Η ανακύκλωση μπαταριών στην Ευρώπη, αλλά και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή: ενώ έχουν γίνει σημαντικά βήματα στη συλλογή, η επεξεργασία και η αξιοποίηση των πολύτιμων υλικών παραμένουν μία δύσκολη «πίστα», με την Κίνα να κρατάει τα ηνία της αγοράς. Η Ελλάδα με πάνω από 75.000 σημεία συλλογής φορητών μπαταριών σε όλη την επικράτεια, δίκτυο που αναπτύχθηκε από την ΑΦΗΣ και απλώνεται σε δήμους, σχολεία, σούπερ μάρκετ, εμπορικά καταστήματα, δημόσιες υπηρεσίες και επιχειρήσεις, η χώρα διαθέτει μια από τις πιο πυκνές «πύλες εισόδου» στην Ευρώπη. Το energygame.gr απευθύνθηκε στην ΑΦΗΣ για στοιχεία σε σχέση με τη συλλογή και ανακύκλωση μπαταριών.

Από τους περίπου 51.670 κάδους του 2010 φτάσαμε σε αύξηση σχεδόν 50%, με αναλογία 5,8 κάδων ανά 1.000 κατοίκους – έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου 1,8. Όπως επισημαίνουν άνθρωποι της αγοράς στο energygame.gr η εικόνα αυτή δεν είναι λόγος για πανηγυρισμούς, αλλά δείκτης ωρίμανσης στο κομμάτι της συλλογής: οι ροές συγκεντρώνονται, η πρόσβαση των πολιτών είναι εύκολη, το σύστημα λειτουργεί στην «πρώτη γραμμή». Από εκεί, η διαδρομή είναι σαφής: συγκέντρωση σε κεντρική εγκατάσταση, προσωρινή αποθήκευση και διαλογή ανά χημεία (αλκαλικές, λιθίου, νικελίου-μετάλλου υδριδίου κ.ά.), μηχανική προεπεξεργασία για τις αλκαλικές (θραύση/τεμαχισμός με κόκκο κάτω από 10 mm) και επιστροφή των ανακτημένων μετάλλων στην παραγωγή για νέα προϊόντα. Tο κύριο «βάρος όγκου» στις φορητές μπαταρίες προέρχεται από τη λιανική – με το σχολικό δίκτυο να λειτουργεί κυρίως ως γέφυρα αλλαγής κουλτούρας, όχι ως μεγάλος τροφοδότης.

Εκεί που το σύστημα συναντά το όριό του είναι στις μπαταρίες λιθίου οι οποίες αποστέλλονται σε εγκεκριμένα εργοστάσια του εξωτερικού, γιατί το «βαρύ» στάδιο της χημικής κατεργασίας δεν υπάρχει στη χώρα. Πηγές της αγοράς αναφέρουν ενδεικτικά στο energygame.gr ότι το 2024 στάλθηκαν για επεξεργασία στο εξωτερικό περίπου 100 τόνοι μπαταριών λιθίου. Η ελληνική αυτή πραγματικότητα –ισχυρή συλλογή, κενό στην κάθετη ολοκλήρωση– καθρεφτίζει την ευρωπαϊκή εικόνα. Όπως επισημαίνει η γαλλική εφημερίδα Les Echos, από τις 18 Αυγούστου, ο Κανονισμός 2023/1542 βρίσκεται σε ισχύ και μετατρέπει τις προθέσεις σε υποχρεώσεις: συλλογή υπό καθεστώς διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού, εγκεκριμένοι οικο-οργανισμοί που αναλαμβάνουν τη ροή και –κυρίως– μετρήσιμα ορόσημα για ανάκτηση υλικών και για ενσωμάτωση ανακυκλωμένου περιεχομένου στις νέες μπαταρίες. Στόχος δεν είναι μόνο η περιβαλλοντική προστασία, αλλά και η σταδιακή οικοδόμηση «ευρωπαϊκών αποθεμάτων» κρίσιμων υλικών, ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από τρίτες χώρες.

Το πλαίσιο προβλέπει ότι μέχρι το τέλος του 2027 θα πρέπει να ανακτάται το 50% του λιθίου από τις χρησιμοποιημένες μπαταρίες και μέχρι το τέλος του 2031 το 80%, ενώ από τις 18 Αυγούστου 2031 οι νέες μπαταρίες θα πρέπει να περιέχουν υποχρεωτικά 6% ανακυκλωμένο λίθιο ή 16% ανακυκλωμένο κοβάλτιο. Παράλληλα, τίθενται στόχοι συλλογής: έως το 2027 να συλλέγεται το 63% των μικρών μπαταριών κάτω των 5 κιλών και έως το 2028 το 51% για τις μπαταρίες βάρους έως 25 κιλά. Στις βιομηχανικές μπαταρίες, μέχρι το 2031 τίθενται ελάχιστα ποσοστά ανακύκλωσης 85% για τον μόλυβδο, 16% για το κοβάλτιο και 6% για το λίθιο και το νικέλιο· για τις μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων, τουλάχιστον το 70% της μάζας τους πρέπει να οδηγείται σε ανακύκλωση. Στην κλίμακα της επαναχρησιμοποίησης –σχεδόν ανύπαρκτη σήμερα– μπήκαν για πρώτη φορά στόχοι 2% το 2026 και 5% το 2030. Τα παραπάνω είναι ο σκελετός πάνω στον οποίο θα κριθεί η επόμενη εξαετία.

Για να λειτουργήσει, όμως, ο σκελετός χρειάζεται «μύες» στο πιο δύσκολο σημείο: την επεξεργασία της λεγόμενης «μαύρης μάζας». Αυτό είναι το υπόλειμμα που προκύπτει μετά τη σύνθλιψη των μπαταριών και συγκεντρώνει τα πολύτιμα μέταλλα – νικέλιο, κοβάλτιο, λίθιο —εκεί όπου κρίνεται η αξία της ανακυκλωμένης ύλης— η εικόνα είναι ανισόρροπη. Υπάρχει κίνηση σε μονάδες προεπεξεργασίας που ανακτούν χαλκό, αλουμίνιο, πλαστικά και διαλύτες και μετατρέπουν το υπόλοιπο σε «μαύρη μάζα». Η Battri εγκαινίασε τον Ιούνιο εργοστάσιο στα Hauts-de-France, ενώ η Suez κατασκευάζει αντίστοιχη μονάδα.

Το πρόβλημα ξεκινά στο επόμενο στάδιο: η χημική επεξεργασία της «μαύρης μάζας» για ανάκτηση νικελίου, κοβαλτίου και λιθίου, που είναι ενεργοβόρα, τεχνικά απαιτητική και, το κυριότερο, σπάνια εντός Ε.Ε. Σχέδια για τέτοιες μονάδες υπάρχουν, όμως αρκετά ακυρώθηκαν ή πάγωσαν — χαρακτηριστικά, το έργο της Eramet δίπλα στο εργοστάσιο της Suez στη Δουνκέρκη δεν προχώρησε. Σήμερα δεν λειτουργεί καμία τέτοια μονάδα στη Γαλλία, ενώ σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι διαθέσιμες ικανότητες είναι περιορισμένες. Η συνέπεια είναι προβλέψιμη: η «μαύρη μάζα» εξάγεται, συχνά προς τη Νότια Κορέα, και επιστρέφει ως υλικό κατάλληλο για καθοδικά πρόδρομα, αφαιρώντας από την Ευρώπη το κρίσιμο βήμα που παράγει πραγματική προστιθέμενη αξία. Το Γαλλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων (Ifri) έχει επισημάνει πως η Ασία, με προεξάρχουσα την Κίνα, ελέγχει περί το 80% της παγκόσμιας ικανότητας ανακύκλωσης σε προ- και μετεπεξεργασία, γεγονός που καθιστά τη «μαύρη μάζα» στρατηγικό σημείο συμφόρησης για την Ε.Ε.

Το κενό δεν σταματά εκεί. Ακόμη και όταν ανακτηθούν τα μέταλλα, λείπουν στην Ευρώπη οι μονάδες που θα τα μετατρέψουν σε πρόδρομες ύλες καθόδου (cathode precursors) – δηλαδή στο υλικό που τροφοδοτεί τα gigafactories. Σχέδια υπάρχουν (Axens, Orano), αλλά κανένα δεν είναι ακόμη λειτουργικό. Χωρίς αυτά τα «τελικά μίλια», οι επιχειρήσεις που παράγουν «μαύρη μάζα» αναλαμβάνουν δυσανάλογους κινδύνους: οι συμβάσεις πώλησης δεν «δένουν» εύκολα, η εγχώρια απορρόφηση παραμένει αβέβαιη, η χρηματοοικονομική εξίσωση δυσκολεύει. Είναι και θέμα κλίμακας κεφαλαίων: έργα πλήρους κατεργασίας «μαύρης μάζας» απαιτούν επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, όταν μια «ελαφριά» μονάδα προεπεξεργασίας στήνεται με τάξη μεγέθους 20 εκατ. ευρώ. Το ρυθμιστικό πλαίσιο, εν ολίγοις, πιέζει προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά οι κρίκοι της αλυσίδας που λείπουν δεν συμπληρώνονται με διατάγματα – χρειάζονται συμβόλαια εισροών (scrap από gigafactories, μπαταρίες τέλους ζωής) και εγγυήσεις απορρόφησης, ώστε οι τράπεζες να βλέπουν τραπεζιμότητα.

Εκεί όπου η Ευρώπη δείχνει να έχει προβάδισμα είναι στο σκέλος της αρχικής παραγωγής μπαταριών, στοιχείο που αν εξελιχθεί σωστά μπορεί να λειτουργήσει ως «άγκυρα» ζήτησης για τις ανακυκλωμένες ύλες. Σε αυτό το περιβάλλον, η ύπαρξη παραγωγικής βάσης στην Ευρώπη είναι πλεονέκτημα που πρέπει να αξιοποιηθεί. Στη Γαλλία λειτουργούν ήδη δύο γιγα-εργοστάσια μπαταριών (ACC και Envision), με άλλα δύο σε φάση σχεδιασμού. Η αύξηση παραγωγής είναι πιο δύσκολη από το αναμενόμενο και η συζήτηση για τη χημεία των καθόδων και το κόστος παραμένει ανοιχτή, όμως τα gigafactories είναι απαραίτητες «άγκυρες» ζήτησης για τις ανακτημένες ύλες. Αν γίνει το βήμα της κάθετης ολοκλήρωσης προς τα πίσω –μαύρη μάζα και cathode precursors–, τότε ο κανονισμός δεν θα περιοριστεί σε καλύτερη διαχείριση αποβλήτων, αλλά θα παράξει βιομηχανική ισχύ εντός της Ένωσης. Η ύπαρξη παραγωγικής βάσης εντός Ε.Ε. είναι απαραίτητη για να υπάρξει σταθερός, τοπικός αποδέκτης των ανακτημένων μετάλλων. Αν δεν αναπτυχθούν οι ενδιάμεσοι κρίκοι, η Ευρώπη θα συνεχίσει να «δανείζεται» επεξεργαστική ικανότητα εκτός συνόρων και να αγοράζει πίσω την προστιθέμενη αξία.

Στο οικονομικό σκέλος, η εξίσωση επηρεάζεται από τον χρόνο. Οι μπαταρίες EV έχουν διάρκεια ζωής 10–15 χρόνια· οι παρτίδες που μπήκαν στην αγορά το 2020 θα αρχίσουν να τροφοδοτούν τον «αγωγό» ανακύκλωσης μαζικά γύρω στο 2035. Μέχρι τότε, τα διαθέσιμα ρεύματα προέρχονται κυρίως από βιομηχανικά scrap και πρώιμες αντικαταστάσεις, δηλαδή όγκους ανομοιόμορφους και με υψηλή διακύμανση. Το γεγονός αυτό δυσκολεύει τους επενδυτές να «κλειδώσουν» κερδοφορία σε έργα πλήρους χημικής επεξεργασίας, βραχυκυκλώνοντας την ανάπτυξη μιας καθετοποιημένης αλυσίδας στην Ευρώπη και διαιωνίζοντας την εξάρτηση από την Ασία. Είναι ο λόγος που βλέπουμε «δειλές» επενδύσεις στο ενδιάμεσο στάδιο και μεγαλύτερη αναμονή στα βαριά έργα.

Πώς μεταφράζεται αυτή η ευρωπαϊκή πορεία στο ελληνικό πεδίο; Κατ’ αρχάς, στο σκέλος της συλλογής οι αριθμοί βελτιώνονται: σύμφωνα με στοιχεία που διαθέτουμε από τη λειτουργία του συστήματος, ο δείκτης συλλογής φορητών μπαταριών διαμορφώθηκε το 2023 στο 40,5% επί του μέσου όρου των ποσοτήτων που διατέθηκαν την τριετία 2021–2023, με τον στόχο στο 45%. Το 2024 ο δείκτης ανέβηκε στο 52,4%, υπερκαλύπτοντας τον στόχο – αποτέλεσμα που πηγές αποδίδουν στην ωρίμανση του δικτύου και στις πιο επιθετικές δράσεις ενημέρωσης στα σημεία υψηλής προσέλευσης. Αυτό μετατρέπει τη χώρα –όπως και αρκετές άλλες στην Ένωση– σε τροφοδότη πρώτης ύλης και όχι σε κόμβο αξίας.

Το χρονοδιάγραμμα της Ε.Ε. προσφέρει σαφή ορόσημα για να κριθεί η πρόοδος, αν και πηγές μιλούν για υπερφιλόδοξους στόχους Το 2026 θα μετρηθεί για πρώτη φορά η επαναχρησιμοποίηση. Το 2027 «κλειδώνει» το 63% συλλογής για μικρές μπαταρίες και το 50% ανάκτησης λιθίου. Το 2028 ακολουθεί το 51% συλλογής για μπαταρίες έως 25 κιλά. Το 2031 ανεβαίνουν οι ελάχιστες αποδόσεις ανάκτησης μετάλλων και ενεργοποιείται η υποχρέωση ενσωμάτωσης ανακυκλωμένου περιεχομένου στις νέες μπαταρίες. Μέχρι τότε, η Ελλάδα μπορεί να χτίσει πάνω στην ισχυρή της «είσοδο» –σε συνεργασία με δήμους και λιανεμπόριο που ήδη δουλεύουν– και να διεκδικήσει ρόλο στην «έξοδο», είτε μέσω διασύνδεσης με ευρωπαϊκές μονάδες κατεργασίας είτε, ιδανικά, μέσω ανάπτυξης εγχώριων ικανοτήτων εκεί όπου υπάρχει πραγματική κλίμακα.

Το ευρωπαϊκό ζητούμενο είναι αν θα βρεθούν οι κρίκοι που λείπουν, ώστε η «μαύρη μάζα» να πάψει να είναι συνώνυμο εξαγωγής αξίας. Από αυτό θα κριθεί αν το νέο πλαίσιο θα προσθέσει απλώς τάξη στα απόβλητα ή θα μεταφραστεί σε ανταγωνιστική βιομηχανία μπαταριών εντός Ευρώπης.

Διαβάστε ακόμη