Πριν τρία χρόνια, η Ελλάδα παρουσίαζε ένα τολμηρό σχέδιο για να πρωταγωνιστήσει στην αναδυόμενη αγορά των υπεράκτιων αιολικών. Σήμερα, η προσδοκία εκείνη δείχνει να έχει παραχωρήσει τη θέση της στη στασιμότητα. Η Κοινή Υπουργική Απόφαση η οποία θα έβαζε το πρόγραμμα στην πρίζα δεν έχει υπογραφεί και ως αποτέλεσμα το πιο ισχυρό αιολικό δυναμικό της Μεσογείου παραμένει αναξιοποίητο, τη στιγμή που άλλες χώρες της Ευρώπης επιταχύνουν.

Μπροστά σε αυτή τη στασιμότητα, βασικοί ομιλητές του 10ου Συμποσίου Ενεργειακής Μετάβασης προσπαθούν να δώσουν απαντήσεις. Αναγνωρίζουν τα εμπόδια, υποδεικνύουν τι λείπει και θέτουν επί τάπητος το πραγματικό ερώτημα: αν υπάρχει ακόμη χρόνος για να μετατραπεί αυτή η τριετία διεργασιών και διαβουλεύσεων σε αφετηρία μιας οργανωμένης εκκίνησης. Η Ελλάδα κόλλησε στη γραμμή εκκίνησης εξαιτίας των γραφειοκρατικών καθυστερήσεων, τεχνικής ανωριμότητας, ανέτοιμων υποδομών και ελλείμματος κοινωνικής αποδοχής.

Άσκηση για δυνατούς λύτες είναι και ο παράγοντας της ζήτησης, ποιος δηλαδή θα αγοράσει την πράσινη ενέργεια. Το ενεργειακό σύστημα έχει πλέον αλλάξει ριζικά – και μαζί του αλλάζει και το σημείο ισορροπίας: δεν είναι πια η παραγωγή, αλλά η κατανάλωση αυτή που καθορίζει την αγορά. Στο ζήτημα αυτό στάθηκε χθες, στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του Ομίλου Metlen Energy & Metals, ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος, Ευάγγελος Μυτιληναίος τονίζοντας πως «τα κλειδιά της αγοράς τα έχει η ζήτηση».

Η Φλώρα Καραθανάση, υπεύθυνη του προγράμματος υπεράκτιας αιολικής ενέργειας της ΕΔΕΥΕΠ, ξεκαθάρισε στο πλαίσιο του συνεδρίου ότι η Ελλάδα δεν είναι ακόμη σε θέση να μιλήσει για ώριμη αγορά. Βρισκόμαστε, όπως ανέφερε, στο στάδιο των πρώτων κινήσεων, με τα πιλοτικά έργα στην Αλεξανδρούπολη να έχουν αρχίσει διερευνητικές εργασίες πεδίου. Ο ρόλος αυτών των project, εξήγησε, είναι να ανοίξουν τον δρόμο για τη συγκέντρωση κρίσιμων δεδομένων, την ανάπτυξη τεχνογνωσίας και –κυρίως– να αποδείξουν ότι η Ελλάδα μπορεί να σταθεί τεχνικά και θεσμικά στο ύψος των απαιτήσεων.

Την ίδια στιγμή, τόνισε τη σημασία της εγχώριας βιομηχανικής βάσης, φέρνοντας στο προσκήνιο λιμάνια, ναυπηγεία, τσιμεντοβιομηχανίες και άλλες παραγωγικές υποδομές. Η δημιουργία ενός εθνικού supply chain θα αποτελέσει, κατά την ίδια, τον μόνο τρόπο για να μη μετατραπεί η Ελλάδα σε χώρα απλής φιλοξενίας ανεμογεννητριών που κατασκευάζονται αλλού. Επανέλαβε επίσης την πρωτοβουλία της δημιουργίας εταιρείας ειδικού σκοπού (SPV) από την ΕΔΕΥΕΠ, με αντικείμενο την ενιαία συλλογή δεδομένων για τον θαλάσσιο χώρο, τη βυθομετρία και τις ανεμολογικές συνθήκες – ένα πρώτο θεσμικό βήμα για τη μετάβαση από τη θεωρία στην πράξη.

Ο Παναγιώτης Παπασταματίου, διευθύνων σύμβουλος της ΕΛΕΤΑΕΝ, αναφέρθηκε στη σημασία της στήριξης. «Αν η πολιτεία δεν στηρίξει στην πράξη τις προβλέψεις του ίδιου του νόμου που ψήφισε, η χώρα κινδυνεύει να χάσει το τρένο της τεχνολογίας και να περιοριστεί σε ρόλο εισαγωγέα», σημείωσε. Για τον ίδιο, η κατάσταση θυμίζει μια κρίσιμη διασταύρωση: είτε η πολιτεία θα επιμείνει στο σχέδιο και θα επενδύσει στον προκαταρκτικό σχεδιασμό, είτε θα υποχωρήσει αφήνοντας την αγορά να καταρρεύσει πριν καν δημιουργηθεί. Υπενθύμισε ότι η ίδια η αγορά της υπεράκτιας αιολικής δεν είναι εξ ορισμού «ώριμη» όταν ξεκινά σε μια νέα χώρα – ωριμάζει μόνο μέσα από τη δοκιμή, την προετοιμασία και τις πρώτες επενδύσεις.

Για τη σκοπιά των επενδυτών μίλησε ο Ιωάννης Σκαράκης, επικεφαλής της Parkwind στην Ελλάδα. Ο ίδιος στάθηκε στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι επενδυτές: Θολό τοπίο αρμοδιοτήτων, ελλιπής τεχνικός σχεδιασμός και ασαφή χρονοδιαγράμματα. «Δεν έχουμε σαφή εικόνα για το ποιος θα κατασκευάσει το υποθαλάσσιο και χερσαίο κομμάτι του δικτύου, πώς θα λειτουργήσουν οι υποσταθμοί, αν θα υπάρχουν ενισχύσεις στα υφιστάμενα δίκτυα και πότε», υπογράμμισε. Αυτά τα σημεία αβεβαιότητας, εξήγησε, δεν είναι μικρολεπτομέρειες – είναι δομικές καθυστερήσεις που καθιστούν σχεδόν αδύνατο τον συγχρονισμό των επενδυτικών σχεδίων με τις κρατικές υποδομές.

Αναφέρθηκε επίσης στις λιμενικές υποδομές, λέγοντας ότι μόνο τέσσερα λιμάνια (Ελευσίνα, Λαύριο, Βόλος, Αλεξανδρούπολη) μπορούν θεωρητικά να υποστηρίξουν την απαιτούμενη κλίμακα κατασκευής, και ακόμη κι αυτά χρειάζονται αναβαθμίσεις. «Μια πλωτή ανεμογεννήτρια 15 MW σημαίνει πλωτήρα 4.000 τόνων. Χρειαζόμαστε τεράστιες υποδομές που σήμερα δεν υπάρχουν σε πλήρη επιχειρησιακή ετοιμότητα στην Ελλάδα». Πρόσθεσε ότι η δημιουργία ενός εγχώριου offshore supply chain cluster –που θα συνδέσει υπάρχουσες ελληνικές εταιρείες με παρόχους εξοπλισμού– είναι μονόδρομος για να διαμορφωθεί ελληνική προστιθέμενη αξία.

Τέλος, ο Χάρης Δαμάσκος, Senior Banker της EBRD, έδωσε την εικόνα από την πλευρά της χρηματοδότησης. «Τα έργα υπεράκτιας αιολικής είναι απολύτως χρηματοδοτήσιμα – το δείχνουν και τα δύο πρότζεκτ που έχουμε ήδη στηρίξει στην Πολωνία», ανέφερε. Η συνθήκη, όμως, είναι μία: να έχουν προηγηθεί οι τεχνικές και θεσμικές προεργασίες, ώστε τα projects να είναι ασφαλισμένα και επενδυτικά ώριμα. Αναφέρθηκε σε παραδείγματα καλής πρακτικής στο εξωτερικό και κάλεσε τις ελληνικές αρχές να διαμορφώσουν γρήγορα το πλαίσιο εκείνο που θα επιτρέψει στις τράπεζες και στους διεθνείς χρηματοδότες να συμμετάσχουν.

Κοινή συνισταμένη των παρεμβάσεων ήταν η αίσθηση ότι το 2025 πρέπει να λειτουργήσει ως πραγματική αφετηρία – αλλιώς, θα πρόκειται για οριστική απώλεια δυνατοτήτων. Όπως σημειώθηκε από περισσότερους του ενός ομιλητές, η συλλογή δεδομένων, οι θεσμικές ενεργοποιήσεις, η στρατηγική για τα λιμάνια και η ενημέρωση του κοινού για την τεχνολογία offshore wind αποτελούν τα τέσσερα κρίσιμα βήματα που πρέπει να δρομολογηθούν άμεσα.

Η Ευρώπη τρέχει με πιο γρήγορους ρυθμούς και η Τουρκία «καλπάζει»

Στην υπόλοιπη Ευρώπη καταγράφεται ραγδαία κινητικότητα. Το 2023 ήταν μια χρονιά ρεκόρ, με την κατακύρωση έργων συνολικής ισχύος 56,3 GW διεθνώς – από τα οποία 23,2 GW εντοπίζονται στην Ευρώπη. Η Πορτογαλία προχωρά στον πρώτο διαγωνισμό για πλωτά αιολικά στην περιοχή Viana do Castelo, εντάσσοντας το έργο σε έναν συνολικό σχεδιασμό που προβλέπει 2 GW μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Στην Ιταλία, εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για το «Barium Bay» στην Αδριατική, ένα από τα μεγαλύτερα έργα πλωτών ανεμογεννητριών στη Μεσόγειο, ισχύος 1,1 GW, με δυνατότητα τροφοδότησης πάνω από 1 εκατομμύριο νοικοκυριών.

Στη Γαλλία, το πρόγραμμα των offshore συνεχίζεται με παράλληλους διαγωνισμούς για έργα τόσο σταθερής έδρασης όσο και πλωτά, συνολικής ισχύος 2,5 GW, υποστηρίζοντας έναν εθνικό στόχο 40 GW έως το 2050. Στη Βαλτική, η Πολωνία δρομολογεί την ανάπτυξη των αιολικών πάρκων Baltyk 2 και 3, μετά τις τελικές επενδυτικές αποφάσεις από την Polenergia και την Equinor, σε έργα συνολικού ύψους 5,3 δισ. ευρώ.

Την ίδια ώρα, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) ενισχύει τη στροφή της Πολωνίας προς την πράσινη ενέργεια, χρηματοδοτώντας με 700 εκατ. ευρώ τα υπεράκτια αιολικά πάρκα Bałtyk 2 και Bałtyk 3 της Equinor και της Polenergia. Με 350 εκατ. ευρώ ανά έργο, η ΕΤΕπ είναι ο μεγαλύτερος εκ των περίπου 30 χρηματοδοτών. Τα δύο πάρκα, συνολικής ισχύος 1,44 GW, θα τεθούν σε λειτουργία το 2028, ενισχύοντας την ενεργειακή ασφάλεια και την ανταγωνιστικότητα της Πολωνίας. Πρόκειται για την τρίτη επένδυση της ΕΤΕπ φέτος σε ανανεώσιμες πηγές στη χώρα και την τρίτη στήριξη για έργα offshore στη Βαλτική.

Παρά τις δυσκολίες που προκύπτουν διεθνώς – από τις μεταβολές στο κόστος χρηματοδότησης μέχρι τη συνεχιζόμενη αστάθεια στην εφοδιαστική αλυσίδα – η μεγάλη εικόνα είναι σαφής: η Ευρώπη επιταχύνει, επενδύοντας σε νέα έργα που αναμένεται να μειώσουν το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας μέσω της κλίμακας.

Η Τουρκία, από την πλευρά της, επιχειρεί να εδραιωθεί ως ανερχόμενη δύναμη στον τομέα. Η όμορη χώρα ξεκίνησε από την ίδια χρονική αφετηρία με εμάς, εντούτοις σήμερα δείχνει να είναι πιο μπροστά. Εμείς ανακοινώσαμε τέλη 2023 το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων με έξι προτεινόμενες περιοχές σε πρώτη φάση, το οποίο συνοδεύτηκε από μελέτη του ΙΟΒΕ, σύμφωνα με την οποία το ΑΕΠ θα μπορούσε να ωφεληθεί με έως και 1,9 δισ. ευρώ το χρόνο, μέχρι και το 2050.

Ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξήγγειλε στόχο 5 GW offshore μέχρι το 2035, παρουσιάζοντας ήδη τις περιοχές που θα υποδεχθούν τα πρώτα έργα. Η  Άγκυρα έχει ήδη ανακοινώσει την πρόθεση να αναπτύξει κόμβο συναρμολόγησης πλωτών ανεμογεννητριών στα βόρεια της Σμύρνης. Συν τοις άλλοις, η τουρκική βιομηχανία διαθέτει πλεονέκτημα: δίκτυο παραγωγικών μονάδων για πτερύγια και βασικά εξαρτήματα, ενισχυμένο επί χρόνια με κίνητρα για την εγχώρια παραγωγή. Η αξία των εξαγωγών του κλάδου φτάνει ήδη σε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια ετησίως.

Η εφοδιαστική αλυσίδα αποτελεί ένα εξίσου κρίσιμο ζήτημα, καθώς η πρόοδος εκεί είναι σχεδόν μηδενική. Αυτό δημιουργεί δύο κινδύνους: αφενός, την καθυστέρηση στο χρονοδιάγραμμα των υπεράκτιων πάρκων και, αφετέρου, την πιθανότητα να μας προλάβουν χώρες όπως η Τουρκία, που αναπτύσσουν τις δικές τους υποδομές. Η ΕΔΕΥΕΠ στοχεύει «να τρέξει» μια μελέτη για τον προσδιορισμό των κατάλληλων λιμανιών που θα στηρίξουν τη βιομηχανία υπεράκτιων αιολικών. Το διακύβευμα είναι να μην μείνουμε πίσω στην κούρσα για ανάπτυξη εφοδιαστικής αλυσίδας «made in Greece», διότι μετά θα είμαστε πάντα η δεύτερη ή και η τρίτη επιλογή των επενδυτών. Η Τουρκία θα έχει τον απαραίτητο εξοπλισμό σε καλές τιμές, θα μας έχει επί της ουσίας προλάβει με την κουβέντα για παραγωγή πλωτήρων στα ελληνικά ναυπηγεία, και τμημάτων από τις ελληνικές χαλυβουργίες να κλείνει, ενώ δεν έχει καν ανοίξει.

Διαβάστε ακόμη