Μετά από μια περίοδο στασιμότητας και κρίσης αξιοπιστίας, η παγκόσμια αγορά αντιστάθμισης άνθρακα φαίνεται να βαδίζει προς αναζωογόνηση. Όπως αποκαλύπτει νέα στρατηγική έκθεση της GlobalData, η οποία φέρει τον τίτλο “Carbon Offsets”, η ανάγκη για επίτευξη των στόχων καθαρών μηδενικών εκπομπών (net-zero) έως το 2030 τόσο από κυβερνήσεις όσο και από επιχειρήσεις δημιουργεί ένα νέο κύμα ζήτησης, αυτή τη φορά με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Η έμφαση μετατοπίζεται από τις αμφιλεγόμενες λύσεις αποφυγής εκπομπών σε τεχνολογίες αφαίρεσης διοξειδίου του άνθρακα υψηλής ποιότητας και με αποδεδειγμένα κλιματικά οφέλη.
Η αγορά carbon offsets (αντιστάθμιση εκπομπών άνθρακα) είχε πληγεί σοβαρά τα τελευταία χρόνια από αποκαλύψεις για έργα αμφίβολης αποτελεσματικότητας και υπερεκτιμημένων περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Παρά το γεγονός ότι 47 από τις 100 μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρείες στον κόσμο συνεχίζουν να αγοράζουν offsets (πιστοποιητικά αντιστάθμισης άνθρακα), η ζήτηση έχει παραμείνει στάσιμη από το 2021, λόγω της αυξημένης καχυποψίας γύρω από την ποιότητά τους. Ωστόσο, σύμφωνα με την αναλύτρια στρατηγικής πληροφόρησης της GlobalData, Pinky Hiranandani, η εικόνα αλλάζει. Όπως εξηγεί, «οι εταιρείες που παραμένουν στην αγορά δίνουν πλέον έμφαση στην απόκτηση υψηλής ποιότητας αντισταθμίσεων, συχνά με τη βοήθεια οργανισμών αξιολόγησης ή μέσω στροφής από έργα αποφυγής προς λύσεις αφαίρεσης». Ιδιαίτερη κινητικότητα παρατηρείται στον τεχνολογικό τομέα, όπου κολοσσοί όπως η Microsoft και η Google επενδύουν σημαντικά σε έργα αφαίρεσης, προκειμένου να ανταποκριθούν στους φιλόδοξους στόχους net-zero έως το 2030.
Οι 6 κρίσιμοι παράγοντες για το μέλλον της αγοράς άνθρακα
Η έκθεση επισημαίνει πως το μέλλον της αγοράς θα εξαρτηθεί από έξι κρίσιμους παράγοντες. Αυτοί περιλαμβάνουν την σταθερή προσήλωση των επιχειρήσεων στους στόχους net-zero παρά τις αυξανόμενες αντιδράσεις κατά των πολιτικών ESG, τη δυνατότητα κλιμάκωσης των τεχνολογιών αφαίρεσης άνθρακα, την ικανότητα των οργανισμών αξιολόγησης να επιβάλουν υψηλότερα πρότυπα, την πρόοδο στα συστήματα παρακολούθησης και επαλήθευσης εκπομπών, την ένταξη των offsets σε υφιστάμενα εμπορικά σχήματα άνθρακα και τη διαμόρφωση διεθνούς συναίνεσης για το διασυνοριακό εμπόριο αντισταθμίσεων.
Οι τομείς της ενέργειας και της τεχνολογίας παραμένουν οι μεγαλύτεροι αγοραστές offsets, με τη Shell και τη Microsoft να ξεχωρίζουν. Η ζήτηση για offsets που βασίζονται σε τεχνολογίες αφαίρεσης – όπως η δέσμευση διοξειδίου απευθείας από τον αέρα, η χρήση βιοκάρβουνου (biochar) ή η επιταχυνόμενη χημική απορρόφηση με χρήση πετρωμάτων – παρουσιάζει σημαντική αύξηση. Παρ’ όλα αυτά, το υψηλό κόστος τέτοιων λύσεων εξακολουθεί να αποτελεί εμπόδιο για τη μαζική υιοθέτησή τους, ενώ η ελλιπής διεθνής ρύθμιση καθιστά την επιλογή κατάλληλων έργων περίπλοκη υπόθεση.
Σύμφωνα με τη Hiranandani, «καθώς η αγορά εξελίσσεται, αναμένεται σαφής μετατόπιση προς τεχνολογίες αφαίρεσης άνθρακα, οι οποίες προσφέρουν αποδεδειγμένα και μόνιμα περιβαλλοντικά οφέλη. Οι επιχειρήσεις καλούνται να ισορροπήσουν μεταξύ της κλιματικής τους στρατηγικής και των ρίσκων που ενέχει η επιλογή αμφιλεγόμενων offsets». Σε αυτή τη φάση ωρίμανσης της αγοράς, πολλές εταιρείες εξετάζουν το ενδεχόμενο να καθυστερήσουν τους βραχυπρόθεσμους στόχους carbon neutrality ή net-zero, μέχρι να γίνουν πιο προσιτές οι λύσεις υψηλής ποιότητας. Μια επιμέρους στρατηγική είναι η χρήση ευρύτερα διαθέσιμων έργων αποφυγής εκπομπών, σε συνδυασμό με αυστηρότερους μηχανισμούς παρακολούθησης και αξιολόγησης, ώστε να περιοριστεί ο κίνδυνος αποτυχίας ή αθέτησης περιβαλλοντικών δεσμεύσεων.
Το επόμενο κεφάλαιο της αγοράς offsets γράφεται με λέξεις όπως ποιότητα, αξιοπιστία και διαφάνεια – αξίες που όχι μόνο θωρακίζουν τις επιχειρήσεις απέναντι σε νομικές και φήμης προκλήσεις, αλλά και καθιστούν τον μηχανισμό αντιστάθμισης ουσιαστικό εργαλείο στη μάχη κατά της κλιματικής κρίσης.
Διαβάστε ακόμη