Πιθανούς οιωνούς χαλάρωσης των ενεργειακών κυρώσεων στη Ρωσία βλέπουν οι αναλυτές ως αποτέλεσμα της συνάντησης του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ με τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν στην Αλάσκα την Παρασκευή. Εξάλλου το «σήμα» για το πόσο σημαντική θα είναι η ενέργεια κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων έδωσε ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ δηλώνοντας στο CNBC πριν από λίγες ημέρες πως «η πτώση των τιμών της ενέργειας θα μπορούσε να ασκήσει πίεση στον Βλαντίμιρ Πούτιν να σταματήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία». Πρόσθεσε, δε, πως «αν οι τιμές ενέργειας πέσουν αρκετά, ο Πούτιν θα σταματήσει να σκοτώνει ανθρώπους. Αν η ενέργεια πέσει, άλλα 10 δολάρια το βαρέλι, δεν θα έχει άλλη επιλογή, γιατί η οικονομία του είναι σε άσχημη κατάσταση».
Αναμένοντας το ραντεβού στην Αλάσκα, ήδη τα δασμολογικά μέτρα που προτείνει ο Τραμπ για αγοραστές ρωσικού πετρελαίου, όπως η Ινδία και η Κίνα, έχουν αυξήσει τη μεταβλητότητα, ενώ οι αυξήσεις παραγωγής του OPEC+ περιπλέκουν περαιτέρω το σκηνικό. Αναλυτές εκτιμούν πως μια πιθανή εκεχειρία θα μπορούσε να σταθεροποιήσει τις τιμές, ωστόσο η προοπτική παρατεταμένης σύγκρουσης διατηρεί την ευθραυστότητα στις αγορές ενέργειας.
Προβλέπουν, δε, ενεργειακές και οικονομικές συνεργασίες που ενδέχεται να περιληφθούν στη συμφωνία και να αφορούν την επανεκκίνηση ή ενίσχυση αγωγών φυσικού αερίου προς την Ευρώπη υπό αμερικανική ή κοινή εποπτεία, αμερικανικές επενδύσεις σε ρωσικούς κλάδους ενέργειας, μεταφορών και αγροδιατροφής, καθώς και συμφωνίες για την προμήθεια αμερικανικού LNG στην ευρωπαϊκή αγορά.
Επιπρόσθετα, εκτιμούν ότι, ενώ βραχυπρόθεσμα οι αλλαγές μπορεί να είναι περιορισμένες, μεσοπρόθεσμα θα μπορούσαν να ανατραπούν οι ισορροπίες στην ευρωπαϊκή ενεργειακή στρατηγική και να διαμορφωθούν νέες εμπορικές διαδρομές για το φυσικό αέριο και το LNG.
Το φυσικό αέριο ως διαπραγματευτικό χαρτί
Ανάλυση της Montel αναφέρει πως οι εξαγωγές φυσικού αερίου και LNG μπορεί να αξιοποιηθούν ως διαπραγματευτικά χαρτιά κατά τη συνάντηση σημειώνοντας πως το ενδεχόμενο αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μερική χαλάρωση των ευρωπαϊκών σχεδίων πλήρους κατάργησης του ρωσικού αερίου έως το 2027.
«Ο Τραμπ πιέζει για μια νέα επανεκκίνηση της αμερικανικής πολιτικής έναντι της Ρωσίας, η οποία, εφόσον υλοποιηθεί, μπορεί να οδηγήσει σε αναστολή ή άρση ορισμένων κυρώσεων», δήλωσε ο Yuriy Onyshkiv, αναλυτής της αγοράς φυσικού αερίου στην LSEG.
Ο Henning Gloystein, διευθύνων σύμβουλος για ενέργεια και πόρους στην Eurasia Group, σημείωσε ότι η προμήθεια φυσικού αερίου χρησιμοποιείται ως «διαπραγματευτικό χαρτί» για την επίτευξη «πολύ μεγαλύτερων προτεραιοτήτων». «Αυτό περιλαμβάνει την πιθανή χαλάρωση των αμερικανικών κυρώσεων στο ρωσικό LNG με αντάλλαγμα ρωσική εκεχειρία», είπε, προσθέτοντας ότι θα μπορούσε να περιλαμβάνει και την πιθανότητα η Ουκρανία να επιτρέψει την επανέναρξη ρωσικών εξαγωγών μέσω του εδάφους της προς την ΕΕ, όγκου 5–15 bcm/ετησίως.
Αν και αυτό θα υπονόμευε επίσημα τον στόχο της ΕΕ για πλήρη κατάργηση του ρωσικού αερίου το 2027, ο Gloystein ανέφερε ότι «θα μπορούσαν να βρεθούν ευρωπαϊκές λύσεις». Ένα παράδειγμα θα ήταν η Ουκρανία να αγοράζει ρωσικό αέριο στα σύνορα, να το αποθηκεύει στο έδαφός της, να το αναμειγνύει με άλλο αέριο και έπειτα να το πουλάει στην ΕΕ ως «ουκρανικό».
Οι πιθανές ευρωπαϊκές «παρακάμψεις»
Όσον αφορά τις ροές ρωσικού φυσικού αερίου μέσω αγωγών προς την Ευρώπη, η μόνη διαδρομή που λειτουργεί σήμερα είναι η χωρητικότητας 15 δισ. κυβικών μέτρων (bcm) ετησίως μέσω του TurkStream, από την Τουρκία προς τη νοτιοανατολική Ευρώπη. Οι παραδόσεις αυτές αναμένεται να σταματήσουν πλήρως στο τέλος του 2027, όταν θα εφαρμοστεί ολοκληρωτικά το ευρωπαϊκό σχέδιο σταδιακής κατάργησης του ρωσικού εφοδιασμού.
Η Ευρώπη έχει μειώσει το μερίδιο του ρωσικού φυσικού αερίου και LNG από περίπου 45% πριν το 2022 σε περίπου 18% πέρυσι.
«Ανεπίσημα, η Ρωσία πιθανότατα θα επαναλάβει το ενδιαφέρον της να συνεχίσει τις εξαγωγές μέσω του TurkStream, αλλά αμφιβάλλω ότι θα τεθεί στο τραπέζι η αύξηση μέσω άλλων διαδρομών», δήλωσε ο Halser. Ωστόσο, σημείωσε ότι, αν στις συνομιλίες συμμετείχαν κράτη-μέλη της ΕΕ και η Ουκρανία, θα μπορούσε να ανοίξει η πόρτα ακόμη και για την επανέναρξη της διέλευσης μέσω Ουκρανίας.
Στο μεταξύ, οι ηγέτες της ΕΕ — πλην της Ουγγαρίας — δήλωσαν σε κοινή ανακοίνωση ότι καλωσορίζουν τις προσπάθειες του Τραμπ για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Χωρίς να αναφερθούν ειδικά στην ενέργεια, τόνισαν ότι οποιαδήποτε διπλωματική λύση πρέπει να προστατεύει τα «ζωτικά συμφέροντα ασφαλείας» της Ουκρανίας και της Ευρώπης.
Σκεπτικισμός για άμεσες αλλαγές
Αναλυτές όπως ο Robert Songer (Icis) και ο Francesco Sassi (Πανεπιστήμιο Όσλο) θεωρούν απίθανη την άμεση επιστροφή σημαντικών ποσοτήτων ρωσικού αερίου στο ευρωπαϊκό μείγμα, ακόμη κι αν υπάρξει πρόοδος στις διαπραγματεύσεις.
«Η επίλυση για τον τερματισμό του πολέμου είναι ακόμη μακριά, και το ίδιο ισχύει για την ενσωμάτωση του φυσικού αερίου σε μια ειρηνευτική συμφωνία», τονίζει ο Sassi, προσθέτοντας ότι μόνο μια μακροχρόνια και αξιόπιστη ειρήνη θα μπορούσε να αλλάξει ριζικά το μέλλον του ρωσικού αερίου στην Ευρώπη. Εκτίμησε, δε, ότι, ακόμη κι αν το φυσικό αέριο συμπεριληφθεί στις διαπραγματεύσεις, είναι απίθανο να υπάρξει άμεση επιστροφή σημαντικών ποσοτήτων ρωσικού αερίου στο ευρωπαϊκό μείγμα. Ωστόσο, εκτιμά πως μια αξιόπιστη και μακροχρόνια ειρήνη — απίθανη στο άμεσο μέλλον — και οι ρωσικές εγγυήσεις ασφάλειας για την Ουκρανία, θα μπορούσαν να αλλάξουν ριζικά το μέλλον του ρωσικού φυσικού αερίου και LNG στην Ευρώπη.
Ο Songer, εμφανίστηκε λιγότερο πεπεισμένος, λέγοντας: «Δεν έχει αλλάξει τίποτα που να με κάνει να πιστέψω ότι η ΕΕ θα αλλάξει γνώμη» για την κατάργηση του ρωσικού αερίου.
Τι ζητάει η Ρωσία για τις εξαγωγές LNG
Από την πλευρά του, ο Christoph Halser, ανώτερος αναλυτής στη Rystad Energy, εκτιμά ότι η Ρωσία θα επιδιώξει να θέσει στο τραπέζι τις φιλοδοξίες της για το LNG, με στόχο να δει χαλάρωση κυρώσεων, όπως αυτών που σχετίζονται με την ανάπτυξη του Arctic LNG 2.
Αυξήσεις στις τιμές και δευτερογενείς δασμοί
Ενδεχόμενη αύξηση στις τιμές της ενέργειας, όπως είδαμε να συμβαίνει με το ξέσπασμα του πολέμου που οδήγησε σε ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις παγκοσμίως «βλέπει» ότι μπορεί να επιφέρουν οι δευτερογενείς δασμοί σε αγοραστές ρωσικής ενέργειας ο Kieran Tompkins της Capital Economics.
Την ίδια ώρα, η Berenberg εμφανίζεται απαισιόδοξη για επιστροφή των τιμών ενέργειας στα προπολεμικά επίπεδα. «Ακόμη και σε ένα απίθανο σενάριο διαρκούς ανακωχής, δεν αναμένουμε παρά μόνο μια ήπια υποχώρηση των τιμών», σημειώνει, εξηγώντας ότι το Βερολίνο δεν σκοπεύει να επαναλειτουργήσει τον αγωγό Nord Stream, παρά τις προτροπές Ουκρανίας, Πολωνίας και Βαλτικών χωρών. Παράλληλα, η δέσμευση της ΕΕ να προμηθευτεί ενεργειακά προϊόντα από τις ΗΠΑ αξίας έως 750 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη τριετία, προκειμένου να αποφευχθεί εμπορικός πόλεμος, δείχνει ότι δεν προβλέπεται ουσιαστική αύξηση εισαγωγών ενέργειας από τη Ρωσία.
Διαβάστε ακόμη