Τη δύσκολη άσκηση μηδενισμού των ελλειμμάτων του Ειδικού Λογαριασμού Υπηρεσιών Κοινής Ωφελείας (ΕΛΥΚΩ) και του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ) μέσα στους επόμενους μήνες, χωρίς καμία αναπροσαρμογή χρεώσεων που θα επιβάρυνε τους καταναλωτές, καλείται να λύσει το οικονομικό και ενεργειακό επιτελείο της κυβέρνησης. Τα δύο «ταμεία» εμφανίζουν συνολική «τρύπα» που πλέον αγγίζει τα 800 εκατ. ευρώ, περίπου 500 εκατ. στον λογαριασμό των ΥΚΩ και 300 εκατ. στον λογαριασμό των ΑΠΕ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το ΥΠΕΝ επιχειρεί να διαμορφώσει ένα συνολικό σχέδιο εξυγίανσης, με πολλαπλά σενάρια να παραμένουν ανοιχτά. Το υπουργείο σταθμίζει προσεκτικά τις επιλογές, ενώ προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε δημοσιονομικούς περιορισμούς, ανάγκες της αγοράς και την πολιτική δέσμευση για μη επιβάρυνση των καταναλωτών. Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι ο ΕΛΥΚΩ έκλεισε με έλλειμμα 290 εκατ. ευρώ το 2023, το οποίο εκτοξεύτηκε στα 630 εκατ. ευρώ το 2024. Από αυτά, τα 400 εκατ. καλύφθηκαν με μεταφορά από τον κρατικό προϋπολογισμό στις αρχές του 2025. Το έλλειμμα του 2025 διαμορφώνεται ήδη στα 500 εκατ. ευρώ και εκτιμάται ότι θα υπερβεί τα 600 έως το τέλος του έτους. Στον ΕΛΑΠΕ, ο ΔΑΠΕΕΠ καταγράφει έλλειμμα 300 εκατ. στο γ’ τρίμηνο και προβλέπει κλείσιμο της χρονιάς γύρω στα 266 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι ο ΕΣΠΕΝ, στην πιο πρόσφατη επιστολή του τον Νοέμβριο, προειδοποίησε για τη συσσώρευση οφειλών προς τους προμηθευτές από τις ΥΚΩ. Όπως ανέφερε, από τον Απρίλιο του 2023 τα μηνιαία ανταλλάγματα που αποδίδονται για ΥΚΩ καταβάλλονται συστηματικά μειωμένα, κατά μέσο όρο πάνω από 30% και σε ορισμένους μήνες έως και 60%. Το συνολικό ποσό που δεν έχει αποδοθεί προσεγγίζει, σύμφωνα με τον σύνδεσμο, τα 500 εκατ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2025. Στην πράξη, οι προμηθευτές καλύπτουν τη διαφορά με ίδια κεφάλαια, επιβαρυνόμενοι με χρηματοοικονομικό κόστος που ο ΕΣΠΕΝ εκτιμά περίπου στα 40 εκατ. ευρώ ετησίως, με βάση ενδεικτικό επιτόκιο δανεισμού 6,5%. Το κόστος αυτό, σημειώνει ο σύνδεσμος, δημιουργεί αρρυθμίες στην αγορά και ασκεί ανοδικές πιέσεις στα τιμολόγια προμήθειας. Βάσει του ισχύοντος πλαισίου, μέχρι το τέλος του έτους η ΡΑΑΕΥ θα πρέπει να εισηγηθεί στο ΥΠΕΝ τα μέτρα που απαιτούνται ώστε το έλλειμμα του λογαριασμού να μηδενιστεί και ο ΕΛΥΚΩ να καταστεί βιώσιμος.
Σύμφωνα με πληροφορίες στον ΕΛΥΚΩ το ζήτημα είναι ταμειακό και παροδικό. «Στον ΕΛΥΚΩ υπάρχει ταμειακό πρόβλημα, πρόβλημα χρηματοροών». Πράγματι, το ταμείο οφείλει σημαντικά ποσά στους προμηθευτές και απαιτείται ενίσχυση για να εξομαλυνθεί η κατάσταση. Ωστόσο, όπως τονίζουν πηγές της αγοράς ο λογαριασμός δεν έχει δομικό έλλειμμα. Αντιθέτως, διαθέτει έναν ενσωματωμένο μηχανισμό που οδηγεί μεσοπρόθεσμα σε εξυγίανση, εξαιτίας της μείωσης του κόστους ηλεκτροδότησης στα μη διασυνδεδεμένα νησιά. Το κόστος ηλεκτροδότησης όλων των μη διασυνδεδεμένων νησιών για το 2024 κινείται μεταξύ 1,2 και 1,3 δισ. ευρώ. Το ποσό αυτό αποτυπώνει το συνολικό κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τους ακριβούς πετρελαϊκούς σταθμούς που εξακολουθούν να λειτουργούν στα νησιά.
Από αυτό το ποσό, περίπου 470–475 εκατ. ευρώ θα ήταν το κόστος για τα νησιά αν τιμολογούνταν όπως το υπόλοιπο διασυνδεδεμένο σύστημα, δηλαδή με βάση τη χονδρεμπορική τιμή της αγοράς και την επιβάρυνση του ΕΛΑΠΕ. Το υπόλοιπο –περίπου 850 εκατ. ευρώ– είναι η «ακριβή διαφορά» που καλύπτεται από τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφελείας, ώστε οι νησιώτες να πληρώνουν το ίδιο τιμολόγιο με τους καταναλωτές της ηπειρωτικής χώρας.
Ο ρόλος της Κρήτης
Στην εξίσωση μπαίνει και η Κρήτη, αφού το νησί από μόνο του αντιπροσωπεύει σχεδόν το μισό αυτής της επιβάρυνσης, με κόστος που υπολογίζεται σε 250–300 εκατ. ευρώ ετησίως. Η εικόνα αναμένεται να μεταβληθεί σημαντικά από το 2026, όταν θα λειτουργήσει πλήρως η διασύνδεση της Κρήτης, η οποία και θα ρίξει δραστικά το συνολικό κόστος. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο ΕΛΥΚΩ δεν θεωρείται λογαριασμός με δομικό πρόβλημα: η εξισορρόπηση του ταμείου θα έρθει «από μόνη της» μέσω των διασυνδέσεων, ακόμη κι αν δεν ληφθούν πρόσθετα μέτρα. «Ακόμη κι αν δεν ληφθεί καμία πρόσθετη παρέμβαση, το έλλειμμα του ΕΛΥΚΩ θα μηδενιστεί μέσα στα επόμενα δύο με τρία χρόνια, αποκλειστικά λόγω της μείωσης του κόστους στα νησιά από τις νέες διασυνδέσεις. Η Κρήτη παίζει καθοριστικό ρόλο σε αυτή την εξίσωση, καθώς με την πλήρη ένταξή της στο σύστημα από το 2026 το κόστος ηλεκτροδότησης θα υποχωρήσει θεαματικά», λένε πηγές.
Με αυτή τη δυναμική, ο λογαριασμός των ΥΚΩ λειτουργεί ουσιαστικά με έναν μηχανισμό «αυτόματης εξυγίανσης»: όσο περισσότερα νησιά συνδέονται στο σύστημα, τόσο μικραίνει η επιβάρυνση. Γι’ αυτό και στο ΥΠΕΝ το ζήτημα δεν είναι αν το έλλειμμα θα μηδενιστεί – αυτό θεωρείται δεδομένο. Το πραγματικό ερώτημα είναι πότε θα συμβεί: αν θα αφεθεί να κλείσει φυσιολογικά με τον χρόνο ή αν θα χρειαστεί να επιταχυνθεί η διαδικασία με επιπλέον χρηματοδότηση.
Η εικόνα για τον ΕΛΑΠΕ
Σε αντίθεση με τον ΕΛΥΚΩ, ο λογαριασμός ΕΛΑΠΕ αντιμετωπίζει ένα βαθύτερο, δομικό ζήτημα. Όπως επισημαίνουν αρμόδιες πηγές, ο ΕΛΑΠΕ βρίσκεται στην «καρδιά» της χονδρεμπορικής αγοράς, καθώς τα έσοδα και οι εκροές του εξαρτώνται άμεσα από τις τιμές στη DAM και από τις αποζημιώσεις που λαμβάνουν οι παραγωγοί ΑΠΕ. Όταν η χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας υποχωρεί, το ποσό που απαιτείται για να καλυφθούν οι εγγυημένες τιμές των ΑΠΕ αυξάνεται και έτσι ο λογαριασμός καταλήγει σε έλλειμμα. Ο ΕΛΑΠΕ αποτελεί τον μηχανισμό μέσω του οποίου πληρώνονται οι παραγωγοί ΑΠΕ, βάσει των τιμών αναφοράς που έχουν κατοχυρώσει στις συμβάσεις τους με τον ΔΑΠΕΕΠ. Ο λογαριασμός καλύπτει τη διαφορά ανάμεσα στη χρηματιστηριακή τιμή της MWh και την εγγυημένη τιμή των έργων.
Πηγές εξηγούν ότι αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα αρνητική εξέλιξη για την αγορά. Αντιθέτως, ένα ελλειμματικό ΕΛΑΠΕ συνδέεται συνήθως με χαμηλές τιμές στη χονδρική. Στο υπουργείο υπενθυμίζουν ότι κατά την περίοδο της ενεργειακής κρίσης ο λογαριασμός ήταν ισχυρά πλεονασματικός, όμως οι τιμές για τους καταναλωτές είχαν εκτοξευθεί. Ο ΕΛΑΠΕ εμφάνισε σημαντικό πλεόνασμα και διοχέτευσε 1,1 δισ. ευρώ στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης για τη στήριξη των λογαριασμών ρεύματος. Σήμερα, με τα επίπεδα της αγοράς χαμηλότερα, το ποσό που απαιτείται για να καλυφθούν οι αποζημιώσεις των ΑΠΕ αυξάνεται, δημιουργώντας ελλείμματα. Σήμερα η προτεραιότητα είναι αντίστροφη: σταθερά χαμηλότερες τιμές για τα νοικοκυριά, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι ο ΕΛΑΠΕ θα χρειαστεί ενίσχυση.
Η βασική πηγή εισροών του ΕΛΑΠΕ παραμένει το ΕΤΜΕΑΡ, το οποίο για τους οικιακούς καταναλωτές έχει οριστεί στα 17 ευρώ/MWh. Η ΡΑΑΕΥ αναμένεται να αποφασίσει έως το τέλος του έτους αν θα αναπροσαρμοστεί ή όχι το ύψος της χρέωσης, ανάλογα και με τις τελικές κατευθύνσεις της κυβέρνησης. Οι τελικές αποφάσεις για την κάλυψη των ελλειμμάτων αναμένονται από την αγορά, με το ΥΠΕΝ να επιχειρεί να ολοκληρώσει την άσκηση, λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο της ευρύτερης άσκησης ανακατανομής των εσόδων από τους ρύπους, από τα οποία πρέπει να χρηματοδοτηθούν ταυτόχρονα η ενεργοβόρος βιομηχανία, ο ΕΛΥΚΩ και ο ΕΛΑΠΕ.
Διαβάστε ακόμη
