Η Σερβία βρίσκεται μπροστά σε μια εξελισσόμενη ενεργειακή κρίση που απειλεί να διαταράξει όχι μόνο τον εφοδιασμό της χώρας με καύσιμα, αλλά και ολόκληρη τη συνοχή του χρηματοπιστωτικού και πολιτικού της συστήματος. Η απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης να μην χορηγήσει ειδική άδεια στη σερβική εταιρεία NIS, η οποία ελέγχεται από τη ρωσική Gazprom Nef, για τη συνέχιση των εισαγωγών καυσίμων, επιτάχυνε δραματικά τις εξελίξεις. Το διυλιστήριο του Pančevo, το μοναδικό στη Σερβία, στο εξής οδεύει προς αναστολή λειτουργίας, αφήνοντας τη χώρα σε αχαρτογράφητα νερά.
Το διυλιστήριο Pančevo στο επίκεντρο των κυρώσεων
Η NIS βρίσκεται από τον Οκτώβριο υπό το καθεστώς αμερικανικών κυρώσεων, καθώς φέρεται να συμβάλλει, μέσω των οικονομικών της ροών, στη χρηματοδότηση της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Οι κυρώσεις περιορίζουν δραστικά τη δυνατότητα του ομίλου να πραγματοποιεί διεθνείς συναλλαγές σε δολάρια, ενώ οι ξένες τράπεζες που λειτουργούν στη Σερβία έχουν ήδη διακόψει κάθε συνεργασία μαζί της. Με δεδομένο ότι το διυλιστήριο του Pančevo αποτελεί τη βασική πηγή επεξεργασίας καυσίμων για όλη τη χώρα, η διακοπή της λειτουργίας του προκαλεί αναταράξεις σε ολόκληρο το ενεργειακό σύστημα.
Το διυλιστήριο της NIS, στο οποίο η Gazprom Neft κατέχει ποσοστό 56,15%, αποτελεί το μοναδικό διυλιστήριο πετρελαίου στη Σερβία και ταυτόχρονα τον πυρήνα μιας εκτεταμένης εφοδιαστικής αλυσίδας που περιλαμβάνει περισσότερους από 300 σταθμούς ανεφοδιασμού, καθώς και σχεδόν το σύνολο των εγκαταστάσεων αποθήκευσης πετρελαϊκών προϊόντων της χώρας. Η άρνηση των ΗΠΑ να χορηγήσουν ειδική άδεια εισαγωγών σημαίνει ότι η NIS αδυνατεί πλέον να εξασφαλίσει τις αναγκαίες ποσότητες αργού, γεγονός που καθιστά αδύνατη τη συνέχιση της λειτουργίας του διυλιστηρίου.
Ο πρόεδρος Aleksandar Vučić, σε έκτακτη συνέντευξη Τύπου, ανακοίνωσε ότι «η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν ενέκρινε τη συνέχιση λειτουργίας του διυλιστηρίου» και δήλωσε «βαθιά απογοητευμένος» από το αποτέλεσμα. Παράλληλα, γνωστοποίησε ότι η κυβέρνηση έδωσε τη συγκατάθεσή της στη NIS να σταματήσει τη λειτουργία του Pančevo. Ο Vučić καθησύχασε, ωστόσο, το κοινό ότι τα αποθέματα καυσίμων «επαρκούν μέχρι το τέλος Ιανουαρίου 2026», επισημαίνοντας ότι οι καταναλωτές θα πρέπει για το άμεσο διάστημα να προμηθεύονται καύσιμα από πρατήρια άλλων εταιρειών, μια ιδιαίτερα σημαντική επισήμανση, δεδομένου ότι η NIS ελέγχει σχεδόν το 47% της λιανικής αγοράς καυσίμων.
Ταυτόχρονα, ο Σέρβος πρόεδρος αναφέρθηκε στις αποκαλούμενες «έμμεσες κυρώσεις», προειδοποιώντας για την ανάγκη άμεσης καταβολής μισθών στους εργαζομένους της NIS και εξόφλησης όλων των προμηθευτών, «προτού οι ντόπιες τράπεζες πάψουν να συνεργάζονται με την εταιρεία». Με δεδομένο ότι οι ξένες τράπεζες έχουν ήδη αποσυρθεί, υπάρχει ανησυχία για πιθανή χρηματοοικονομική «ασφυξία» του ομίλου.
Γεωπολιτικά αδιέξοδα και εύθραυστες ισορροπίες
Η κρίση δεν είναι μόνο ενεργειακή, είναι βαθιά πολιτική. Σύμφωνα με δημοσίευμα της Les Echos, o Vučić, ο οποίος κυβερνά τη Σερβία εδώ και έντεκα χρόνια, βρίσκεται υπό πίεση ύστερα από εβδομάδες διαδηλώσεων που καταγγέλλουν διαφθορά και ανεπάρκεια στη διακυβέρνηση της χώρας. Σε αυτό το κλίμα, ένα ενεργειακό σοκ μπορεί να αποτελέσει καταλύτη για περαιτέρω πολιτική αποσταθεροποίηση.
Την ίδια στιγμή, το Βελιγράδι προεξοφλεί ότι θα εξασφαλίσει νέο, αλλά βραχυπρόθεσμο, συμβόλαιο προμήθειας φυσικού αερίου από την Gazprom, ενώ οι διαπραγματεύσεις για μια μακροπρόθεσμη συμφωνία σκοντάφτουν σε γεωπολιτικούς περιορισμούς, ευρωπαϊκές αποφάσεις και τις αμερικανικές κυρώσεις. Το μήνυμα έστειλε ο ίδιος ο Vučić, λίγες μέρες πριν, δίνοντας το στίγμα των προθέσεων της κυβέρνησης, αλλά και τα όρια των επιλογών της χώρας σε μια ιδιαίτερα τεταμένη συγκυρία. Σε τηλεοπτική του συνέντευξη στο Pink TV, ο Σέρβος πρόεδρος ανέφερε ότι η Σερβία αναμένει να υπογράψει σύντομα μια νέα, βραχυχρόνια συμφωνία με τη ρωσική εταιρεία, σπεύδοντας ωστόσο να καθησυχάσει ως προς την ενεργειακή επάρκεια της χώρας τους επόμενους μήνες. «Σίγουρα δεν θα έχουμε πρόβλημα με το φυσικό αέριο μέχρι το καλοκαίρι. Φυσικά, θα προσπαθήσουμε να εξασφαλίσουμε περισσότερες ποσότητες και από άλλες πηγές», δήλωσε, χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες για τη δομή ή τη διάρκεια της σχεδιαζόμενης συμφωνίας με τη Gazprom.
Οι επιπτώσεις μιας ενδεχόμενης ενεργειακής κρίσης
Αναλυτές προειδοποιούν ότι μια βαθιά ενεργειακή κρίση θα μπορούσε να έχει «ντόμινο» επιπτώσεις στο τραπεζικό σύστημα. Ο ίδιος ο Vučić έχει κάνει λόγο για το ενδεχόμενο μιας ευρύτερης χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης, εάν η κρίση επεκταθεί. Ο πολιτικός αναλυτής Strahinja Subotic σημειώνει ότι «προς το παρόν ο πληθυσμός δεν πανικοβάλλεται», αλλά η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με μια δύσκολη εξίσωση: να προστατεύσει τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ χωρίς να προκαλέσει ρήξη με τη Μόσχα, που παραμένει κρίσιμος σύμμαχος.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Σερβία εξετάζει την πιθανότητα πώλησης μέρους της NIS σε ξένους ομίλους, με στόχο να απομακρύνει το διυλιστήριο από το πεδίο εφαρμογής των κυρώσεων. Στο τραπέζι βρίσκεται η προοπτική συμμετοχής πετρελαϊκών εταιρειών της Μέσης Ανατολής, όπως η ADNOC, ενώ και ουγγρικοί ενεργειακοί όμιλοι θεωρούνται δυνητικοί αγοραστές, δεδομένου ότι η Ουγγαρία διατηρεί φιλικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και ευθυγραμμίζεται πολιτικά τόσο με τη Σερβία όσο και με τη Ρωσία.
Έχει επίσης συζητηθεί, σύμφωνα με τη Les Echos, –χωρίς όμως να προχωρήσει– η δημιουργία σερβο-αζέρικης κοινοπραξίας, μια ιδέα που προτάθηκε από τον πρώην πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν κατά τη συνάντησή του με τον Βλαντιμίρ Πούτιν στο Κρεμλίνο, αλλά δεν έτυχε υποστήριξης σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία. Ο Όρμπαν , όπως και ο Mohammed bin Zayed, πρόεδρος των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, διατηρούν εξαιρετικές σχέσεις με τον Ντόναλντ Τραμπ, γεγονός που θεωρείται ότι θα μπορούσε να συμβάλει στην απόκτηση μιας μορφής αμερικανικής «προστασίας». «Μια τέτοια λύση θα μας επέτρεπε να εξασφαλίσουμε την προστασία των Αμερικανών, υπό την προϋπόθεση ότι δεν πρόκειται για μια απλή αλλαγή ιδιοκτησίας του NIS», εξηγεί ο Vuk Vuksanović.
Το διυλιστήριο Pančevo ήταν για δεκαετίες ο ενεργειακός «πνεύμονας» της Σερβίας. Η αναστολή λειτουργίας του, έστω και προσωρινή, αλλάζει ριζικά το τοπίο. Το Βελιγράδι βρίσκεται παγιδευμένο ανάμεσα στις γεωπολιτικές απαιτήσεις της Ουάσιγκτον, την παραδοσιακή του εγγύτητα με τη Μόσχα και την επίσημη υποψηφιότητά του για ένταξη στην ΕΕ.
Διαβάστε ακόμη
