Τα έργα αντλησιοταμίευσης αποτελούν ένα μεγάλο στοίχημα στην κατεύθυνση της ενεργειακής μετάβασης, πόσω μάλλον, στην προσπάθεια να επιτευχθεί ο στόχος της αποθήκευσης της ενέργειας που παράγουν οι ΑΠΕ. Τα έργα αντλησιοταμίευσης έχουν ένα θετικό στοιχείο, καθώς έχουν μεγαλύτερη διάρκεια «ζωής», σε σχέση με τις μπαταρίες. Η Ελλάδα, έχει αναδείξει την τεχνογνωσία των υδροηλεκτρικών, εδώ και δεκαετίες, με τα συγκεκριμένα έργα να προσθέτουν σημαντική προστιθέμενη αξία στη χώρα μας. Η ΔΕΗ και η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, ήδη πρωτοστατούν στην προσπάθεια δημιουργίας έργων αντλησιοταμίευσης.
Το Clima21 και το Ενεργειακό & Περιβαλλοντικό Γραφείο Αιγαίου (ΕΠΕΓΑ) διοργάνωσε χθες εκδήλωση με τον τίτλο «Πράσινη Ενεργειακή Μετάβαση & Ηλεκτρισμός», όπου αναδείχθηκαν σημαντικά στοιχεία για την τεχνολογία της αντλησιοταμίευσης. Ο κ. Γιάννης Στεφανάκος, Αφυπηρετήσας Επίκουρος Καθηγητής του ΕΜΠ ανέφερε πως «υπάρχει τεράστιο ενδιαφέρον και έχουν γίνει σημαντικές μελέτες στο παρελθόν». Είναι ενδεικτικό, όπως είπε πως «μόνο το διάστημα Δεκεμβρίου 2024 – Φεβρουαρίου 2025 έχουν προστεθεί 28 νέες άδειες παραγωγής». Συνολικά έχουν κατατεθεί άδειες παραγωγής για έργα ισχύος 15.000MW, όταν οι προβλέψεις του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα για το 2050, είναι πως στη χώρα μας θα υπάρχουν έργα αντλησιοταμίευσης ισχύος 5.500MW.
Από την πλευρά του, ο καθηγητής της Σχολής Μηχανολόγων Μηχανικών του ΕΜΠ Ιωάννης Αναγνωστόπουλος σημείωσε πως οι ανάγκες ευελιξίας εξαιτίας της διείσδυσης των ΑΠΕ θα αυξάνονται. Οι μέσες ημερήσιες, εβδομαδιαίες, και μηνιαίες ανάγκες ευελιξίας στην Ε.Ε. θα αυξηθούν σε σημαντικό βαθμό μέχρι το 2030. Άρα, όπως ανέφερε: «Στην Ελλάδα θα αυξηθούν οι υπηρεσίες ευελιξίας με τα έργα αντλησιοταμίευσης να έχουν σημαντικό ρόλο». Υπογράμμισε πως ήδη δοκιμάζονται νέες τεχνολογίες ευελιξίας και στα υδροηλεκτρικά, σε υφιστάμενα έργα και θα εφαρμοστούν σε συστήματα που θα χρειαστεί να αναβαθμιστούν στο μέλλον, λόγω της παλαιότητας τους. «Η λέξη κλειδί είναι η ευελιξία. Η υδροηλεκτρική ενέργεια είναι ώριμη τεχνολογία και μπορεί να εξασφαλίσει εγχώρια προστιθέμενη αξία. Απαιτείται διεπιστημονική έρευνα και εφαρμογή νέων τεχνολογιών για την αναβάθμιση παλιών μονάδων. Χρειάζεται επαρκής κρατική ενίσχυση για να είναι βιώσιμα τα έργα», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Αναγνωστόπουλος.
Τέλος, ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ κ. Κίμων Χατζημπίρος, δήλωσε πως «η αντλησιοταμίευση έχει ιδιαίτερα πλεονεκτήματα για τη χώρα μας καθώς έχουμε την τεχνογνωσία, φτιάξαμε εξαιρετικά υδροηλεκτρικά έργα και δεν υπήρχε κανένα δυστύχημα. Το 2012 ήταν κρίσιμο έτος, γιατί έγινε σαφές πως επίκειται εκρηκτική ανάπτυξη των ΑΠΕ. Από το 2012 μέχρι σήμερα επικράτησε αδράνεια στην πολιτεία, ως προς την ανάπτυξη της αποθήκευσης και αντλησιοταμίευσης, που ήταν μια τεχνολογία έτοιμη. Παρατηρούμε, πλέον, πως μοιράζονται άδειες παραγωγής, πολύ περισσότερες απ’ ότι χρειάζονται…» Να σημειωθεί πως το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) προβλέπει ότι η δυναμικότητα των έργων αντλησιοταμίευσης από 700 MW που είναι σήμερα θα ανέλθει στα 1.745 MW το 2030, στα 2.949 MW το 2035, στα 4.464 MW το 2040, στα 5.251 MW το 2045 και τα 5.453 MW το 2050.
Διαβάστε ακόμη