Εξοικονόμηση πόρων που φτάνει και το 35% επιτυγχάνεται στα έργα μέσω των ενεργειακών κοινοτήτων πολιτών. Με αυτό τον τρόπο πετυχαίνουν καλύτερες τιμές από εκείνες που θα είχαν τα μέλη σε μεμονωμένα μικρότερα έργα, ενώ τους επιτρέπει να φτάσουν σε ικανοποιητική οικονομία κλίμακας. Αυτό αναφέρει έρευνα του ιδρύματος Χάινριχ Μπελ Ελλάδας, με τίτλο «Ενεργειακή Δημοκρατία στην Ελλάδα».

Οι ενεργειακές κοινότητες καταφέρνουν τα τελευταία χρόνια να έχουν μεγάλη δραστηριότητα και ήδη στη χώρα μας αριθμούν πάνω από 1.000. Σύμφωνα με τα δεδομένα του Παρατηρητηρίου Ενεργειακών Κοινοτήτων της δεξαμενής σκέψης Green Tank, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός ενεργειακών κοινοτήτων στην περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας. Ειδικότερα, έως τον Νοέμβριο του 2024 η περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας κατατασσόταν στη δεύτερη θέση (πρώτη είναι η Θεσσαλία) ως προς τον αριθμό ενεργειακών κοινοτήτων όλων των τύπων, πέμπτη σε ηλεκτρισμένη ισχύ αλλά και πρώτη σε ποσοστό αδυναμίας σύνδεσης έργων ενεργειακών κοινοτήτων στο δίκτυο (75%).

Ωστόσο, ο αντίκτυπος των ενεργειακών κοινοτήτων στις λιγνιτικές περιοχές κρίνεται χαμηλός, σύμφωνα με τη μελέτη.  Από την έρευνα του ιδρύματος Χάινριχ Μπελ Ελλάδας, σε συνεργασία με την Electra Energy, διαπιστώνεται πως η υλοποίηση δράσεων καταπολέμησης της ενεργειακής φτώχειας ανέδειξε τη συνεργασία με τους Δήμους. «Παρότι ο αντίκτυπος είναι περιορισμένος λόγω έλλειψης πόρων και αδειοδοτημένων έργων, η έρευνα ανέδειξε ότι οι ενεργειακές κοινότητες σε συνεργασία με τους τοπικούς Δήμους αποτελούν ιδανικά οχήματα για τον μετριασμό του φαινομένου της ενεργειακής φτώχειας και την αποτελεσματική θωράκιση των ενεργειακά ευάλωτων πολιτών», σύμφωνα με τη μελέτη.

Παράλληλα, ένα σημαντικό στοιχείο της μελέτης είναι πως οι άμεσες θέσεις εργασίας που έχουν δημιουργηθεί είναι ελάχιστες. Αυτές «αφορούν κυρίως σε μερική απασχόληση με αντικείμενο κυρίως διαχειριστικό (π.χ. εσωτερικός συντονισμός με τα μέλη, λογιστική παρακολούθηση). Ο αριθμός των έμμεσων θέσεων εργασίας που σχετίζονται κυρίως με την υλοποίηση έργων (κατασκευή, αδειοδότηση, συντήρηση κ.λπ.) ακολουθεί χωρίς ιδιαίτερες διαφοροποιήσεις τον μέσο όρο αντίστοιχων έργων του κλάδου των ΑΠΕ».

Τέλος, γίνονται μερικές προτάσεις όπως η «μόχλευση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα. Δημιουργία ειδικών χρηματοδοτικών προγραμμάτων, ώστε οι ενεργειακές κοινότητες να ασχοληθούν περαιτέρω με έργα εξοικονόμησης, ενεργειακής αποδοτικότητας και με ανακαινίσεις κτιρίων». Ταυτόχρονα, αναφέρεται πως «ακολουθώντας τα πρότυπα ευρωπαϊκών χωρών όπως η Ολλανδία και το Βέλγιο, θα μπορούσαμε να θεσπίσουμε μια οριζόντια ρήτρα (π.χ. 15%- 20%) συμμετοχής τοπικών κοινωνιών σε όλα τα έργα ΑΠΕ στη χώρα. Επιπλέον, ακολουθώντας τις οδηγίες της Επιτροπής, η χάραξη του νέου χωροταξικού για τις ΑΠΕ και δη των «Περιοχών Επιτάχυνσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας» οφείλει να λάβει υπόψη τη συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών και ενεργειακών κοινοτήτων».

Το ζήτημα της χρηματοδότησης είναι σημαντικό και αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη δημιουργία ενεργειακών κοινοτήτων πολιτών. Ως ένα κρίσιμο εργαλείο κρίνεται το European Energy Communities Facility. Υπενθυμίζεται πως έως τις 30 Σεπτεμβρίου, οι αναδυόμενες ενεργειακές κοινότητες από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ, μπορούν να υποβάλουν αίτηση για εφάπαξ επιχορήγηση ύψους 45.000 ευρώ για την ανάπτυξη ενός ισχυρού επιχειρηματικού σχεδίου για το έργο τους. Σε αυτήν την πρόσκληση, ο μηχανισμός θα διανείμει πάνω από 3 εκατομμύρια σε συνολικά 73 πρωτοβουλίες. Η στήριξη αυτή θα καλύψει όλες τις απαραίτητες βάσεις για την προετοιμασία ενός επιχειρηματικού σχεδίου, όπως μελέτες σκοπιμότητας και προπαρασκευαστικές εργασίες.

Διαβάστε ακόμη