Οι παγκόσμιες επενδύσεις στην ενεργειακή μετάβαση έφτασαν σε νέο ρεκόρ το 2024, αγγίζοντας τα 2,4 τρισεκατομμύρια δολάρια – μια αύξηση της τάξης του 20% σε σχέση με τα μέσες ετήσιες επενδύσεις των ετών 2022/23. Περίπου το ένα τρίτο αυτών των πόρων κατευθύνθηκε προς τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με το συνολικό ύψος των σχετικών επενδύσεων να ανέρχεται στα 807 δισεκατομμύρια δολάρια.
Παρά το εντυπωσιακό αυτό επίτευγμα, η ετήσια αύξηση των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας επιβραδύνθηκε αισθητά. Σύμφωνα με νέα έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (IRENA) και της Πρωτοβουλίας Πολιτικής για το Κλίμα (CPI), το 2024 οι επενδύσεις αυξήθηκαν μόλις κατά 7,3%, όταν την προηγούμενη χρονιά είχαν σημειώσει άνοδο της τάξης του 32%.
Η έκθεση με τίτλο Global Landscape of Energy Transition Finance 2025 δημοσιεύθηκε με αφορμή και τη Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα COP30 στο Μπελέμ της Βραζιλίας. Στόχος της είναι να υποστηρίξει τον διεθνή διάλογο για τη χρηματοδότηση της ενεργειακής μετάβασης, παρακολουθώντας τις επενδύσεις σε τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στις αλυσίδες εφοδιασμού τους, εξετάζοντας τις περιφερειακές τάσεις καθώς και τις πηγές και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται παγκοσμίως.
Τα βασικά ευρήματα της έκθεσης του IRENA για τις επενδύσεις στην ενεργειακή μετάβαση
Βασικά ευρήματα της έκθεσης:
- Το 96% των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές κατευθύνθηκε στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, συνεχίζοντας μια μακροχρόνια τάση.
- Οι παγκόσμιες επενδύσεις στην ηλιακή ενέργεια (φωτοβολταϊκά) έφτασαν νέο ρεκόρ στα 554 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024, σημειώνοντας αύξηση 49%.
- Οι επενδύσεις στην ανανεώσιμη ηλεκτροπαραγωγή, τα δίκτυα και την αποθήκευση ενέργειας μέσω μπαταριών ξεπέρασαν για πρώτη φορά τις επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα, αν και οι δαπάνες για τα ορυκτά καύσιμα παρουσιάζουν και πάλι αυξητική τάση.
- Οι επενδύσεις σε τεχνολογίες ενεργειακής μετάβασης αυξήθηκαν παγκοσμίως, ωστόσο το 90% αυτών παρέμεινε συγκεντρωμένο στις ανεπτυγμένες οικονομίες και στην Κίνα, αφήνοντας πίσω τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες χώρες.
Οι επενδύσεις στην ενεργειακή μετάβαση συνεχίζουν να αυξάνονται αλλά όχι με τον ρυθμό που απαιτείται
Ο Φραντσέσκο Λα Καμέρα, Γενικός Διευθυντής του IRENA, δήλωσε: «Οι επενδύσεις στην ενεργειακή μετάβαση συνεχίζουν να αυξάνονται, αλλά όχι με τον ρυθμό που απαιτείται ώστε να επιτευχθεί ο παγκόσμιος στόχος τριπλασιασμού της εγκατεστημένης ανανεώσιμης ισχύος έως το 2030. Η χρηματοδότηση των ΑΠΕ αυξάνεται αλλά παραμένει εξαιρετικά συγκεντρωμένη στις πιο προηγμένες οικονομίες. Καθώς οι χώρες συγκεντρώνονται στην COP30 για να προωθήσουν τον ‘Οδικό Χάρτη Μπακού–Μπελέμ προς το 1,3 τρισ.’, η ενίσχυση της χρηματοδότησης για αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες είναι κρίσιμη, αν θέλουμε μια πραγματικά παγκόσμια και δίκαιη μετάβαση».
Η έκθεση επισημαίνει ότι οι ανεπτυγμένες οικονομίες διαθέτουν εγχώριους πόρους για τη χρηματοδότηση της ενεργειακής μετάβασης. Αντιθέτως, οι χώρες με χαμηλότερο εισόδημα εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από εξωτερική υποστήριξη λόγω αδύναμων χρηματοπιστωτικών αγορών, περιορισμένης δημοσιονομικής ικανότητας, υψηλού κόστους κεφαλαίου και ευαλωτότητας στο χρέος.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, σχεδόν το ήμισυ των επενδύσεων το 2023 πραγματοποιήθηκε μέσω δανεισμού, κυρίως με επιτόκια αγοράς, ενώ το υπόλοιπο προήλθε από ίδια κεφάλαια. Οι επιχορηγήσεις αντιπροσώπευσαν λιγότερο από 1%, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο επιβάρυνσης των χωρών με υψηλά επίπεδα χρέους.
Ο Λα Καμέρα τόνισε επίσης: «Το IRENA ζητά εδώ και χρόνια πιο έξυπνη χρήση των δημόσιων πόρων ώστε να κινητοποιηθεί ιδιωτικό κεφάλαιο μέσω εργαλείων μείωσης κινδύνου. Ωστόσο, η υπερβολική εξάρτηση από το κερδοσκοπικό κεφάλαιο αφήνει τις αναπτυσσόμενες χώρες εκτός. Όπου δεν κατευθύνονται ιδιωτικές επενδύσεις, ο δημόσιος τομέας πρέπει να αναλάβει ηγετικό ρόλο, με ενισχυμένη πολυμερή και διμερή συνεργασία και μεγαλύτερη κλιματική χρηματοδότηση».
Ιδιαίτερα συγκεντρωμένες οι επενδύσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού, με την Κίνα να κυριαρχεί
Η έκθεση υπογραμμίζει ακόμη ότι οι επενδύσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού και στη βιομηχανική παραγωγή τεχνολογιών ενεργειακής μετάβασης παραμένουν κρίσιμες, αλλά είναι ιδιαίτερα συγκεντρωμένες. Η Κίνα αντιπροσωπεύει το 80% των παγκόσμιων επενδύσεων σε εργοστάσια παραγωγής ηλιακής, αιολικής, μπαταριών και υδρογόνου την περίοδο 2018–2024. Θετικά, νέες βιομηχανικές μονάδες εμφανίζονται πλέον και πέρα από τις ανεπτυγμένες οικονομίες, διευρύνοντας τα οφέλη της ενεργειακής μετάβασης.
Συνολικά, οι παγκόσμιες επενδύσεις σε εργοστάσια παραγωγής τεχνολογιών για ηλιακή και αιολική ενέργεια, μπαταρίες και υδρογόνο μειώθηκαν κατά 21% το 2024, φτάνοντας τα 102 δισεκατομμύρια δολάρια, λόγω σημαντικής μείωσης των επενδύσεων στην παραγωγή φωτοβολταϊκών. Αντίθετα, οι επενδύσεις σε εργοστάσια μπαταριών σχεδόν διπλασιάστηκαν στα 74 δισεκατομμύρια δολάρια, αντανακλώντας την αυξημένη ζήτηση για αποθήκευση ενέργειας στα δίκτυα, στα ηλεκτρικά οχήματα και στα κέντρα δεδομένων.
Τέλος, η έκθεση τονίζει ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις –μέσω κοινοπραξιών, τεχνολογικών συνεργασιών και ανταλλαγής τεχνογνωσίας– θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο για την ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας και την ανάπτυξη βιομηχανιών ενεργειακής μετάβασης σε αναδυόμενες οικονομίες. Παράλληλα, απαιτούνται στοχευμένες πολιτικές ώστε η ανάπτυξη αυτή να είναι κοινωνικά δίκαιη, περιβαλλοντικά βιώσιμη και να διασφαλίζει ισότιμη κατανομή των ωφελειών.
Διαβάστε ακόμη
