Σύμφωνα με έκθεση επιτροπής του Υπουργείου Ενέργειας της Ινδίας, η χώρα θα χρειαστεί σχεδόν 19,3 τρισεκατομμύρια ρουπίες (περίπου 217 δισεκατομμύρια δολάρια) σε επενδύσεις προκειμένου να επιτύχει τον στόχο της εγκατάστασης 100 γιγαβάτ μονάδων πυρηνικής ενέργειας έως το 2047. Η έκθεση, που δημοσιεύτηκε την Τρίτη, αποτελεί ένα από τα πιο φιλόδοξα ενεργειακά σχέδια της χώρας και σηματοδοτεί μια στροφή προς την ενίσχυση της πυρηνικής ενέργειας στο πλαίσιο της παγκόσμιας προσπάθειας για απανθρακοποίηση.

Η έκθεση υποθέτει ότι οι εγχώριοι αντιδραστήρες πίεσης βαρέος ύδατος (Pressurized Heavy Water Reactors – PHWR) θα συνεχίσουν να αποτελούν τη βασική τεχνολογία της Ινδίας στον τομέα αυτό, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 46% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος. Παράλληλα, οι μεγάλοι ξένοι αντιδραστήρες –που προέρχονται κυρίως από χώρες όπως η Γαλλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία– αναμένεται να συνεισφέρουν περίπου το 39% της δυναμικότητας. Η επιτροπή σημειώνει επίσης ότι θα απαιτηθούν πρόσθετα κεφάλαια για τη δημιουργία εγχώριων βιομηχανικών εγκαταστάσεων παραγωγής εξοπλισμού, απαραίτητων για την υποστήριξη μιας τόσο μεγάλης ανάπτυξης του τομέα.

Η Ινδία στρέφεται περισσότερο προς την πυρηνική ενέργεια

Η δημοσίευση της έκθεσης έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι έχει δεσμευτεί να προχωρήσει σε ριζικές νομοθετικές αλλαγές με σκοπό να προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις σε έναν τομέα που μέχρι σήμερα παραμένει υποτονικός. Οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις συνδέονται με τη διεθνή στροφή προς την πυρηνική ενέργεια ως μέσο επίτευξης των στόχων απανθρακοποίησης και ενεργειακής ασφάλειας, ιδιαίτερα καθώς πολλές χώρες επιδιώκουν να μειώσουν την εξάρτησή τους από τα ορυκτά καύσιμα.

Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΗΣ ΙΝΔΙΑΣ, ΝΑΡΕΝΤΡΑ ΜΟΝΤΙ

Ο πρωθυπουργός της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι © EPA/HARISH TYAGI

Η ευθύνη των προμηθευτών

Ένα από τα βασικά εμπόδια που αντιμετωπίζει η Ινδία είναι ο ισχύων νόμος περί ευθύνης για πυρηνικά ατυχήματα, ο οποίος καθιστά τόσο τους κατασκευαστές πυρηνικών εγκαταστάσεων όσο και τους προμηθευτές εξοπλισμού υπεύθυνους για τυχόν ζημιές που μπορεί να προκύψουν από πυρηνικά περιστατικά. Ο νόμος αυτός επιτρέπει την υποβολή αστικών αγωγών εναντίον των εταιρειών αυτών, κάτι που έχει αποτρέψει μεγάλους ξένους επενδυτές, όπως η General Electric Co. και η Electricité de France SA (EDF), από το να προχωρήσουν στα έργα που είχαν προγραμματίσει στη χώρα. Ως αποτέλεσμα, η Ινδία διαθέτει σήμερα μόλις 8,8 γιγαβάτ εγκατεστημένης πυρηνικής ισχύος, που αντιστοιχεί σε λιγότερο από 2% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας.

Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό, η επιτροπή του Υπουργείου Ενέργειας προτείνει τον περιορισμό της ευθύνης των προμηθευτών. Συγκεκριμένα, εισηγείται ότι η ευθύνη θα πρέπει να περιορίζεται είτε στην αξία της σύμβασης, είτε στην ευθύνη του φορέα λειτουργίας, είτε σε ένα προκαθορισμένο ποσό που ορίζεται στο συμβόλαιο — επιλέγοντας πάντοτε το μικρότερο από τα τρία. Αυτή η αλλαγή θεωρείται καθοριστικής σημασίας για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των ξένων εταιρειών και τη διευκόλυνση της εισόδου του ιδιωτικού τομέα στην ινδική πυρηνική αγορά.

Επιπλέον, η επιτροπή προτείνει να δοθεί η δυνατότητα στις ιδιωτικές εταιρείες να αποκτούν μεταλλεία ουρανίου στο εξωτερικό, είτε αυτόνομα είτε σε συνεργασία με κρατικές επιχειρήσεις. Η πρωτοβουλία αυτή στοχεύει στη διασφάλιση σταθερών προμηθειών ουρανίου, ενός κρίσιμου καυσίμου για τους πυρηνικούς αντιδραστήρες, καθώς η εγχώρια παραγωγή δεν επαρκεί για να καλύψει τις μελλοντικές ανάγκες.

Στρατηγικής σημασίας ο στόχος των 100 γιγαβάτ έως το 2047

Η επίτευξη του στόχου των 100 γιγαβάτ έως το 2047 –έτος που συμπίπτει με τον εορτασμό των 100 χρόνων ανεξαρτησίας της Ινδίας– θεωρείται στρατηγικής σημασίας για την ενεργειακή της πολιτική. Η Ινδία, που ήδη είναι η τρίτη μεγαλύτερη καταναλώτρια ενέργειας στον κόσμο, χρειάζεται να διαφοροποιήσει το ενεργειακό της μείγμα ώστε να μειώσει την εξάρτηση από τον άνθρακα, ο οποίος εξακολουθεί να καλύπτει πάνω από το 70% της ηλεκτροπαραγωγής της.

Η επένδυση των 19,3 τρισεκατομμυρίων ρουπιών δεν αφορά μόνο την κατασκευή πυρηνικών σταθμών, αλλά και τη δημιουργία υποδομών, την εκπαίδευση προσωπικού, την έρευνα και ανάπτυξη, καθώς και την ανάπτυξη εγχώριων αλυσίδων εφοδιασμού. Η έκθεση τονίζει ότι χωρίς μια συντονισμένη προσπάθεια ανάμεσα στο κράτος, τις δημόσιες επιχειρήσεις και τον ιδιωτικό τομέα, ο στόχος αυτός θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί.

Συνολικά, η νέα αυτή προσέγγιση της ινδικής κυβέρνησης υπογραμμίζει την πρόθεση της χώρας να γίνει παγκόσμιος ηγέτης στον τομέα της καθαρής πυρηνικής ενέργειας, αξιοποιώντας τόσο την εγχώρια τεχνογνωσία όσο και τη διεθνή συνεργασία. Αν επιτύχει, η Ινδία θα αποτελέσει παράδειγμα για άλλες αναπτυσσόμενες οικονομίες που επιδιώκουν να ισορροπήσουν ανάμεσα στην ανάπτυξη και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα.

Διαβάστε ακόμη