Χιλιάδες μονάδες βιοαερίου σε ολόκληρη την Ευρώπη αναμένεται να βρεθούν αντιμέτωπες με κρίσιμες αποφάσεις επανεπένδυσης μέσα στα επόμενα τρία έως επτά χρόνια. Σε διαφορετική περίπτωση, η βιωσιμότητά τους τίθεται υπό αμφισβήτηση, γεγονός που δημιουργεί έντονο προβληματισμό στον κλάδο. Καθοριστικό ρόλο για την αποτροπή μιας αρνητικής εξέλιξης για το μέλλον των μονάδων βιοαερίου διαδραματίζει η μετάβασή τους στην παραγωγή βιομεθανίου, η οποία θεωρείται από αναλυτές ως η πλέον ρεαλιστική και βιώσιμη επιλογή.

Ωστόσο, η μετάβαση αυτή δεν μπορεί να γίνει αποσπασματικά. Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, απαιτείται η υιοθέτηση μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής, στο πλαίσιο της οποίας οι μονάδες βιοαερίου θα πρέπει να ενταχθούν σε έναν ευρύτερο ευρωπαϊκό σχεδιασμό. Ο σχεδιασμός αυτός θα πρέπει να συνδέεται άμεσα με την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας των κρατών-μελών, αξιοποιώντας το βιομεθάνιο ως εγχώριο, ανανεώσιμο και σταθερό ενεργειακό πόρο.

Την ίδια στιγμή, σημαντικά εμπόδια εξακολουθούν να δυσχεραίνουν την ανάπτυξη του κλάδου. Μεταξύ των βασικών μειονεκτημάτων που αντιμετωπίζουν πολλές χώρες συγκαταλέγονται οι αυστηροί και συχνά χρονοβόροι κανόνες αδειοδότησης, οι απαιτητικές προδιαγραφές για την επεξεργασία του χωνεμένου υπολείμματος, καθώς και η απροθυμία των αρμόδιων αρχών να δεσμευτούν σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα για τη διασφάλιση σταθερής ζήτησης του παραγόμενου προϊόντος.

Παράλληλα, στο τραπέζι αναμένεται να τεθούν προτάσεις για την επιβολή ποινών (penalties) σε κτηνοτρόφους και αγρότες που διαχειρίζονται πλημμελώς τα υπολείμματά τους. Τέτοιες πρακτικές περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την ανεξέλεγκτη απόρριψη κτηνοτροφικών αποβλήτων ή την καύση γεωργικών υπολειμμάτων, όπως τα κλαδέματα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, μέτρα αυτού του τύπου θα μπορούσαν να συμβάλουν ουσιαστικά στη δημιουργία ενός πιο συνεκτικού, οργανωμένου και βιώσιμου κύκλου διαχείρισης πρώτων υλών, ενισχύοντας την τροφοδοσία των μονάδων και, κατ’ επέκταση, την παραγωγή βιομεθανίου.

Ένα ακόμη κρίσιμο ζήτημα που απασχολεί έντονα τον κλάδο αφορά τη μεταφορά του παραγόμενου βιομεθανίου. Πολλές μονάδες βρίσκονται διάσπαρτες σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, γεγονός που δημιουργεί ερωτήματα σχετικά με τον βέλτιστο τρόπο διοχέτευσης του προϊόντος στην αγορά. Στο πλαίσιο αυτό, εξετάζεται κατά πόσο οι νέες μονάδες θα πρέπει να αναπτυχθούν σε μεγαλύτερη εγγύτητα με τα υφιστάμενα δίκτυα φυσικού αερίου ή εάν θα απαιτηθεί η δημιουργία νέων υποδομών μεταφοράς, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε κόστος και χρόνο υλοποίησης.

Διαβάστε ακόμη