Η ενεργειακή επανάσταση του 21ου αιώνα δεν έχει σημείο εκκίνησης στη Δύση αλλά στην Ανατολή – και συγκεκριμένα στο Πεκίνο. Μέσα σε μία δεκαετία, η Κίνα μετασχημάτισε την ενεργειακή της στρατηγική, χτίζοντας ένα οικονομικό και τεχνολογικό οικοδόμημα πάνω στην ηλεκτρική ενέργεια και τις καθαρές τεχνολογίες. Η μετάβαση αυτή την αναδεικνύει στην πρώτη «electrostate» του πλανήτη: ένα κράτος του οποίου η ισχύς, η ανάπτυξη και η γεωπολιτική επιρροή βασίζονται στην ηλεκτροδότηση των πάντων – από τα εργοστάσια και τις μεταφορές μέχρι τα νοικοκυριά και τις εξαγωγές τεχνολογίας.

Από το 2012, όταν ο Σι Τζινπίνγκ ανέλαβε τα ηνία του Κομμουνιστικού Κόμματος, εντόπισε έγκαιρα το στρατηγικό κενό: η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου εξαρτιόταν επικίνδυνα από εισαγόμενη ενέργεια. Οι εισαγωγές πετρελαίου και άνθρακα είχαν φτάσει σε ιστορικά υψηλά, καθιστώντας τη χώρα ευάλωτη σε διαταραχές στις θαλάσσιες οδούς του Ειρηνικού και της Νότιας Σινικής Θάλασσας. Η μετάβαση στον εξηλεκτρισμό της οικονομίας –στην αντικατάσταση δηλαδή των ορυκτών καυσίμων με ηλεκτροκίνητες λύσεις– δεν αντιμετωπίστηκε ως περιβαλλοντική ανάγκη αλλά ως θέμα εθνικής ασφάλειας.

Μέσα σε δέκα χρόνια, η Κίνα όχι μόνο επιτάχυνε τον εξηλεκτρισμό της σε ρυθμούς που ξεπέρασαν ΗΠΑ και Ευρώπη, αλλά κατάφερε να ανεβάσει το ποσοστό συμμετοχής της ηλεκτρικής ενέργειας στο ενεργειακό της μείγμα στο 30%, όταν στις ανεπτυγμένες δυτικές χώρες παραμένει γύρω στο 22%. Η αλλαγή αυτή στηρίζεται σε ένα συνδυασμό μαζικών επενδύσεων, βιομηχανικής πολιτικής, γεωπολιτικής στρατηγικής και πλήρους κρατικής κινητοποίησης.

Η Κίνα επένδυσε πάνω από 800 δισ. δολάρια για να αναβαθμίσει το ηλεκτρικό της δίκτυο μέχρι το 2030, δημιουργώντας περισσότερες από 40 υπερυψηλής τάσης γραμμές μεταφοράς ρεύματος, ώστε να μεταφέρει ενέργεια από τα ηλιακά και αιολικά πάρκα της δυτικής ερήμου στα εργοστάσια των ανατολικών παράκτιων επαρχιών. Παράλληλα, επένδυσε σε ηλεκτρικά οχήματα και σύγχρονο σιδηροδρομικό δίκτυο υψηλών ταχυτήτων. Το 2023, οι πωλήσεις EVs ξεπέρασαν τα 12,5 εκατομμύρια, ενώ τα τρένα υψηλής ταχύτητας εξυπηρέτησαν πάνω από 4 δισεκατομμύρια επιβάτες – αριθμός ρεκόρ.

Το μεγάλο στρατηγικό άλμα ωστόσο έγινε στις τεχνολογίες αιχμής. Η κυβέρνηση ενίσχυσε την έρευνα και την παραγωγή σε φωτοβολταϊκά, αιολικά, μπαταρίες και αποθήκευση, με κολοσσούς όπως η CATL και η BYD να επενδύουν έως και 10 δισ. δολάρια ετησίως στην ανάπτυξη νέων υλικών, χημικών ενώσεων και τεχνολογιών κατασκευής. Οι επιτυχίες τους, σε συνδυασμό με τις οικονομίες κλίμακας, οδήγησαν σε δραματικές μειώσεις κόστους που πλέον καθιστούν το κινεζικό προϊόν κυρίαρχο παγκοσμίως. Αυτή η τεχνολογική υπεροχή έχει αναδείξει την Κίνα σε ηγέτη του καθαρού βιομηχανικού μέλλοντος.

Ήδη, το 2028 αναμένεται ότι η χώρα θα καλύπτει το 50% της ηλεκτροπαραγωγής της από χαμηλών εκπομπών πηγές όπως ηλιακή, αιολική, υδροηλεκτρική και πυρηνική ενέργεια, μαζί με αποθήκευση. Για πρώτη φορά, η συνολική ισχύς από ήλιο και άνεμο θα ξεπεράσει τον άνθρακα. Και παρότι η Κίνα παραμένει ο μεγαλύτερος εκπομπός αερίων του θερμοκηπίου, η σταδιακή υποκατάσταση του άνθρακα από ηλεκτρισμό χαμηλών εκπομπών φέρνει πραγματικές μειώσεις.

Η στροφή αυτή δεν είναι μόνο ενεργειακή – είναι πολιτική και γεωστρατηγική. Μέσα από τη δεκαετή της στρατηγική, η Κίνα ελέγχει σήμερα σχεδόν κάθε κρίκο των αλυσίδων εφοδιασμού καθαρής ενέργειας, από τα ορυχεία λιθίου, νικελίου και κοβαλτίου έως τα εργοστάσια μπαταριών και τα κέντρα R&D. Από το 2000 έως το 2021, σύμφωνα με το AidData, κινεζικές οντότητες παρείχαν δάνεια ύψους 57 δισ. δολαρίων για την εξασφάλιση πρώτων υλών σε αναπτυσσόμενες χώρες. Από το 2023, έχουν επενδύσει επιπλέον 16,5 δισ. δολάρια σε εξαγορές και επενδύσεις καθαρής τεχνολογίας στο εξωτερικό.

Γιατί αντιδρούν ΗΠΑ – Κίνα

Αυτή η στρατηγική όμως δεν εφαρμόζεται σε κενό αέρος. Η υπεραφθονία κινεζικής παραγωγής προκαλεί σοβαρές εντάσεις σε ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση, που καταγγέλλουν εδώ και καιρό το Πεκίνο για παραβίαση των κανόνων θεμιτού ανταγωνισμού μέσω γενναιόδωρων κρατικών επιδοτήσεων. Οι Βρυξέλλες έχουν προχωρήσει σε επίσημες έρευνες κατά κινεζικών εταιρειών ηλιακής τεχνολογίας, ενώ η Ουάσιγκτον εξετάζει δασμολογικά μέτρα απέναντι στις εισαγωγές κινεζικών EVs, panels και μπαταριών.

Αυτή η στρατηγική όμως δεν εφαρμόζεται σε κενό αέρος. Η υπεραφθονία κινεζικής παραγωγής προκαλεί σοβαρές εντάσεις σε ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση, οι οποίες καταγγέλλουν το Πεκίνο για συστηματική στρέβλωση του ανταγωνισμού μέσω κρατικών ενισχύσεων, αδιαφανών επιδοτήσεων και εμπορικής υπεροπλίας. Η Κίνα κατακλύζει τις διεθνείς αγορές με φωτοβολταϊκά και μπαταρίες χαμηλού κόστους – σε πολλές περιπτώσεις κάτω από το κόστος παραγωγής. Σύμφωνα με τη Wood Mackenzie, η κινεζική παραγωγική δυναμικότητα σε ηλιακά πάνελ ξεπερνά σήμερα κατά τρεις φορές την παγκόσμια ζήτηση. Στην Ευρώπη, τα αποθέματα είναι τόσο μεγάλα που ορισμένα πάνελ καταλήγουν να χρησιμοποιούνται για φράχτες, όπως επισημαίνουν αξιωματούχοι της Κομισιόν.

Οι Βρυξέλλες αντέδρασαν με την ενεργοποίηση του νέου Κανονισμού για τις Ξένες Επιδοτήσεις, ξεκινώντας έρευνες σε κινεζικές εταιρείες ηλιακής ενέργειας που συμμετείχαν σε κρατικούς διαγωνισμούς σε κράτη μέλη. Στις ΗΠΑ, ο νόμος IRA έχει ενισχύσει την εγχώρια βιομηχανία καθαρής ενέργειας, αλλά δεν αρκεί για να εξισορροπήσει το κινεζικό πλεονέκτημα, οδηγώντας την Ουάσινγκτον σε σκέψεις για αυστηρότερους δασμούς και περιορισμούς.

Πέρα όμως από τις τιμές, η πραγματική απειλή για τη Δύση είναι το κινεζικό «τεχνολογικό αποτύπωμα». Από το 2023, κινεζικές επιχειρήσεις έχουν επενδύσει πάνω από 16 δισ. δολάρια σε πάνω από 200 διεθνείς συμφωνίες καθαρής τεχνολογίας, εξάγοντας όχι μόνο προϊόντα αλλά και τεχνογνωσία, χρηματοδότηση και υποδομές. Έτσι, η Κίνα διαμορφώνει μια νέα σφαίρα γεωοικονομικής επιρροής, την ώρα που η Δύση επιχειρεί με καθυστέρηση να ακολουθήσει.

Όπως επισημαίνει ο Andrew Gilholm της Control Risks, «κανείς δεν μιλάει πια για νεο-μαοϊσμό ή αυταρχική απομόνωση. Η Κίνα προηγήθηκε απλώς στη στρατηγική ανθεκτικότητα και στο de-risking». Η τεχνολογική και εφοδιαστική κυριαρχία της Κίνας δεν είναι παρενέργεια, αλλά το κεντρικό όπλο μιας πολυεπίπεδης πολιτικής που φέρνει το Πεκίνο στο κέντρο του παγκόσμιου ενεργειακού χάρτη.

Την ίδια στιγμή, οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές εταιρείες αδυνατούν να ανταγωνιστούν σε τιμές, ακόμη και με επιδοτούμενη παραγωγή. Οι αποθήκες της Ευρώπης έχουν γεμίσει από χαμηλής ποιότητας πάνελ που χρησιμοποιούνται πλέον… ως φράχτες, σύμφωνα με ευρωπαίους αξιωματούχους. Παράλληλα, τα εμπορικά ελλείμματα διευρύνονται και η στρατηγική εξάρτηση της Δύσης από κινεζική τεχνολογία βαθαίνει, ιδίως σε κρίσιμους τομείς όπως η αποθήκευση ενέργειας και οι σπάνιες γαίες.

Παρά τις εκκλήσεις για reshoring, localization και φραγμούς, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η έκταση του κινεζικού αποτυπώματος στην εφοδιαστική αλυσίδα καθαρής ενέργειας είναι τέτοια που δύσκολα θα ανατραπεί. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο Andrew Gilholm της Control Risks, «κανείς δεν μιλά πλέον για νεο-μαοϊσμό ή απομόνωση – η Κίνα απλώς προηγήθηκε στη στρατηγική ανθεκτικότητα».

Λόγω συγκυριών η ενεργειακή μετάβαση τέμνεται με τις μεγάλες γεωπολιτικές μετατοπίσεις, και η Κίνα δεν προσαρμόζεται αλλά βρίσκεται πάνω σε αυτό το κύμα. Το μοντέλο αυτό πρέπει να το μιμηθούν όλοι λένε οι Financial Times.

Διαβάστε ακόμη