Η Shell βρίσκεται σε προκαταρκτικές συνομιλίες για την εξαγορά της ανταγωνίστριας BP, σε μια πιθανή συμφωνία που θα μπορούσε να αποτελέσει τη μεγαλύτερη συμφωνία στον πετρελαϊκό κλάδο εδώ και δεκαετίες. Σε δημοσίευμα του Wall Street Journal αναφέρεται πως οι συνομιλίες μεταξύ των εκπροσώπων των δύο εταιρειών είναι ενεργές και η BP εξετάζει σοβαρά την προσέγγιση. Η εξαγορά της BP θα ενίσχυε σημαντικά τη θέση της Shell απέναντι σε μεγαλύτερους ανταγωνιστές όπως η Exxon Mobil και η Chevron. Μια τέτοια συμφωνία θα αποτελούσε εμβληματική συνένωση δύο εκ των λεγόμενων “big oil” πολυεθνικών του πετρελαίου, που κυριαρχούν στην παγκόσμια παραγωγή ενέργειας. Παρόλα αυτά, η Shell διέψευσε το δημοσίευμα της Wall Street Journal. «Πρόκειται για άλλη μια εικασία της αγοράς. Δεν διεξάγονται συνομιλίες», δήλωσε στο Bloomberg εκπρόσωπος της Shell, κλείνοντας τη συζήτηση γύρω από ένα ενδεχόμενο deal.
Η τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία της BP ανέρχεται σε περίπου 80 δισ. δολάρια. Με την προσθήκη ενός premium, η συνολική αξία μιας ενδεχόμενης εξαγοράς θα μπορούσε να ξεπεράσει εκείνη των 83 δισ. δολαρίων της ιστορικής συγχώνευσης Exxon με Mobil στις αρχές του 21ου αιώνα. Θα ήταν επίσης η μεγαλύτερη συμφωνία εξαγοράς και συγχώνευσης (M\&A) του έτους μέχρι στιγμής, σε μια αγορά που έχει δεχθεί πλήγματα από τον εμπορικό πόλεμο του προέδρου Τραμπ και άλλες γεωπολιτικές εντάσεις.
Από θέση ισχύος ξεκινά τις διαπραγματεύσεις η Shell
Αν το δημοσίευμα του Wall Street Journal έχει βάση, τότε η Shell εισέρχεται στις διαπραγματεύσεις από θέση ισχύος, καθώς η μετοχή της έχει ξεπεράσει σταθερά αυτή της BP τα τελευταία χρόνια. Αν και αμφότερες εδρεύουν στο Ηνωμένο Βασίλειο και έχουν παγκόσμιες δραστηριότητες, η αξία της Shell ξεπερνά τα 200 δισ. δολάρια. Αντιθέτως, η BP υστερεί στον κλάδο, μετά από μια αποτυχημένη στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και μια περίοδο διοικητικών αναταράξεων και λειτουργικών αποτυχιών. Ο ακτιβιστής επενδυτής Elliott Investment Management, που κατέχει πάνω από το 5% των μετοχών της BP, πιέζει για αλλαγές από τον Φεβρουάριο, ενισχύοντας τις πιθανότητες μιας εξαγοράς.
Σε απάντηση, η BP ανακοίνωσε φέτος αύξηση της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου και δραστική μείωση των επενδύσεων σε καθαρές μορφές ενέργειας. Παράλληλα, προσπαθεί να πουλήσει το τμήμα λιπαντικών Castrol και ενδέχεται να εκποιήσει μέρος της ηλιακής της δραστηριότητας (Lightsource). Πρόσφατα ανακοίνωσε και την αποχώρηση του προέδρου της, Helge Lund, αρχιτέκτονα της στρατηγικής μετάβασης σε χαμηλό άνθρακα.
Η Shell, από την πλευρά της, επικεντρώνεται στις πιο κερδοφόρες δραστηριότητές της, αυξάνοντας την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου και περιορίζοντας τους πράσινους στόχους. Ο CEO της, Wael Sawan, έχει δηλώσει πως η εταιρεία θέτει υψηλά τον πήχη για μεγάλες συμφωνίες. Τον Μάιο ανακοίνωσε ένα ακόμα πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών πολλών δισεκατομμυρίων. Σύμφωνα με τη Wall Street Journal, η Shell συνεργάζεται ήδη με τραπεζικούς συμβούλους για πιθανή πώληση χημικών δραστηριοτήτων σε Ευρώπη και ΗΠΑ.
Η εξαγορά της BP θα απαιτούσε χρόνια ενσωμάτωσης, θα αντιμετώπιζε πολιτισμικές συγκρούσεις και ενδεχομένως πωλήσεις επικαλυπτόμενων στοιχείων ενεργητικού. Ωστόσο, θα ενίσχυε σημαντικά τις εμπορικές δραστηριότητες της Shell παγκοσμίως, ιδιαίτερα στον τομέα του υγροποιημένου φυσικού αερίου. Αναλυτές εκτιμούν ότι υπάρχει ισχυρή συμπληρωματικότητα στις δραστηριότητές τους στον Κόλπο του Μεξικού.
Μια τέτοια συμφωνία θα επέτρεπε στη Shell να μειώσει το κόστος ανά μονάδα και να αποκλείσει ανταγωνιστές από την αγορά. Επιπλέον, η εξαγορά από τη Shell θα ήταν πιθανότερο να γίνει αποδεκτή από τις βρετανικές ρυθμιστικές αρχές, σε αντίθεση με έναν ξένο αγοραστή, δεδομένης της ιστορικής σημασίας της BP, που ιδρύθηκε την εποχή της Βρετανικής Αυτοκρατορίας με επίκεντρο το Ιράν.
Το Bloomberg είχε αναφέρει από τον Μάιο πως η Shell εξετάζει το ενδεχόμενο συμφωνίας με την BP. Η πιθανή συγχώνευση θα εντασσόταν σε ένα ευρύτερο κύμα εξαγορών και συγχωνεύσεων στον ενεργειακό κλάδο. Η Chevron βρίσκεται ακόμη στη διαδικασία εξαγοράς της Hess, αξίας 53 δισ. δολαρίων, που έχει καθυστερήσει λόγω νομικής πρόκλησης από την Exxon. Η τελευταία ολοκλήρωσε πέρυσι τη δική της συμφωνία εξαγοράς της Pioneer Natural Resources αξίας 60 δισ., ενώ η Diamondback Energy αγόρασε την Endeavor Energy Resources έναντι 26 δισ. δολαρίων.
Διαβάστε ακόμη