφαλίζει μακροπρόθεσμη γεωπολιτική ελευθερία και αποτρέπει τη δημιουργία νέων εξαρτήσεων σε μια κρίσιμη τεχνολογία του μέλλοντος». «Τα φωτοβολταϊκά είναι η ραχοκοκαλιά της ενεργειακής μετάβασης, και όποιος δεν κατέχει την τεχνολογία αυτή ο ίδιος, δεν μπορεί να εγγυηθεί μακροπρόθεσμα την ασφάλεια εφοδιασμού ή την επίτευξη των κλιματικών στόχων», υπογράμμιζε.
Διαβάστε ακόμη