Η Ουγγαρία και η Σλοβακία άσκησαν βέτο σε απόφαση του Συμβουλίου της ΕΕ, η οποία θα καλούσε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επιταχύνει τα σχέδια απεξάρτησης από τα ρωσικά καύσιμα, εν μέρει λόγω της κλιμακούμενης κρίσης στη Μέση Ανατολή, όπως δήλωσε τη Δευτέρα ο υπουργός Εξωτερικών της Ουγγαρίας, Péter Szijjártó. Ο Szijjártó δήλωσε μέσω των κοινωνικών δικτύων του ότι η επιτάχυνση των σχεδίων σε μια τόσο ασταθή περίοδο θα οδηγούσε σε περαιτέρω αποσταθεροποίηση των ήδη ευμετάβλητων παγκόσμιων αγορών ενέργειας. Παράλληλα, χαρακτήρισε την εφαρμογή εκτεταμένων ενεργειακών μεταρρυθμίσεων ως “ανεύθυνη” αυτή τη στιγμή.

Οι υπουργοί Ενέργειας της ΕΕ συναντήθηκαν τη Δευτέρα στο Λουξεμβούργο για να συζητήσουν τα σχέδια σταδιακής απεξάρτησης από τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου — τα οποία αποτελούν μέρος της πρωτοβουλίας RePowerEU που εγκαινιάστηκε τον Μάιο του 2022. Σύμφωνα με διπλωματική πηγή της ΕΕ που μίλησε στο Montel, η πολωνική προεδρία του Συμβουλίου ανέβαλε τη σχετική συνεδρίαση για το απόγευμα, λόγω έλλειψης συναίνεσης, εξαιτίας ενστάσεων από την Ουγγαρία, τη Σλοβακία και άλλες χώρες χωρίς πρόσβαση στη θάλασσα. «Οι ιδιαίτερες συνθήκες τους πρέπει να ληφθούν υπόψη – θεωρούν ότι οι υφιστάμενες προτάσεις του RePowerEU δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους», δήλωσε η ίδια πηγή. Η σημερινή συνεδρίαση είχε στόχο να εξασφαλίσει πολιτική στήριξη από τα κράτη-μέλη, πριν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσιάσει επισήμως τα μέτρα την Τρίτη.

Σε διχασμό η ΕΕ για τα ρωσικά καύσιμα

Η Ουγγαρία, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από μακροπρόθεσμα συμβόλαια με τη Ρωσία, αντιτίθεται σθεναρά σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή νομοθεσία που θα την ανάγκαζε να παραβιάσει υφιστάμενες συμφωνίες προμήθειας, σύμφωνα με τον Szijjártó. Ο υπουργός προειδοποίησε επίσης ότι ενδεχόμενες παραβιάσεις θα οδηγούσαν σε ακριβές διαιτητικές διαδικασίες και νομικές διαμάχες. Ο Szijjártó επέκρινε την Επιτροπή επειδή παρακάμπτει την ανάγκη για ομοφωνία, η οποία είναι τυπικά απαραίτητη για την επιβολή κυρώσεων, παρουσιάζοντας την πρόταση ως “εμπορικό μέτρο”, που απαιτεί απλώς ενισχυμένη πλειοψηφία. Στην ΕΕ, ενισχυμένη πλειοψηφία σημαίνει στήριξη τουλάχιστον 55% των κρατών-μελών, που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 65% του πληθυσμού της Ένωσης. «Ουσιαστικά πρόκειται για κυρώσεις ντυμένες ως εμπορική πολιτική», ανέφερε, προσθέτοντας ότι το κόστος για την Ουγγαρία ενδέχεται να φτάσει τα 2 δισ. ευρώ. «Γι’ αυτό ασκήσαμε βέτο στην απόφαση του Συμβουλίου σήμερα», κατέληξε. Η Σλοβακία, η οποία επίσης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από ρωσικό φυσικό αέριο, τάχθηκε στο πλευρό της Ουγγαρίας. Ο Πρωθυπουργός της Σλοβακίας, Robert Fico, είχε δηλώσει ήδη από τις 10 Ιουνίου ότι θα ασκήσει βέτο στα μέτρα απεξάρτησης.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει την απαγόρευση σύναψης οποιουδήποτε νέου συμβολαίου φυσικού αερίου με τη Ρωσία, αξιοποιώντας τη νομοθεσία περί εμπορίου, με στόχο να παρακαμφθεί ενδεχόμενο βέτο από την Ουγγαρία και τη Σλοβακία. Σύμφωνα με τους Financial Times, η πρόταση της Επιτροπής προβλέπει πως οι εταιρείες θα απαγορεύεται να υπογράφουν νέα συμβόλαια ρωσικού φυσικού αερίου με άμεση ισχύ. Τα υπάρχοντα βραχυπρόθεσμα συμβόλαια, καθώς και οι εισαγωγές ρωσικού LNG και αερίου μέσω αγωγών, θα πρέπει να τερματιστούν από το 2026, ενώ εκείνα που σχετίζονται με μακροπρόθεσμα συμβόλαια θα λήξουν την 1η Ιανουαρίου 2028.

Ως παραχώρηση προς την Ουγγαρία και τη Σλοβακία, που εξαρτώνται από το ρωσικό αέριο, σε κράτη χωρίς πρόσβαση σε λιμάνια θα δοθεί εξαίρεση μέχρι το 2027, ώστε να σταματήσουν σταδιακά τα υφιστάμενα συμβόλαιά τους, σύμφωνα με τρεις αξιωματούχους που γνωρίζουν την πρόταση. Η επιβολή αυτών των μέτρων αρχικά αποτέλεσε ερώτημα, καθώς η Ουγγαρία και η Σλοβακία είχαν απειλήσει με βέτο, το οποίο απαιτεί ομοφωνία στα πλαίσια των κυρώσεων. Για να το παρακάμψει, η Επιτροπή σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει το εμπορικό δίκαιο, το οποίο επιτρέπει έγκριση με ενισχυμένη πλειοψηφία. Η Επιτροπή θα επικαλεστεί άρθρα της ιδρυτικής συνθήκης της ΕΕ που προβλέπουν ότι η ενεργειακή πολιτική πρέπει να διασφαλίζει την ασφάλεια εφοδιασμού. Ο επίτροπος Ενέργειας της ΕΕ, Dan Jørgensen, δήλωσε τη Δευτέρα ότι η Επιτροπή θέλει να το κάνει με τρόπο που να μην διακινδυνεύει την ασφάλεια εφοδιασμού των κρατών και να κρατήσει τις τιμές όσο το δυνατόν χαμηλότερα.

Διαβάστε ακόμη