Η ελληνική αγορά φωτοβολταϊκών μπαίνει σε μια καμπή όπου οι αριθμοί από μόνοι τους δεν λένε πια την αλήθεια. Η στασιμότητα του 2025, η απότομη κάμψη της αυτοκατανάλωσης, οι καθυστερήσεις στο net billing και η εκρηκτική συσσώρευση έργων που περιμένουν σύνδεση συνθέτουν ένα τοπίο στο οποίο η αγορά συνεχίζει να επενδύει, αλλά το σύστημα δυσκολεύεται να ακολουθήσει. Αυτό το κενό –ανάμεσα στην επενδυτική δυναμική και τη θεσμική και τεχνική ετοιμότητα– βρέθηκε στο επίκεντρο του expert talk της BayWa r.e. Solar Academy, όπου στελέχη του κλάδου επιχείρησαν να αποτυπώσουν χωρίς ωραιοποιήσεις τι πήγε στραβά, τι αλλάζει και τι μπορεί ρεαλιστικά να περιμένει η αγορά έως το 2030.
Η εικόνα της χρονιάς που φεύγει και τα όρια της ανάπτυξης
Τη συνολική εικόνα της αγοράς σκιαγράφησε ο Στέλιος Ψωμάς, Σύμβουλος του ΣΕΦ τοποθετώντας τα φετινά μεγέθη τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό πλαίσιο. Όπως ανέφερε, το 2025 κλείνει ουσιαστικά με στασιμότητα σε σχέση με το 2024, γεγονός που –αν και εκ πρώτης όψεως ακούγεται αρνητικό– αποτυπώνει στην πραγματικότητα τα όρια μιας αγοράς που τα προηγούμενα χρόνια ανέπτυξε πολύ υψηλές ταχύτητες. Η Ελλάδα, όπως σημείωσε, εξακολουθεί να συγκαταλέγεται στις πρώτες χώρες της Ευρώπης, με περίπου 2,5 GW νέας εγκατεστημένης ισχύος φέτος, ενώ ξεπέρασε για πρώτη φορά το ψυχολογικό όριο του 1 kW φωτοβολταϊκής ισχύος ανά κάτοικο, καταλαμβάνοντας την τέταρτη θέση στην ευρωπαϊκή κατάταξη.
Ο στόχος που έθεσε για την επόμενη πενταετία είναι σαφής: να ξεπεράσει η χώρα τα 2 kW ανά κάτοικο, στόχος που, όπως τόνισε, η αγορά μπορεί να υποστηρίξει. Η ευρωπαϊκή εικόνα, σύμφωνα με τον ίδιο, δείχνει ότι η εγκατεστημένη ισχύς κινείται φέτος περίπου στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, με τα οικιακά συστήματα να διατηρούν παρόμοιο ποσοστό στο συνολικό μείγμα. Τη σχετική υστέρηση των μικρότερων συστημάτων καλύπτουν τα μεγάλα έργα, τα οποία συνεχίζουν να «τραβούν» την αγορά.
Αυτοκατανάλωση και net billing: μια δύσκολη μετάβαση
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην αγορά της αυτοκατανάλωσης, όπου –όπως ανέφερε ο Στέλιος Ψωμάς– το 2025 αναμένεται να κλείσει στα περίπου 270 MW, έναντι 373 MW το 2024, καθιστώντας τη φετινή χρονιά πτωτική. Όπως εξήγησε, η αγορά βρίσκεται σε μεταβατική περίοδο, με τα μικρομεσαία συστήματα να αντέχουν, αλλά τις συνθήκες να έχουν αλλάξει ριζικά: οι ταρίφες έχουν τελειώσει και το σύστημα περνά σε μια εποχή merchant έργων και αυτοκατανάλωσης.
Ο ίδιος χαρακτήρισε το 2025 «κακή χρονιά» για την αυτοκατανάλωση για δύο βασικούς λόγους. Ο πρώτος είναι η απουσία νέων επιδοτούμενων προγραμμάτων. Ο δεύτερος, και πιο καθοριστικός, είναι η μεγάλη καθυστέρηση στη θεσμική προσαρμογή του πλαισίου. Όπως είπε, επί 16 μήνες δεν έχει τροποποιηθεί η υπουργική απόφαση για την αυτοκατανάλωση, με αποτέλεσμα από την έναρξη του net billing να έχουν κατατεθεί αιτήσεις για περίπου 350 MW, αλλά μέχρι τον Οκτώβριο να έχει υλοποιηθεί μόλις το 2%. «Πολλές εταιρείες ματώνουν», ανέφερε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας την ανάγκη άμεσης έκδοσης τροποποιημένης υπουργικής απόφασης με σαφείς πρόνοιες για επιμέρους ζητήματα.
Παρά τις δυσκολίες, ο Στέλιος Ψωμάς εκτίμησε ότι η αγορά πλησιάζει στο peak της, το οποίο τοποθέτησε χρονικά στο επόμενο έτος. Όπως ανέφερε, έχουν ωριμάσει έργα, κατασκευάζονται νέοι υποσταθμοί και εκτιμάται ότι πάνω από 1 GW νέας ισχύος θα προστεθεί την επόμενη διετία. Σε αυτό το περιβάλλον, η αγορά της αυτοκατανάλωσης μπορεί να ελπίζει –όπως είπε– σε δύο βασικά πράγματα, με ένα «παράθυρο» περίπου 450 MW που θα μπορούσε να αποτελέσει την πρώτη ουσιαστική ανάσα για το 2026. Στο ίδιο πλαίσιο, τόνισε την ανάγκη η αγορά να σκεφτεί πιο «έξυπνα» το επόμενο βήμα, εξετάζοντας λύσεις όπως η μηδενική έγχυση και αξιολογώντας κάθε φορά τι είναι πραγματικά συμφέρον για τον καταναλωτή και το σύστημα. Η αποθήκευση, όπως προέκυψε από τη συζήτηση, δεν αποτελεί πλέον συμπληρωματική επιλογή αλλά βασικό εργαλείο προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα.
Φωτοβολταϊκά και μπαταρίες πάνε χέρι – χέρι
Την ανάγκη η αγορά των φωτοβολταϊκών να επαναπροσδιορίσει το μοντέλο της με κεντρικό άξονα την αποθήκευση ανέδειξε ο Στέλιος Ψωμάς, επισημαίνοντας ότι το σημερινό σύστημα δεν μπορεί πλέον να αναζητά ισορροπία χωρίς μπαταρίες. Όπως ανέφερε, η μετάβαση σε μια εποχή merchant έργων και αυτοκατανάλωσης αλλάζει ριζικά τις παραδοχές πάνω στις οποίες αναπτύχθηκε η αγορά την προηγούμενη δεκαετία. Η αποθήκευση, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν αποτελεί απλώς τεχνική προσθήκη, αλλά βασικό εργαλείο για τη βιωσιμότητα των έργων σε ένα περιβάλλον με αυξημένες περικοπές και περιορισμένη δυνατότητα απορρόφησης από το δίκτυο.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε η Αγγελίνα Μπιντούδη, Co-founder και CEO στην Optinems η οποία περιέγραψε με σαφήνεια την πραγματικότητα των περικοπών παραγωγής, τονίζοντας ότι πρόκειται πλέον για ένα διαρθρωτικό ζήτημα και όχι για μεμονωμένα περιστατικά. Όπως ανέφερε, οι περικοπές επηρεάζουν άμεσα την οικονομική απόδοση των φωτοβολταϊκών έργων και καθιστούν αναγκαία την ενσωμάτωση λύσεων που επιτρέπουν καλύτερο έλεγχο και διαχείριση της παραγόμενης ενέργειας. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στη λειτουργία των set points, εξηγώντας ότι αποτελούν κρίσιμο εργαλείο για τον έλεγχο της ισχύος που εγχέεται στο δίκτυο. Όπως ανέφερε, μέσω των set points είναι δυνατός ο ακριβής περιορισμός της παραγωγής σε πραγματικό χρόνο, σύμφωνα με τις ανάγκες και τις εντολές του συστήματος, γεγονός που επιτρέπει την αποφυγή άναρχων περικοπών και τη σταδιακή προσαρμογή της λειτουργίας των φωτοβολταϊκών στα όρια του δικτύου.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως σημείωσε, η αποθήκευση και τα συστήματα ενεργειακής διαχείρισης αποκτούν κρίσιμο ρόλο, καθώς μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά με τα set points, απορροφώντας μέρος της ενέργειας που διαφορετικά θα περικοπτόταν. Με αυτόν τον τρόπο, τα έργα έχουν τη δυνατότητα να περιορίζουν τις απώλειες από υποχρεωτικές περικοπές και να λειτουργούν με μεγαλύτερη προβλεψιμότητα σε ένα περιβάλλον αυξημένων περιορισμών.
Στην τεχνική διάσταση του ζητήματος στάθηκε ο Γιώργος Παπαγεωργίου, Διευθυντής Πωλήσεων της JA Solar αναδεικνύοντας τον ρόλο των σύγχρονων inverters και των ψηφιακών εργαλείων ελέγχου. Όπως εξήγησε, οι inverters δεν λειτουργούν πλέον ως παθητικός εξοπλισμός, αλλά ως ενεργά στοιχεία του συστήματος, με δυνατότητες που επιτρέπουν την καλύτερη ενσωμάτωση των φωτοβολταϊκών στο δίκτυο. Η διασύνδεση με μπαταρίες και συστήματα EMS, όπως ανέφερε, δίνει τη δυνατότητα στα έργα να ανταποκρίνονται σε εντολές περιορισμού, να εξομαλύνουν την παραγωγή και να λειτουργούν με μεγαλύτερη ευελιξία σε ένα ολοένα πιο απαιτητικό περιβάλλον.
Την εικόνα συμπλήρωσε ο Θανάσης Σακκάς, Διευθυντής Πωλήσεων Νοτιοανατολικής Ευρώπης ο οποίος συνέδεσε το ζήτημα της αποθήκευσης με την ασφάλεια και την ευστάθεια του συστήματος. Όπως ανέφερε, σε ένα ενεργειακό μείγμα με υψηλή διείσδυση ΑΠΕ, η ύπαρξη αποθήκευσης και προηγμένων συστημάτων ελέγχου δεν αφορά μόνο την οικονομία των έργων, αλλά και τη συνολική ανθεκτικότητα του δικτύου. Η δυνατότητα ταχείας απόκρισης, ο καλύτερος έλεγχος της ισχύος και η αποφυγή ακραίων καταστάσεων καθιστούν τις μπαταρίες αναπόσπαστο μέρος της νέας αρχιτεκτονικής του συστήματος.
Διαβάστε επίσης
