Η Ουγγαρία ανακοίνωσε ότι θα ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες για την αγορά πυρηνικού καυσίμου, με στόχο τη διαφοροποίηση των πηγών εφοδιασμού της, σύμφωνα με δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών Πέτερ Σιγιάρτο την Τετάρτη, σε συνέντευξή του στο κρατικό τηλεοπτικό δίκτυο M1. Όπως αναφέρει το Reuters, η πρωτοβουλία αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο της στρατηγικής της Βουδαπέστης να διασφαλίσει την ενεργειακή της επάρκεια και να μειώσει την εξάρτηση από τη Ρωσία, χωρίς ωστόσο να διακόψει πλήρως τις σχέσεις της με τη Μόσχα στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας.
Ο Σιγιάρτο, ο οποίος πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη στην Ουάσιγκτον από την Τρίτη, τόνισε ότι η Ουγγαρία χρειάζεται πρόσθετες ποσότητες πυρηνικού καυσίμου προκειμένου να καλύψει τις αυξανόμενες ενεργειακές της ανάγκες, καθώς επεκτείνει το εθνικό πυρηνικό της πρόγραμμα. «Παράλληλα με τις υπάρχουσες σχέσεις με τον Ρώσο προμηθευτή, ξεκινάμε διαβουλεύσεις για την αγορά πυρηνικού καυσίμου και από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ώστε να μπορέσουμε να εξυπηρετήσουμε με ασφάλεια τη διευρυμένη πυρηνική μας δυναμικότητα», δήλωσε ο Ούγγρος ΥΠΕΞ στην κρατική τηλεόραση.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι συζητήσεις θα πραγματοποιηθούν με στελέχη του Υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ και με εκπροσώπους της αμερικανικής εταιρείας Westinghouse, που αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους προμηθευτές πυρηνικού εξοπλισμού και καυσίμου παγκοσμίως. Οι συνομιλίες αναμένεται να εστιάσουν στη δυνατότητα συνεργασίας για την τροφοδοσία της Ουγγαρίας με πυρηνικό καύσιμο αμερικανικής προέλευσης.
Ο Σιγιάρτο δεν έδωσε λεπτομέρειες σχετικά με το πότε θα μπορούσε να ξεκινήσει η προμήθεια από τις ΗΠΑ, ούτε για το ποιο ποσοστό των ενεργειακών αναγκών της Ουγγαρίας θα μπορούσαν να καλύψουν οι εισαγωγές αυτές. Ωστόσο, επεσήμανε ότι στόχος της κυβέρνησης είναι η ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας, χωρίς να διακινδυνεύσει η σταθερότητα του πυρηνικού προγράμματος της χώρας.
Η Ουγγαρία προμηθεύεται πυρηνικά καύσιμα αποκλειστικά από τη Ρωσία
Η Ουγγαρία διαθέτει σήμερα το πυρηνικό εργοστάσιο Paks, το οποίο λειτουργεί με τέσσερις ρωσικής κατασκευής αντιδραστήρες τύπου VVER 440, συνολικής ισχύος περίπου 2.000 μεγαβάτ. Η εγκατάσταση αυτή καλύπτει περίπου το 40% της εγχώριας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και προμηθεύεται καύσιμο αποκλειστικά από τη Ρωσία.
Παράλληλα, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν έχει εγκρίνει την επέκταση του σταθμού Paks, με την κατασκευή δύο νέων αντιδραστήρων ισχύος 1,2 γιγαβάτ ο καθένας, τους οποίους θα αναλάβει η ρωσική εταιρεία Rosatom. Το έργο, γνωστό ως «Paks II», έχει καθυστερήσει σημαντικά σε σχέση με το αρχικό χρονοδιάγραμμα, καθώς ανατέθηκε χωρίς διεθνή διαγωνισμό στη Rosatom το 2014 – απόφαση που συχνά αναφέρεται ως ένδειξη των στενών σχέσεων του Όρμπαν με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Παρά τις καθυστερήσεις, η Βουδαπέστη παραμένει προσηλωμένη στην ολοκλήρωση του έργου, υποστηρίζοντας ότι η πυρηνική ενέργεια είναι απαραίτητη για τη διατήρηση χαμηλού κόστους ηλεκτρικής ενέργειας και την επίτευξη κλιματικών στόχων χωρίς εξάρτηση από τις αγορές φυσικού αερίου.
Ανάγκη για διαφοροποίηση
Η Ουγγαρία, ωστόσο, επιδιώκει πλέον διεύρυνση των εναλλακτικών πηγών εφοδιασμού σε πυρηνικό καύσιμο, μετά τις γεωπολιτικές εντάσεις που έχουν προκύψει από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τις κυρώσεις που έχει επιβάλει η Ευρωπαϊκή Ένωση στη Μόσχα. Η κυβέρνηση Όρμπαν επιθυμεί να αποφύγει τον πλήρη αποκλεισμό της Ρωσίας, αλλά ταυτόχρονα να δείξει στην Ευρώπη ότι εργάζεται προς την ενεργειακή διαφοροποίηση.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ουγγαρία είχε ήδη ανακοινώσει το 2023 ότι από το 2027 θα προμηθεύεται μέρος του πυρηνικού της καυσίμου και από τη γαλλική εταιρεία Framatome, προκειμένου να μειώσει σταδιακά την εξάρτηση από τη Rosatom. Η πιθανή συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, μέσω της Westinghouse, θα αποτελέσει ένα ακόμη βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, προσφέροντας στη χώρα τη δυνατότητα πολυδιάστατης ενεργειακής πολιτικής.
Με τις συνομιλίες στην Ουάσιγκτον, η Ουγγαρία επιδιώκει να διασφαλίσει την αξιοπιστία και τη συνέχεια του πυρηνικού της προγράμματος, ενώ παράλληλα στέλνει μήνυμα ότι, παρά τη στενή της σχέση με τη Μόσχα, είναι πρόθυμη να συνεργαστεί και με τη Δύση για ζητήματα στρατηγικής σημασίας. Η εξέλιξη αυτή υπογραμμίζει τον λεπτό διπλωματικό ισορροπισμό που επιχειρεί η Βουδαπέστη μεταξύ Ρωσίας, Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών, στο ευρύτερο πλαίσιο της ενεργειακής ασφάλειας και της γεωπολιτικής σταθερότητας στην Ευρώπη.
Διαβάστε ακόμη