Στην τελική ευθεία για τη διαμόρφωση ενός πλήρους και λειτουργικού νομοθετικού πλαισίου για τα ανανεώσιμα αέρια εισέρχεται η Ελλάδα, καθώς το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας δρομολογεί την κατάθεση δεύτερου νομοθετικού πακέτου για το υδρογόνο τον ερχόμενο Σεπτέμβριο. Με τις σχετικές διατάξεις της ευρωπαϊκής Οδηγίας 1788/2024 να αναμένουν ακόμη την πλήρη ενσωμάτωσή τους, η Βουλή αποτέλεσε την Παρασκευή 27 Ιουνίου το επίκεντρο της εθνικής συζήτησης, φιλοξενώντας σειρά παρεμβάσεων από τους βασικούς θεσμικούς και επιχειρηματικούς παίκτες του χώρου.
Το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου, που αφορά το θεσμικό πλαίσιο για την παραγωγή, μεταφορά και αξιοποίηση του υδρογόνου και του βιομεθανίου, παρουσιάστηκε ως «καλό πρώτο βήμα», ωστόσο όλοι οι συμμετέχοντες επεσήμαναν την ανάγκη άμεσης συνέχειας, την επίλυση εκκρεμοτήτων και κυρίως την ενίσχυση της επενδυτικής ελκυστικότητας των σχετικών έργων.
ΔΕΣΦΑ: Οι αγωγοί υπάρχουν, η στρατηγική είναι έτοιμη – Ζητείται ευρωπαϊκή αγορά
Ο Μιχάλης Θωμαδάκης, Διευθυντής Στρατηγικής και Ανάπτυξης του ΔΕΣΦΑ, παρουσίασε έναν φιλόδοξο αλλά ταυτόχρονα τεχνικά τεκμηριωμένο σχεδιασμό, τοποθετώντας την Ελλάδα στο επίκεντρο των μελλοντικών δικτύων πράσινου υδρογόνου της Ευρώπης. Όπως σημείωσε, το υφιστάμενο Εθνικό Σύστημα Φυσικού Αερίου (ΕΣΦΑ) είναι ήδη ικανό να μεταφέρει βιομεθάνιο χωρίς καμία τεχνική προσαρμογή, ενώ έχουν ολοκληρωθεί μελέτες που επιβεβαιώνουν ότι μπορεί να μεταφέρει με ασφάλεια μείγματα υδρογόνου σε υψηλή περιεκτικότητα – ακόμα και 100% σε ορισμένα τμήματα.
Οι νέοι αγωγοί προς Πάτρα, Βόρεια και Δυτική Μακεδονία έχουν σχεδιαστεί εξαρχής ως υποδομές υδρογόνου, οι οποίες θα χρησιμοποιηθούν προσωρινά για μεταφορά φυσικού αερίου. Παράλληλα, ο ΔΕΣΦΑ έχει καταθέσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή δύο προτάσεις για διασυνοριακούς αγωγούς: έναν βόρειο διάδρομο από Κόρινθο προς Βουλγαρία και Κεντρική Ευρώπη και έναν δυτικό προς Ιταλία, που μόλις εντάχθηκε στα έργα PCI (Projects of Common Interest).
Η στρατηγική του ΔΕΣΦΑ προβλέπει τη δημιουργία ενός νέου δικτύου μεταφοράς υδρογόνου, πλήρως πιστοποιημένου από τον υπό ίδρυση Οργανισμό Ευρωπαίων Διαχειριστών Υδρογόνου. Στόχος είναι η Ελλάδα να αποτελέσει έναν από τους πλέον ανταγωνιστικούς παραγωγούς και εξαγωγείς πράσινου υδρογόνου στην Ευρώπη, χάρη στο ηλιακό και αιολικό δυναμικό της και τη γεωγραφική της θέση.
Ωστόσο, όπως υπογράμμισε ο κ. Θωμαδάκης, οι σχετικές επενδύσεις δεν πρόκειται να προχωρήσουν εάν δεν υπάρξει αγορά. «Αν δεν υπάρχει ζήτηση, δεν θα γίνει τίποτα. Δεν θα υπάρξει επιβάρυνση για τους τελικούς καταναλωτές. Στόχος είναι η κάλυψη του κόστους να γίνει κατά κύριο λόγο από ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία και δευτερευόντως από τους αγοραστές του πράσινου υδρογόνου στις χώρες της Ε.Ε. που θα ωφεληθούν».
Hellenic Hydrogen: Χωρίς απαλλαγές από ΥΚΩ και ΕΤΜΕΑΡ δεν υπάρχει μέλλον για τις μονάδες
Από την πλευρά της αγοράς, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Hellenic Hydrogen, Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος, στάθηκε στην ανάγκη άρσης ρυθμιστικών στρεβλώσεων. Όπως σημείωσε, οι μονάδες παραγωγής υδρογόνου πρέπει να απαλλαγούν από τις χρεώσεις ΥΚΩ και ΕΤΜΕΑΡ, καθώς δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται σαν συμβατικοί καταναλωτές ή παραγωγοί. «Αποτελούν έναν ειδικό τύπο ενεργειακού κόμβου, που αφενός απορροφά ΑΠΕ και σταθεροποιεί το σύστημα και αφετέρου παράγει ανανεώσιμο καύσιμο που εντάσσεται στους εθνικούς στόχους για τις μεταφορές και τη βιομηχανία».
Παράλληλα, έθεσε ζήτημα άμεσης αναθεώρησης του πλαισίου για τα γεωγραφικά περιορισμένα δίκτυα υδρογόνου (ΓεΠεΔΥ), προκειμένου –όπως είπε– «να μην ακυρωθεί στην πράξη ο σκοπός της οδηγίας 1788/2024».
ΚΑΠΕ: Κλειδί η πρώτη ύλη, αλλά το βιομεθάνιο είναι ενεργειακά ανώτερο
Ο Δημήτρης Καρδοματέας, πρόεδρος του Κέντρου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΚΑΠΕ), ανέδειξε το πρόβλημα περιορισμένης διαθεσιμότητας πρώτης ύλης ως το μεγαλύτερο εμπόδιο για την ευρεία ανάπτυξη του βιομεθανίου. Ωστόσο, υπογράμμισε τα σημαντικά πλεονεκτήματα που προσφέρει η μετατροπή του βιοαερίου σε βιομεθάνιο: σχεδόν διπλάσια ενεργειακή απόδοση (90% έναντι 40%), δυνατότητα αποθήκευσης και εγχύσεως στο δίκτυο και άμεση υποκατάσταση του φυσικού αερίου σε όλες τις χρήσεις.
«Είναι σαν να έχουμε ανανεώσιμο φυσικό αέριο. Και το κυριότερο: μπορεί να χρησιμοποιηθεί όποτε χρειάζεται, χωρίς να καταλήγει στα σκουπίδια όπως η πλεονάζουσα ηλεκτρική ενέργεια από βιοαέριο». Επισήμανε, επίσης, την ανάγκη δευτερογενούς νομοθέτησης για τεχνικά πρότυπα και ενισχύσεις.
ΕΣΠΑΒ: Μη βιαστείτε, οι μονάδες βιοαερίου δεν είναι ώριμες – Ζητείται task force
Πιο επιφυλακτικός εμφανίστηκε ο πρόεδρος του Ελληνικού Συνδέσμου Παραγωγών Βιοαερίου (ΕΣΠΑΒ), Αλέξανδρος Υφαντής. Όπως ανέφερε, οι μονάδες βιοαερίου είναι ακόμα ένας «νεαρός» κλάδος, με μέση ηλικία μόλις 4 έτη, και συνεπώς δεν μπορεί να μεταβεί μαζικά σε βιομεθάνιο χωρίς κινδύνους για τη βιωσιμότητά του. Υπενθύμισε ότι σήμερα λειτουργούν 83 μονάδες, οι περισσότερες στηριγμένες σε αγροκτηνοτροφικά απόβλητα, επεξεργαζόμενες πάνω από 4 εκατομμύρια τόνους οργανικών υλών.
«Οι μονάδες αυτές είναι πολλαπλής χρησιμότητας: επεξεργάζονται απόβλητα, παράγουν ανανεώσιμο CO₂ για e-fuels, και προσφέρουν χωνεμένο υπόλειμμα για τη γεωργία. Είναι θεμέλιος λίθος για την περιφέρεια. Δεν μπορούμε να τις εγκαταλείψουμε για χάρη ενός απλουστευτικού μοντέλου που μοιάζει περισσότερο με ηλεκτροπαραγωγή».
Ο κ. Υφαντής προειδοποίησε ότι ο στόχος του ΕΣΕΚ για 2,1 TWh μέχρι το 2030 είναι ανέφικτος και πρότεινε τη δημιουργία ειδικής task force για την αλυσίδα του βιομεθανίου, καθώς η αγορά πρώτης ύλης είναι αδόμητη και χωρίς ρυθμιστικό πλαίσιο.
Το στοίχημα της επόμενης φάσης – Από το «καλό πρώτο βήμα» στη θεσμική ωρίμανση
Όπως κατέστη σαφές κατά τη διάρκεια της ακρόασης, το σχέδιο νόμου δημιουργεί τις πρώτες «ράγες» για το υδρογόνο και το βιομεθάνιο, αλλά δεν αρκεί από μόνο του για να ξεκλειδώσει τις επενδύσεις ή να καταστήσει λειτουργική την αγορά. Απαιτούνται άμεσα οι δευτερογενείς πράξεις, η επίλυση θεμάτων όπως ο διαχειριστής του δικτύου υδρογόνου και η εφαρμογή πιστοποίησης για τα έργα μεταφοράς, καθώς και η εξασφάλιση ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων με ξεκάθαρο πλαίσιο.
Το πολιτικό και ρυθμιστικό momentum υπάρχει – και ο Σεπτέμβριος θα αποτελέσει το κρίσιμο τεστ για το αν η Ελλάδα θα αναμετρηθεί με τις προκλήσεις ή θα μείνει μετέωρη, σε μια αγορά που στην υπόλοιπη Ευρώπη ήδη «τρέχει» με ρυθμούς πάνω από 25% ανάπτυξης ετησίως.
Διαβάστε ακόμη