Η Ελλάδα αποκτά για πρώτη φορά έναν ξεκάθαρο «οδικό χάρτη» για το υδρογόνο. Η ΡΑΑΕΥ παρουσίασε το νέο θεσμικό πλαίσιο που φέρνει τάξη σε μια αγορά που μόλις ανοίγει, βάζοντας κανόνες, χρονοδιαγράμματα και δεσμεύσεις, ώστε το υδρογόνο να μην μείνει μια ωραία ιδέα, αλλά να περάσει στην πράξη.

Η Ματίνα Λαμπράκη, στέλεχος της Διεύθυνσης ΑΠΕ και Αποθήκευσης της ΡΑΑΕΥ, παρουσίασε το θεσμικό πλαίσιο και τη διαδικασία αδειοδότησης μονάδων παραγωγής υδρογόνου ανέλυσε βήμα-βήμα τα στάδια για την έκδοση Βεβαίωσης Παραγωγού Υδρογόνου, εξηγώντας τις προθεσμίες, τις δεσμεύσεις και τη διάρκεια ισχύος των αδειών, ενώ έκανε και μια σύντομη αναφορά στην αδειοδότηση μονάδων βιομεθανίου και στα κίνητρα που δίνονται για την αναβάθμιση υφιστάμενων μονάδων βιοαερίου.

Όπως ανέφερε μιλώντας στην Εσπερίδα για τις ΑΠΕ και την Αποθήκευση που διοργάνωσε ο Κλάδος Ενέργειας της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) η διαδικασία ξεκινά με μια αίτηση – απλή στην υποβολή αλλά βαρύνουσα σε σημασία. Για πρώτη φορά, προβλέπεται ότι κάθε ενδιαφερόμενος θα καταθέτει τα σχέδιά του στις αρχές κάθε μήνα, και η ΡΑΑΕΥ θα τα δημοσιοποιεί, αφήνοντας χώρο για ενστάσεις και παρατηρήσεις. Η εικόνα είναι σαφής: διαφάνεια και λογοδοσία από την πρώτη στιγμή.

Από εκεί και πέρα, το «ρολόι» αρχίζει να μετρά. Μέσα σε έξι μήνες ο επενδυτής πρέπει να έχει προχωρήσει την περιβαλλοντική του αδειοδότηση. Μέσα σε τρία χρόνια, πρέπει να έχει αιτηθεί όρους σύνδεσης με το δίκτυο. Οι προθεσμίες είναι ασφυκτικές, αλλά αυτός είναι ο στόχος: να μην εγκλωβίζονται οι άδειες σε συρτάρια, αλλά να γίνονται έργα.

Η άδεια που δίνει η ΡΑΑΕΥ, η λεγόμενη Βεβαίωση Παραγωγού Υδρογόνου, δεν είναι ένα τυπικό έγγραφο. Έχει διάρκεια ζωής 25 χρόνια, με δυνατότητα ανανέωσης για άλλα τόσα. Είναι στην ουσία το «διαβατήριο» που χρειάζεται κάθε επενδυτής για να μπει σε μια νέα αγορά με μακροχρόνιο ορίζοντα.

Η σημασία είναι διπλή. Από τη μία πλευρά, δημιουργείται ένα σταθερό περιβάλλον για τους επενδυτές, που γνωρίζουν πλέον με σαφήνεια τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουν. Από την άλλη, η Πολιτεία θέτει κανόνες και φίλτρα, ώστε η ανάπτυξη του υδρογόνου να γίνει με μέτρο και σοβαρότητα.

Το χρονοδιάγραμμα της χώρας είναι φιλόδοξο. Σύμφωνα με το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, το 2030 περίπου το 2,7% της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας θα κατευθύνεται στην παραγωγή υδρογόνου. Ως το 2050, το ποσοστό αυτό εκτινάσσεται στο 20,6%, μετατρέποντας το υδρογόνο σε βασικό καύσιμο για τη βιομηχανία και τις μεταφορές.

Το νέο πλαίσιο δεν είναι απλώς μια διοικητική πράξη. Είναι το πρώτο πραγματικό βήμα ώστε η Ελλάδα να πάρει θέση στη νέα ενεργειακή εποχή. Ένα βήμα που δείχνει πως η μετάβαση δεν γίνεται μόνο με ήλιο και αέρα, αλλά και με το υδρογόνο που έρχεται να προσθέσει ευελιξία, ασφάλεια και νέες προοπτικές για την οικονομία.

Διαβάστε ακόμη