Στην κορυφή μιας νέας ενεργειακής εποχής, η ΔΕΗ χαράζει τον δρόμο της με ένα όραμα που συνδέει την ανθεκτική κερδοφορία, την ψηφιοποίηση και την καθαρή ενέργεια. Η επιχείρηση, που ξεκίνησε το ταξίδι του μετασχηματισμού το 2019 με τη δέσμευση να καταστεί πρότυπο στον χώρο της ενέργειας, επιβεβαιώνει πλέον τον ρόλο της ως κεντρικός πυλώνας της ενεργειακής μετάβασης της Ελλάδας και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Αυτό το όραμα σφυρηλατήθηκε γύρω από έξι κεντρικούς στρατηγικούς άξονες, οι οποίοι δεν συνθέτουν ανεξάρτητα μέρη, αλλά συνδέονται μεταξύ τους ως στοιχεία ενός συνολικού μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης. Πρόκειται για ένα σχέδιο που εστιάζει στην καθαρή ενέργεια, την ψηφιοποίηση των δικτύων, την ενίσχυση των επιδόσεων του Ομίλου, αλλά και την προσφορά καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας. Στο κέντρο της στρατηγικής βρίσκονται οι πελάτες, οι οποίοι πλέον δεν αγοράζουν απλώς ηλεκτρική ενέργεια, αλλά πρόσβαση σε ένα ευρύ χαρτοφυλάκιο ψηφιοποιημένων υπηρεσιών και ολοκληρωμένων λύσεων.
Στον πρώτο κύκλο καταγράφεται η ισχυρή χρηματοοικονομική απόδοση του Ομίλου για το 2024, με το EBITDA να έχει διπλασιαστεί σε σχέση με την προηγούμενη τριετία, αγγίζοντας το 1,8 δισ. ευρώ. Πρόκειται για αποτέλεσμα που προσφέρει στην επιχείρηση τη ρευστότητα και την αντοχή που χρειάζεται για να χρηματοδοτήσει το φιλόδοξο πλάνο της.
Αυτό οδηγεί στον δεύτερο κύκλο: τις επενδύσεις ύψους 3 δισ. ευρώ, οι οποίες δρομολογούνται σύμφωνα με το Στρατηγικό Σχέδιο του Ομίλου. Στην καρδιά αυτών των επενδύσεων βρίσκονται οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και τα δίκτυα διανομής, συνθέτοντας τον σκελετό μιας ΔΕΗ που περιορίζει την εξάρτηση από τον λιγνίτη και εστιάζει στην καθαρή ενέργεια.
Με το βλέμμα στο 2027, όταν ο Όμιλος φιλοδοξεί να ξεπεράσει τα 11,8 GW εγκατεστημένης ισχύος από ΑΠΕ, το πλάνο της ΔΕΗ ξεπερνά την απλή κούρσα των επιδόσεων. Στόχος της είναι να οικοδομήσει ένα νέο ενεργειακό μοντέλο, ανθεκτικό στο ρίσκο των αγορών, ψηφιοποιημένο και διεθνοποιημένο, ικανό να προσφέρει προστιθέμενη αξία σε πελάτες, επενδυτές και κοινωνία.
Η δυναμική της στροφής καταγράφεται ήδη από το 2021, όταν ο όμιλος αύξησε τη δυναμικότητα παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αγγίζοντας το 50% της συνολικής ισχύος του. Στο τέλος του 2024, η εγκατεστημένη ισχύς των ΑΠΕ είχε φτάσει τα 5,5 GW, σημειώνοντας αύξηση κατά 2,1 GW συγκριτικά με το 2021 — εκ των οποίων το μισό επιτεύχθηκε μέσω οργανικής ανάπτυξης. Στο πρώτο τρίμηνο του 2025 προστέθηκαν επιπλέον 0,7 GW, ανεβάζοντας τη συνολική ισχύ των ΑΠΕ της ΔΕΗ στα 6,2 GW.
Την ίδια στιγμή, το μεγάλο στοίχημα της επιχείρησης εντοπίζεται στην ευελιξία της παραγωγής. Οι συνθήκες των αγορών της ηλεκτρικής ενέργειας – με συχνότερη εμφάνιση αρνητικών τιμών, απότομα spikes και επιβαρυμένες συνθήκες υδροηλεκτρικής παραγωγής – απαιτούν νέα εργαλεία για τη θωράκιση της κερδοφορίας. Σε αυτή την κατεύθυνση, η ΔΕΗ επενδύει συστηματικά στην κατασκευή συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας: τα έργα μπαταριών «Μελίτη 1» και «Πτολεμαΐδα 4» (διάρκειας δύο ωρών) συνολικής ισχύος 98 MW βρίσκονται ήδη υπό ανάπτυξη, ενώ το «Αμύνταιο ΙΙ» των 50 MW και διάρκειας τεσσάρων ωρών προσθέτει βάθος και αντοχή στο χαρτοφυλάκιο της επιχείρησης.
Σχέδιο απολιγνιτοποίησης για το 2026
Όπως τη δεκαετία του ’50 η ΔΕΗ στήριξε τον εξηλεκτρισμό και την εκβιομηχάνιση της χώρας, επενδύοντας στις τεχνολογίες αιχμής της εποχής για να χτίσει τις πρώτες λιγνιτικές μονάδες που άλλαξαν το οικονομικό και κοινωνικό τοπίο της περιοχής, έτσι και σήμερα αξιοποιεί την πλούσια κληρονομιά των υποδομών, των εκτάσεων και των εγκαταστάσεών της για να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο: να γίνει κόμβος ψηφιακών και ενεργειακών τεχνολογιών, σφραγίζοντας τη μετάβαση στην εποχή της καθαρής ενέργειας και της ψηφιοποίησης. Ως εκ τούτου, στην τρίτη φάση της στρατηγικής της ΔΕΗ ξεχωρίζει το κλείσιμο του κεφαλαίου του λιγνίτη, που θα ολοκληρωθεί οριστικά έως το 2026, νωρίτερα από τους στόχους άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Από το 2021, η επιχείρηση έχει περιορίσει δραστικά την ισχύ και την παραγωγή των λιγνιτικών της μονάδων, επιτυγχάνοντας μείωση των άμεσων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 35%. Για τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της ΔΕΗ, Γιώργο Στάσση, πρόκειται για ένα ορόσημο που κλείνει οριστικά τον κύκλο μιας ενεργειακής εποχής και σηματοδοτεί τη μετάβαση σ’ ένα νέο μοντέλο χαμηλού ανθρακικού αποτυπώματος — πιο ανθεκτικό, πιο ανταγωνιστικό και καλύτερα θωρακισμένο απέναντι στις προκλήσεις των αγορών.
Το μεγάλο στοίχημα των AI Data Centers και των τηλεπικοινωνιών
Πυλώνας αυτού του μετασχηματισμού, καταλαμβάνοντας ένα νέο χώρο στα σχέδια του ενεργειακού ομίλου είναι το πεδίο της ψηφιοποίησης. Αιχμή του δόρατος, το mega data center των 300 MW που σχεδιάζεται να κατασκευαστεί στη Δυτική Μακεδονία. Ένα έργο που φιλοδοξεί να αποτελέσει τομή για τον ψηφιακό ρόλο της επιχείρησης, αξιοποιώντας την ενεργειακή της κληρονομιά και τη γεωγραφική της θέση, προσφέροντας long–term PPAs και συνδέοντας το μέλλον της ψηφιοποίησης με το νέο της χαρτοφυλάκιο καθαρής ενέργειας. Στόχος της ΔΕΗ είναι να αξιοποιήσει πλήρως την πρόσβαση στην ενέργεια για να προσφέρει ανταγωνιστικές συνθήκες φιλοξενίας των hyperscalers, προσθέτοντας νέα προστιθέμενη αξία στην επιχείρηση και ανοίγοντας τον δρόμο για χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας και ένα ολοκληρωμένο ψηφιακό οικοσύστημα στην καρδιά της Δυτικής Μακεδονίας.
Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά στο πλαίσιο της χθεσινής Γενικής Συνέλευσης, «είμαστε έτοιμοι για την επένδυση στο Data Center μόλις υπάρξει συμφωνία με τον ή τους hyperscaler που βρισκόμαστε σε επαφές. Σημείωσε μάλιστα ότι το συγκεκριμένο έργο δεν περιλαμβάνεται στο νέο επενδυτικό σχέδιο της ΔΕΗ – γεγονός που σημαίνει ότι εάν τελικά υλοποιηθεί, θα ανεβάσει το ύψος των επενδύσεων της τριετίας πολύ πάνω από τα 10 δισ. ευρώ που προβλέπονται στο στρατηγικό της πλάνο.
Την ίδια στιγμή, η επιχείρηση εδραιώνει την παρουσία της και στο πεδίο των τηλεπικοινωνιών. Μέσα στο 2024, καταγράφηκε θεαματική πρόοδος στην ανάπτυξη του δικτύου FTTH, το οποίο έχει ήδη φτάσει τα 650.000 νοικοκυριά και επιχειρήσεις τον Δεκέμβριο του 2024, καταγράφοντας αύξηση της τάξης του 360% σε σχέση με το 2023. Στόχος της ΔΕΗ είναι να ξεπεράσει το 1,2 εκατ. νοικοκυριά το πρώτο τρίμηνο του 2025, θέτοντας τις βάσεις για να καλύψει 3 εκατομμύρια νοικοκυριά και επιχειρήσεις στα επόμενα χρόνια. Παράλληλα, αξιοποιώντας το υπερσύγχρονο δίκτυο FTTH της, ο Όμιλος ετοιμάζεται να εισέλθει δυναμικά στην αγορά των τηλεπικοινωνιών, προσφέροντας ανταγωνιστικά πακέτα υπερυψηλών ταχυτήτων τόσο για νοικοκυριά όσο και για επιχειρήσεις.
Πρόκειται όπως τονίζει η διοίκηση για μία στρατηγική κίνηση που καταδεικνύει τον πολυδιάστατο χαρακτήρα της ΔΕΗ της επόμενης ημέρας: μιας επιχείρησης που δεν περιορίζεται στην ενέργεια, αλλά αξιοποιεί το μέγεθος, τις υποδομές και το ψηφιακό της όραμα για να δημιουργήσει νέα πεδία εσόδων, να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά της και να προσφέρει νέα προστιθέμενη αξία στην ευρύτερη ελληνική οικονομία.
Η ΔΕΗ στρέφει το βλέμμα της και στην Κροατία
Στην ίδια λογική της δημιουργίας μιας Powertech εταιρείας καθαρής ενέργειας και ψηφιοποιημένων υποδομών στην ευρύτερη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αλλά και της θωράκισής της απέναντι στην «κινούμενη άμμο» των αγορών, η ΔΕΗ επιταχύνει το πλάνο της διεθνούς ανάπτυξης. Μετά την επιτυχημένη είσοδό της στην αγορά της Ρουμανίας – που της προσέφερε πρόσβαση σε ένα χαρτοφυλάκιο ΑΠΕ και δικτύων στρατηγικής σημασίας –, ο Όμιλος διευρύνει το διεθνές του αποτύπωμα, αξιοποιώντας συνέργειες και εδραιώνοντας τη θέση του ως κεντρικού ενεργειακού παίκτη της περιοχής.
Στην Ιταλία και τη Βουλγαρία έχει ήδη θέσει βάσεις για ανάπτυξη, ενώ το επόμενο μεγάλο στοίχημα εντοπίζεται στην Κροατία. Όπως επιβεβαίωσε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης, «στην Κροατία θα δούμε τα πρώτα φωτοβολταϊκά έργα να συνδέονται το 2026». Πρόκειται για μία αγορά-κλειδί, στενά συνδεδεμένη ενεργειακά με την Ιταλία — χώρα όπου καταγράφονται από τις υψηλότερες τιμές ρεύματος στην Ευρώπη — προσδίδοντας στην επιχείρηση ένα επιπλέον στρατηγικό πλεονέκτημα γεωγραφικής εδραίωσης και κερδοφορίας. Στόχος της είναι να εδραιωθεί ως κεντρικός πυλώνας της ενεργειακής μετάβασης στην ευρύτερη Νοτιοανατολική Ευρώπη, συνδέοντας την τεχνογνωσία, την κερδοφορία και το όραμά της με νέα πεδία ανάπτυξης, ανθεκτικά στις διεθνείς ενεργειακές κρίσεις.
Από πάροχος ενέργειας σε πολυκαναλικό οικοσύστημα, οι στόχοι για το 2027
Στην κορυφή των στρατηγικών της ΔΕΗ βρίσκεται ο πελάτης. Στην νέα εποχή της, η επιχείρηση δεν προσφέρει απλώς ρεύμα, αλλά ένα πολυδιάστατο οικοσύστημα προϊόντων και υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας: αντλίες θερμότητας, φωτοβολταϊκά στέγης, ψηφιοποιημένες υπηρεσίες, δίκτυα ηλεκτροκίνησης και υπερσύγχρονες τηλεπικοινωνίες. Στην ηλεκτροκίνηση, ο Όμιλος κατακτά ήδη την πρώτη θέση στην Ελλάδα και επεκτείνεται δυναμικά στη Ρουμανία, λειτουργώντας συνολικά 3.300 σημεία φόρτισης στο τέλος του 2024, αριθμός που ξεπέρασε τα 3.300 σημεία στο πρώτο τρίμηνο του 2025. Παράλληλα, στην αγορά των τηλεπικοινωνιών, το FTTH δίκτυο της ΔΕΗ καταγράφει εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης, αγγίζοντας το 1,2 εκατομμύριο νοικοκυριά και επιχειρήσεις και στοχεύοντας να φτάσει τα 3 εκατομμύρια στο άμεσο μέλλον.
Η στροφή αυτή της επιχείρησης δεν μένει μόνο στο επίπεδο της προσφοράς υπηρεσιών. Αποτυπώνεται ξεκάθαρα στα οικονομικά της αποτελέσματα, επιβεβαιώνοντας την επιτυχία της πολυδιάστατης στρατηγικής της. Το EBITDA του Ομίλου το 2024 έκλεισε στο 1,8 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 41% σε σχέση με το 2023, ενώ ο στόχος για το 2027 ανεβαίνει πλέον στα 2,7 δισ. ευρώ. Παράλληλα, τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται να ξεπεράσουν τα 800 εκατ. ευρώ έως το 2027, επιβεβαιώνοντας ότι αυτή η νέα προσέγγιση – από πάροχο ενέργειας σε πολυκαναλικό οικοσύστημα προϊόντων και υπηρεσιών – δεν προσφέρει μόνο νέα αξία στον καταναλωτή, αλλά και ανθεκτική, βιώσιμη κερδοφορία για τον Όμιλο, τους μετόχους και την ευρύτερη κοινωνία.
Διαβάστε ακόμη