Ο παράγοντας της αποθήκευσης CO₂ βρίσκεται πλέον ψηλά στην ατζέντα των ενεργειακών συζητήσεων στη χώρα μας, ενώ η Ελλάδα διαθέτει και γεωλογικές δομές που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για την παραγωγή «φυσικού» -γνωστού και ως «λευκού»- υδρογόνου. Όπως έχει αναφέρει το energygame, το φυσικό υδρογόνο είναι υδρογόνο που εντοπίζεται απευθείας στο υπέδαφος και διαφοροποιείται από το υδρογόνο που παράγεται μέσω διεργασιών, όπως η ηλεκτρόλυση. Αν και δεν αναπτύσσεται με την ταχύτητα που βλέπουμε σε τεχνολογίες όπως η ηλιακή ή η αιολική ενέργεια, θεωρείται μια δυνητικά σημαντική πηγή ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Ερευνητές μάλιστα το παρομοιάζουν με τη γεωθερμία, σημειώνοντας ότι οι ρυθμοί φυσικής παραγωγής του φαίνεται να είναι ταχύτεροι από εκείνους των υδρογονανθράκων. Η εξόρυξη και η παραγωγή του εξετάζεται ήδη σε διάφορες περιοχές του κόσμου, με την διαδικασία να μοιάζει με εκείνη της εξόρυξης υδρογονανθράκων.
Στο πρόσφατο συνέδριο του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης, ο κ. Νίκος Κούκουζας, Διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ) και Visiting Research Fellow του ΙΕΝΕ, τόνισε ότι υπάρχουν γεωλογικοί σχηματισμοί -όπως υπερβασικά πετρώματα και περιδοτίτες- μέσα στους οποίους το υδρογόνο δεσμεύεται και εγκλωβίζεται μαζί με μεθάνιο. Όπως ανέφερε, στη Μεσοελληνική Αύλακα έχουν ήδη εντοπιστεί τέτοιες περιοχές με υψηλές συγκεντρώσεις υδρογόνου, συνδεδεμένες και με άλλα αέρια. Αντίστοιχα κοιτάσματα έχουν βρεθεί και σε περιοχές της Αφρικής και της Αμερικής· μάλιστα στην Αφρική υπάρχει χωριό που αξιοποιεί το φυσικό υδρογόνο απευθείας από γεωτρήσεις για τις ενεργειακές του ανάγκες. Πρόκειται ουσιαστικά για ενέργεια «έτοιμη προς χρήση», χωρίς τα κόστη παραγωγής ή μεταφοράς που απαιτούν άλλες μορφές υδρογόνου -ένας πραγματικός ενεργειακός θησαυρός όπου υπάρχει.
Για την Ελλάδα, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στη Δυτική Ελλάδα, δηλαδή από τη Μεσοελληνική Αύλακα έως την Ήπειρο και προς τη Φλώρινα, όπου έχουν εντοπιστεί πρώτες ενδείξεις παρουσίας φυσικού υδρογόνου. Ωστόσο, για να υπάρξει βεβαιότητα και να διαπιστωθεί αν υπάρχει κοίτασμα οικονομικά αξιοποιήσιμο, απαιτούνται περισσότερες γεωτρήσεις και περαιτέρω έρευνες.
Διαβάστε ακόμη
